Α.Σ.Ε.Ι.Π.
=========================================================================================
Κυριακή Αγίων Πατέρων της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου,
Απόστ. ανάγνωσμα: Τιτ. γ’ 8 – 15
Πρωτότυπο κείμενο
Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε
διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ.
Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ
γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ
μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς
ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω
᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον
ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ
κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα
μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς
τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες.
Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· Ἀμήν.
Νεοελληνική Απόδοση
Παιδί μου Τίτε, αυτά τα λόγια είναι αξιόπιστα και θέλω να τα
βεβαιώνεις με την προσωπική σου μαρτυρία, ώστε όσοι έχουν πιστέψει στο Θεό να
φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά και τα χρήσιμα
στους ανθρώπους. Από το άλλο μέρος, να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε
γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις
διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου, γιατί όλα αυτά είναι ανώφελα και μάταια. Τον
άνθρωπο που ακολουθεί πλανερές διδασκαλίες συμβούλεψέ τον μια δυο φορές, κι αν
δεν ακούσει άφησέ τον, με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί και
αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του. Όταν θα σου στείλω τον
Αρτεμά ή τον Τυχικό, έλα το συντομότερο να με συναντήσεις στη Νικόπολη, γιατί
εκεί αποφάσισα να περάσω το χειμώνα. Τον Ζηνά το νομικό και τον Απολλώ, να τους
εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ότι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην
τους λείψει τίποτα. Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα,
για ν΄ αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην
είναι άκαρπη. Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε τους πιστούς που
μας αγαπούν. Η χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.
Σχολιασμός
Ξεφυλλίζοντας προσεκτικά το εορτολόγιο της Εκκλησίας μας, θα
παρατηρήσουμε ότι τρεις Κυριακές το χρόνο είναι αφιερωμένες στη τιμή των αγίων
Πατέρων, των Επισκόπων δηλαδή, που συγκρότησαν τις επτά Οικουμενικές Συνόδους,
οι οποίοι με τη θεολογία τους, τη βιωματική εμπειρία τους και την αγιότητα της
ζωής τους κατόρθωσαν να κατατροπώσουν τις διάφορες αιρέσεις, να περιφρουρήσουν
την ορθόδοξη πίστη και να διατυπώσουν τα δόγματα και τους ιερούς κανόνες της
Εκκλησίας.
Η πρώτη, είναι η έβδομη Κυριακή από το Πάσχα (μετά την εορτή
της Αναλήψεως), που είναι αφιερωμένη στους τριακόσιους δεκαοκτώ Πατέρες , οι
οποίοι συγκρότησαν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ
και η οποία καταδίκασε τον Άρειο, ο οποίος δίδασκε ότι ο Χριστός είναι κτίσμα
και όχι Θεός.
Η δεύτερη, είναι μια Κυριακή του μηνός Ιουλίου και συγκεκριμένα
αυτή που θα συμπέσει στις 13 Ιουλίου, ή η πρώτη μετά από την ημερομηνία αυτή.
Αυτή η Κυριακή είναι αφιερωμένη στη μνήμη των Πατέρων, που συγκρότησαν τις έξι
πρώτες Οικουμενικές Συνόδους. Ειδικότερα όμως αυτή τη μέρα γιορτάζουμε τους
πατέρες της Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου, η οποία εξέδωσε όρο δογματικό
περί της υποστατικής ενώσεως (ένωση σ’ ένα πρόσωπο, σε μια υπόσταση) των δύο εν
Χριστώ φύσεων «αχωρίστως, αδιαιρέτως, ατρέπτως και ασυγχύτως» και καταδίκασε
τον Ευτυχή ο οποίος δίδασκε ότι ο Χριστός είχε μόνο μία φύση την θεία (η αίρεση
μονοφυσιτισμού). Η ανθρώπινη φύση έλεγε ο Ευτυχής, απορροφήθηκε από την θεία
και επομένως ο Χριστός υπήρξε μόνο Θεός και φαινομενικώς άνθρωπος.
Η τρίτη Κυριακή είναι μέσα στο μήνα Οκτώβριο και
συγκεκριμένα αυτή που θα συμπέσει στις 11 του μηνός ή η πρώτη μετά την
ημερομηνία αυτή. Αυτή η Κυριακή, που για φέτος είναι η 14η Οκτωβρίου,
είναι αφιερωμένη στη μνήμη των Πατέρων της Ζ΄ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου
που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 787 μ.Χ. όταν Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο άγιος Ταράσιος και στον αυτοκρατορικό θρόνο βρισκόταν
η Ειρήνη η Αθηναία, ως επίτροπος του γιου της Κωνσταντίνου του Στ΄. Η Ειρήνη η
Αθηναία συνέβαλε στην οριστική αναστύλωση των ιερών εικόνων και την καταδίκη
της εικονομαχίας, δηλαδή και πάλι τον μονοφυσιτισμό, αφού μη δεχόμενοι οι
εικονομάχοι -ανάμεσα στ’ άλλα που πρεσβεύανε- την εξεικόνιση του Χριστού, δεν
δέχονταν ουσιαστικά την ανθρώπινή του φύση η οποία ενώθηκε με την θεία όπως
δογμάτισε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος. «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» μας λεει
το ιερό ευαγγέλιο (Ιωάν. α΄ 18), αλλά την ανθρώπινη φύση του Χριστού, που
ενώθηκε με την θεία, την είδαμε και συνεπώς μπορούμε να την ζωγραφίσουμε, όπως
και τα οράματα των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι σήμερα οι εικόνες είναι
ο κόσμος των ιερών ναών, που βοηθά το νου μέσα από τη αίσθηση της δράσης ν’
ανεβαίνει στα πρωτότυπα των εικόνων και να προσκυνά το Χριστό και τις θεωμένες
υποστάσεις των αγίων.
Με την καθιέρωση αυτή, η Εκκλησία αποδίδει την προσήκουσα
τιμή στους Αγίους Πατέρες. Εκτός από τους επισκόπους, είναι και άλλοι στη
Εκκλησία ιεροί άνδρες, πρεσβύτεροι, διάκονοι, ακόμα και απλοί μοναχοί που
ξεχωρίζουν για την ορθόδοξη διδασκαλία και για την αγιότητα του βίου τους-
θεωρούνται κι αυτοί πατέρες της Εκκλησίας.
Το αποστολικό ανάγνωσμα της πρώτης Κυριακής (Α΄ Οικ.
Σύνοδος) είναι παρμένο από τις Πράξεις των Αποστόλων (Πράξ. 20. 16-18, 28-36).
Το αποστολικό ανάγνωσμα των άλλων δυο Κυριακών είναι το ίδιο και είναι παρμένο
από την προς Τίτον επιστολή του Αποστόλου Παύλου (Τιτ. 3,8-15). Η επιστολή αυτή
μαζί με τις δύο επιστολές προς Τιμόθεο διαφέρουν από τις υπόλοιπες επιστολές
του αποστόλου Παύλου σε δύο σημεία: α) δεν απευθύνονται προς Εκκλησίες αλλά
προς συγκεκριμένα πρόσωπα και β) τα θέματα με τα οποία ασχολούνται έχουν να
κάνουν με τους ποιμένες και το ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Για το λόγο αυτό
ονομάζονται και ποιμαντικές επιστολές. Η επιλογή λοιπόν του συγκεκριμένου
αναγνώσματος δεν είναι τυχαία, γιατί ο ποιμαντικός χαρακτήρας της επιστολής
ταιριάζει απόλυτα προς τη μνήμη των Αγίων Πατέρων, οι οποίοι υπήρξαν ποιμένες
της Εκκλησίας. Ο Απόστολος Παύλος συνιστά στον Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης, και κατ΄
επέκταση σε όλους τους ποιμένες της Εκκλησίας, πώς να εργάζονται και να
φροντίζουν ποιμαντικά τους πιστούς ανθρώπους.
Κύριο θέμα της περικοπής είναι η προτροπή για καλά έργα. Με
πολύ απλές προτάσεις μας δείχνει πως συνδέεται η πίστη με την καθημερινή
πράξη. Δύο βασικά στοιχεία ζητά ο απόστολος Παύλος όχι μόνο από τον
μαθητή του Τίτο άλλα και από κάθε πιστό της Εκκλησίας, και ιδιαίτερα όσους
κατέχουν εξουσίες: τα καλά έργα και τα ωφέλιμα λόγια. Και μάλιστα σε μια εποχή
όπως η σημερινή, που οι άνθρωποι έχουν κουραστεί από τα πολλά λόγια που δεν
έχουν αντίκρισμα, αυτή η προτροπή είναι όσο ποτέ άλλοτε επίκαιρη, θέτοντας τον καθένα
ξεχωριστά προ των ευθυνών του. Επηρεασμένοι από το πνεύμα της εποχής, λέμε
λόγια, χωρίς να κάνουμε έργα. Εύκολα κρίνουμε, δύσκολα θέλουμε να κουραστούμε
και να εργασθούμε σε έργα αγάπης και διακονίας. Ο θεόπνευστος Απόστολος όμως,
μας ζητά ακριβώς το αντίθετο: λίγα λόγια και πολλά έργα. «Αφήστε τις ατελείωτες
συζητήσεις για πράγματα ανούσια ή και αμαρτωλά, και πρωτοστατήστε των καλών
έργων». Να τα επιτελούμε όχι αναγκαστικά, αλλά με ζήλο και αυταπάρνηση. Χωρίς
να περιμένουμε όσους έχουν ανάγκη, να ζητήσουν τη βοήθεια μας. Αλλά να
επιζητούμε οι ίδιοι ευκαιρίες. Κάποιοι υποφέρουν, άλλοι πεινούν,
κάποιοι ανήμποροι θέλουν συμπαράσταση, κάποιοι μοναχικοί την παρηγοριά μας.
Άλλοι απογοητεύονται στις μακροχρόνιες αρρώστιες τους και άλλοι απελπίζονται
από τα βάσανα της ζωής. Να ψάξουμε να βρούμε τους ανθρώπους που χρειάζονται την
αγάπη και τη στήριξη μας. Έτσι θα πλουτίσει η ζωή μας με καρπούς αρετής και θα
πλημμυρίσει η καρδιά μας από ειρήνη και ανάπαυση.
Προχωρώντας πιο κάτω στην επιστολή του ο Απόστολος Παύλος
μας προτρέπει στην αποφυγή των ανόητων συζητήσεων και την ενασχόληση μας με
διάφορους γενεαλογικούς καταλόγους, καθώς και με διαμάχες γύρω από το Νόμο. Η
ενασχόληση με αυτές τις συζητήσεις προκαλούσε συγκρούσεις μεταξύ των ατόμων που
συμμετείχαν σ’ αυτές. Παρόμοια προτροπή απευθύνει ο Απόστολος Παύλος και προς
το μαθητή του Τιμόθεο: «μηδέ προσέχειν μύθοις και γενεαλογίαις απεράντοις,
αίτινες ζητήσεις παρέχουσι μάλλον ή οικονομίαν Θεού την εν πίστει» (Α΄ Τιμοθ.
1, 4). Η ενασχόληση με αυτά τα ζητήματα αποτελεί καθαρή ματαιοπονία η οποία όχι
μόνο δεν ωφελεί αυτούς που συμμετέχουν, αλλά και τους ζημιώνει. Τους ζημιώνει,
γιατί τους ρίχνει στο πάθος της αργολογίας, οδηγώντας τους στη ραθυμία και την
ακηδία στα πνευματικά. Δεν τους αφήνει να αναπτυχθούν πνευματικά και να
καλλιεργήσουν τις πνευματικές αρετές.
Κατόπιν ο απόστολος Παύλος τονίζει προς το μαθητή του Τίτο
τη στάση που πρέπει να έχει ως ποιμένας απέναντι στους αιρετικούς. «αιρετικόν
άνθρωπον, μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού» (στ.10). Συμβουλή με
βαθύτατο περιεχόμενο. Οι αιρετικοί, από ανέκαθεν ήταν επικίνδυνοι. Θα
μπορούσαμε να κατατάξουμε τους αιρετικούς σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: είναι
εκείνοι οι άνθρωποι, οι οποίοι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν μέσα σ’ ένα αιρετικό
περιβάλλον. Οι άνθρωποι αυτοί αν έχουν καλή προαίρεση θα τους δώσει ο Θεός την
ευκαιρία ν’ ανανήψουν, και σύμφωνα με τις ευχές που διαβάζουμε τη Θεία
Λειτουργία του Μ. Βασιλείου ζητώντας από το Θεό «να επανάγει τους
πεπλανημένους», να επανέλθουν στη ορθή πίστη. Η δεύτερη κατηγορία είναι των
ημιμαθών, των ανθρώπων εκείνων που αγνοούν τις αλήθειες του ευαγγελίου, κι
επομένως προσηλώνονται στους αιρετικούς, οι οποίοι διαστρεβλώνουν τα λόγια της
Αγίας Γραφής και του Ευαγγελίου. Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία των εσκεμμένα
διαστρεβλωτών του λόγου του Θεού και της αλήθειας. Σ’ αυτή τη κατηγορία
κατατάσσονται άνθρωποι που επειδή ο Θεός τους έδωσε μερικά χαρίσματα λόγου χάρη
εξυπνάδα, ευστροφία κ.α σκέφτηκαν ότι μπορούν να λύσουν όλα τα προβλήματα και
να εξηγήσουν τα πάντα. Έτσι ενώ δέχτηκαν αυτά τα δώρα του Θεού, τα
οικειοποιήθηκαν και στη συνέχεια πίστεψαν ότι είναι δική τους ενέργεια. Γι’
αυτό και ο Απόστολος συνιστά να είμαστε πολύ προσεκτικοί απέναντι όσων
αντιστρατεύονται την ορθή διδασκαλία. Και αυτό, διότι και τότε οι άνθρωποι αυτοί
δημιουργούσαν σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, και σήμερα νοθεύουν με
δικές τους επινοήσεις και με αποκυήματα της φαντασία τους, την ορθή αποστολική
πίστη.
Χρέος κάθε ποιμένα είναι να νουθετήσει τον αιρετικό άνθρωπο
μια και δύο φορές προς την ορθή πίστη. Αν δεν πεισθεί και παραμείνει
αμετακίνητος στις αιρετικές του απόψεις, τότε πρέπει να παραιτηθεί ο ποιμένας
από αυτή του την προσπάθεια και να τον αφήσει. Αυτό δεν το κάνει ο ποιμένας
γιατί έχει βαρεθεί να του λεει την αλήθεια, αλλά το κάνει επειδή η άρνηση του
να δεχθεί την αλήθεια και να επιστρέψει στην ορθή πίστη φανερώνει την πώρωση
και τη διαστροφή, αλλά και το υπερήφανο πνεύμα από το οποίο είναι κυριευμένος ο
αιρετικός. Η αίρεση αποτελεί τη χειρότερη αμαρτία, γιατί οδηγεί τον αιρετικό
άνθρωπο, αν δεν μετανοήσει, στον πνευματικό θάνατο, που είναι η αποκοπή του από
το σώμα της Εκκλησίας. Αν εμβαθύνουμε στην ουσία της προτροπής, βλέπουμε
πράγματι ότι οι αιρετικοί κατά κανόνα, δεν μετανοούν. Και αυτή η αμετανοησία,
οφείλεται διότι συσκοτίζεται ο νους τους από τον εωσφορικό εγωισμό, ο οποίος
και λειτουργεί διασπαστικά για την όλη προσωπικότητα. Αποτέλεσμα είναι το να μη
μπορούν κατ’ αρχή να δουν και να αντιληφθούν την πλάνη τους, και στην
συνέχεια να ζητήσουν την θεραπεία από την Εκκλησία, που στην περίπτωση αυτή
λειτουργεί ως πνευματικό «κέντρο υγείας» και κατόπιν ως ασφαλές θεραπευτήριο,
αποκαθιστώντας τελείως την πνευματική υγεία στην όλη ύπαρξη του ανθρώπου.
Πιστός ο λόγος του Θεού λοιπόν, αληθινός, αξιόπιστος, γι’
αυτό και μπορεί να γίνει αποδεκτός. Όταν η πλάνη και η αμαρτία είναι αποτέλεσμα
άγνοιας και λήθης του Θεού, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες ν’ αναστραφεί και ν’
αποκατασταθεί η αλήθεια. Αρκεί να υπάρχει διάθεση και πρόθεση. Από τη άλλη
πλευρά το κριτήριο της πνευματικότητας, και της γνησιότητας της πίστης μας
είναι τα έργα μας. Τα καλά έργα είναι ο καρπός της πίστης και ο Απόστολος
Παύλος τα χαρακτηρίζει «καλά και ωφέλιμα τοις ανθρώποις». Κατά μία άλλη
ερμηνεία το «καλά» σημαίνει αρεστά στο Θεό. Ο Θεός ευαρεστείται όταν ο πιστός
άνθρωπος δίνει μαρτυρία αγάπης, όταν διακονεί στο όνομα του Ιησού Χριστού τον
πάσχοντα και εμπερίστατο αδελφό του. Όταν γίνονται μέσα στη σιωπή και στην
ανωνυμία της αγάπης, είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος που «βασιλεύει» μέσα μας.
Όταν αντίθετα αποβλέπουν σε διευθέτηση σκοπιμοτήτων, στερούνται της σφραγίδας
του Πνεύματος και φανερώνουν την σκοτεινότητα και ακαταστασία της καρδιάς μας.
Καλούμαστε όλοι στο όνομα του Ιησού Χριστού να δώσουμε στο σύγχρονο κόσμο μας
τη μαρτυρία της αγάπης, των καλών έργων, της πίστης και της ελπίδας στο Θεό.
Κυριακή Δ’ Λουκά (του Σπορέως) Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λουκ.
η’ 5-15 (14-10-2018)
Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ
σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν,
καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν
ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν
τῷ μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό· καὶ ἕτερον
ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα.
᾿Επηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; Ὁ δὲ
εἶπεν· Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς
ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. Ἔστι δὲ αὕτη
ἡ παραβολή· Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· Οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν ,εἰσιν οἱ
ἀκούσαντες· εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος, καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν,
ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας, οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς
δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ
ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἱσιν οἱ
ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι
συμπνίγονται, καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν, οἵ τινες
ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ, ἀκούσαντες τὸν λόγον, κατέχουσι, καὶ καρποφοροῦσιν ἐν
ὑπομονῇ. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.
Νεοελληνική απόδοση
Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή «Βγήκε ο σποριάς για να
σπείρει το σπόρο του· καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου
καταπατήθηκαν και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν
φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε
αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο
γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Οι μαθητές
του τότε τον ρώτησαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ΄
εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίζεται τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, ενώ στους
υπολοίπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν και να μη βλέπουν και
ν΄ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο
σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο είναι εκείνοι που
άκουσαν το λόγο του Θεού, έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ΄
τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο
πετρώδες έδαφος είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά,
δεν έχουν όμως ρίζα· γι΄ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο
καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ΄ αγκάθια είναι
εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο
και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ΄ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το
σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και
αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Αφού τα
είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν΄ ακούει ας τα
ακούει».
Σχολιασμός
Μία από τις ωραιότερες Ευαγγελικές περικοπές έχει
χαρακτηριστεί από τα πρώτα χρόνια της Εκκλησίας μας η παραβολή του Σπορέως.
Σπόπιμα διαβάζεται αυτή την περίοδο. Συμπίπτει με την έναρξη της σποράς της γης
από τους γεωργούς και με την έναρξη των κατηχητικών μαθημάτων. Με τρόπο
μοναδικό ο Κύριός μας, κάνει λόγο για τη σπορά του λόγου του Θεού από τους
εργάτες της Εκκλησίας του. Στην παραβολή του Σπορέως, καθώς ο γεωργός έσπερνε
σπόρους στο χωράφι του, άλλοι σπόροι έπεσαν κοντά στο δρόμο του χωραφιού,
καταπατήθηκαν από τους διαβάτες και τους κατέφαγαν τα πουλιά του ουρανού. Άλλοι
έπεσαν σε πετρώδες έδαφος, και αφού φύτρωσαν, ξεράθηκαν, επειδή δεν είχαν
υγρασία. Άλλοι πάλι σπόροι έπεσαν σε έδαφος γεμάτο από σπόρους αγκαθιών, και
όταν βλάστησαν, τους έπνιξαν τα αγκάθια. Και άλλοι σπόροι έπεσαν στην εύφορη γη
και έκαναν καρπό εκατό φορές περισσότερο.
Ο σπόρος πέφτει σε τέσσερα διαφορετικά χώματα, αλλά κατά
παράξενο τρόπον, μόνο σε ένα, στο τελευταίο, στο τέταρτο κομμάτι γης
καρποφορεί. Στο πρώτο, δεύτερο και τρίτο, παρά τον κόπο του Σπορέα δεν υπάρχουν
τα αποτελέσματα. Όπως εξηγεί ο ίδιος ο Ιησούς, στην συνέχεια, ο σπόρος
είναι ο λόγος του Θεού. Τα τέσσερα διαφορετικά μέρη του εδάφους, συμβολίζουν
τις καρδιές και την διάθεση των ακροατών του θείου λόγου.
Το ένα μέρος του κηρύγματος, χάνεται εξ’ αρχής από τις
ραδιουργίες του πονηρού. Το δεύτερο τμήμα, εξαφανίζεται με τις πρώτες δυσκολίες
και τους πειρασμούς που θα εμφανιστούν. Στο τρίτο μέρος ο λόγος του Θεού, παρά
την βλάστηση, τελικά καταπνίγεται μέσα στις κοσμικές μέριμνες, τα πλούτη και
τις δήθεν απολαύσεις της ζωής και τελικά το ένα τέταρτο του σπόρου που έπεσε
στην γη καρποφορεί. Το μέρος αυτό της σποράς πέφτει στην γη την αγαθή, δηλ.
στις αγαθές και δεκτικές καρδιές, οι οποίες κρατούν και καλλιεργούν τον σπόρο
με υπομονή και αποδίδουν καρπό πολύ, γλυκύ κι ευλογημένο.
Οι Μαθητές μόλις άκουσαν την παραβολή αυτή, παρακάλεσαν τον
Κύριο να τους την εξηγήσει. Και ο Κύριος είπε: Ο σπόρος συμβολίζει το λόγο του
Θεού. Γιατί όμως ο Κύριος παρομοιάζει τον λόγο του με σπόρο; Διότι, όπως ο
σπόρος κρύβει μέσα του πολλές μυστικές δυνάμεις και μέσα στο χώμα φέρνει ζωή,
έτσι και ο λόγος του Θεού, όταν πέσει στις καρδιές των ανθρώπων, έχει τη δύναμη
να επιτελεί μέσα τους μία εσωτερική μεταμόρφωση και να τους μεταγγίζει ζωή. Ο
λόγος του Θεού είναι φορτισμένος με ζωή, με θεία χάρη. Είναι αγωγός θείας χάριτος.
Σε κάθε λόγο του Θεού υπάρχει χάρη αγιότητας, η οποία πέφτει σιγά-σιγά,
σταγόνα-σταγόνα, στην ψυχή τους. Δημιουργεί μέσα τους μια εσωτερική αλλαγή.
Αθόρυβη και αθέατη στην αρχή. Πολύ γρήγορα όμως αρχίζει και γίνεται φανερή.
Κάθε λόγος του Χριστού καθώς εισέρχεται στην ψυχή τους, χύνει άπλετο φως στο
σκοτάδι. Δημιουργεί μέσα τους νέα ζωή, νέα φρονήματα, νέοι πόθοι, νέα
ενδιαφέροντα. Αποκτά ανώτερη ποιότητα ο εσωτερικός τους κόσμος, και
σιγά-σιγά συντελείται ο αγιασμός τους.
Από την εξήγηση αυτή της παραβολής βλέπει κανείς τρεις
κατηγορίες ανθρώπων που δεν έχουν γόνιμο έδαφος στις ψυχές τους. Και οι τρεις
αυτές κατηγορίες ανθρώπων κυριαρχούν ιδιαίτερα σήμερα. Ενώ τόσο πλούσια
ακούγεται στις μέρες μας ο λόγος του Θεού, τόσα κηρύγματα, ομιλίες, βιβλία
και εκπομπές, πολλοί δεν έχουν διάθεση να τον ακούσουν ή αν τον ακούσουν δεν
τον εφαρμόζουν. Οι περισσότεροι αδιαφορούν, πνίγονται στα προβλήματα της
καθημερινότητας, έχουν άλλα ενδιαφέροντα, τι θα δείξει η τηλεόραση, τι θα
γράψουν οι εφημερίδες, τι θα αγοράσουν, πώς θα διασκεδάσουν κ.α. Και δυστυχώς
μεγαλώνουν πολλές γενιές στη χώρα μας ακατήχητες, αλειτούργητες, αδιάφορες.
Άλλοι πάλι Χριστιανοί επαναπαύονται σ’ έναν θρησκευτικό τουρισμό ή επίσκεψη σε
κάποιο προσκύνημα μια – δυο φορές το χρόνο. Αλλά δεν φθάνουν μόνον οι εκδρομές
στα ιερά Προσκυνήματα. Εάν η καρδιά μένει ακαλλιέργητη, θα χερσώσει, θα
πετρώσει, θα γεμίσει αγκάθια, δεν θα καρποφορήσει.
Η μελέτη του θείου λόγου δεν είναι πάρεργο, ούτε είναι μόνο
για τους θεολόγους και τους ιερείς. Είναι για όλους τους Χριστιανούς. Η
σπορά όμως του θείου λόγου είναι και θεμελιώδες έργο της Εκκλησίας
σύμφωνα με εντολή του ίδιου του Χριστού: «Μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθ.
28,19) ή αλλού: «Κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τη κτίσει» (Μαρκ.16,15). Έργο, σκοπός
και καθημερινός αγώνας της Εκκλησίας με τους Λειτουργούς της είναι
να φέρουν κοντά τους ανθρώπους, να σπείρουν στις καρδιές τους το σπόρο
του λόγου της πίστεως. Σπορά και καρποφορία συνδέονται μεταξύ τους, άλλος
ενεργεί τη σπορά και άλλοι πραγματοποιούν τη συγκομιδή των καρπών. Ο Θεός
σπείρει και οι άνθρωποι θερίζουν.
Ο κάθε πιστός, ακούοντας την ωραία αυτή παραβολή οφείλει να
κάνει αυτοκριτική, ενδοσκόπηση και να δει σε ποια κατηγορία κατατάσσει τον
εαυτό του. Μήπως είναι δρόμος που καταπατείται; Μήπως είναι γεμάτος αιχμηρές
και ακατέργαστες πέτρες; Μήπως είναι σπαρμένος με αγκάθια; Ή είναι τόπος
εύφορος, δροσερός και καλλιεργημένος; Ο καθένας ας προβεί λοιπόν σε αυτοκριτική
και να προσπαθήσει να καταστήσει την καρδιά του δεκτική στο λόγο του Θεού. Να
την μετατρέψει σε εύφορο έδαφος, σε γη αγαθή, ώστε ο λόγος του Θεού να ριζώσει
και να αποδώσει καρπό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου