Ε.Ι.Π.Α.Σ.
Μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Κοδράτου, τοῦ ἐν Μαγνησίᾳ. Ἦχος πλ.
β΄. Ἑωθινὸν Δ΄
ΜΙΚΡΑ
ΕΙΣΟΔΟΣ Εἰσοδικόν. Ἦχος β´. Ὑψοῦτε Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν καὶ προσκυνεῖτε τῷ ὑποποδίῳ
τῶν ποδῶν αὐτοῦ, ὅτι ἅγιός ἐστι. Σῶσον ἡμᾶς, Υἱὲ Θεοῦ, ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν ψάλλοντάς
σοι, Ἀλληλούϊα.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος πλ. β´.
Ἀγγελικαὶ Δυνάμεις ἐπὶ
τὸ μνήμά σου, καὶ οἱ φυλάσσοντες ἀπενεκρώθησαν, καὶ ἵστατο Μαρία ἐν τῷ τάφω,
ζητοῦσα τὸ ἄχραντόν σου σῶμα. Ἐσκύλευσας τὸν Ἅδην, μὴ πειρασθεὶς ὑπ' αὐτοῦ, ὑπήντησας
τῇ Παρθένῳ, δωρούμενος τὴν ζωήν, ὁ ἀναστὰς ἐκ των νεκρῶν, Κύριε δόξα σοί.
Ἀπολυτίκιον τῆς Ἑορτῆς. Ἦχος α'
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων
δωρούμενος καὶ τὸ σὸν φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.
Ἀπολυτίκιον τοῦ Ναοῦ
Κοντάκιον Ἦχος δ΄
Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ
ἑκουσίως, τῇ ἐπωνύμῳ σου καινῇ πολιτείᾳ τοὺς οἰκτιρμούς σου δώρησαι Χριστὲ ὁ
Θεός· εὔφρανον ἐν τῇ δυνάμει σου τοὺς πιστοὺς βασιλεῖς ἡμῶν, νίκας χορηγῶν αὐτοῖς
κατὰ τῶν πολεμίων· τὴν συμμαχίαν ἔχοιεν
τὴν σήν, ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον.
=====================================================
ΠΡΟΣ
ΓΑΛΑΤΑΣ Β´ 16 - 20
16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος
ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν,
ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται
ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 Εἰ δὲ ζητοῦντες
δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος;
μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ,
παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ
ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ
δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ
υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Β´
16 - 20
16 Επειδή όμως εγνωρίσαμεν καλά
ότι ο άνθρωπος δεν γίνεται δίκαιος, δεν αποκτά την δικαίωσιν ενώπιον του Θεού
από τας τυπικάς διατάξστου μωσαϊκού Νομου, αλλά μόνον δια της φωτισμένης
ενεργείας και ενεργού πίστεως στον Ιησούν Χριστόν, και ημείς επιστεύσαμεν στον
Χριστόν Ιησούν, δια να γίνωμεν δίκαιοι από την πίστιν και με την πίστιν στον
Χριστόν και όχι από τα έργα του μωσαϊκού Νομου. Διότι, όπως άλλωστε έχει γραφή
και εις την Παλαιάν Διαθήκην, “δεν θα δικαιωθή ποτέ κανείς από τα έργα του
Νομου”. 17 Εάν δε ημείς, αφήσαντες τον Νομον και
ζητούντες να επιτύχωμεν την δικαίωσίν μας δια της πίστεως και επικοινωνίας μας
με τον Ιησούν Χριστόν, ευρεθήκαμεν στο κεφαλαιώδες αυτό θέμα αμαρτωλοί, τότε
έρχεται στο στόμα το παράλογον ερώτημα· άρα γε ο Χριστός που μας εκάλεσεν εις
αυτόν τον δρόμον, μας ηπάτησε και είναι υπηρέτης αμαρτίας; Μη γένοιτο να
σκεφθώμεν ποτέ τέτοιαν βλασφημίαν. 18 Διότι, εάν
εκείνα τα οποία έχω καταργήσει ως άχρηστα, δηλαδή τα τυπικά έργα του μωσαϊκού
Νομου, αυτά πάλιν επαναφέρω εις την ισχύν και τα τηρώ, αποδεικνύω τον ευατόν
μου παραβάτην, διότι έτσι ομολογώ, ότι η προηγουμένη παραμέλησις των τυπικών
διατάξεων του Νομου ήτο αμαρτία. 19 Αυτό όμως δεν
είναι αληθινό, διότι εγώ δια του Νομου, τον οποίον κατήργησα και ο οποίος
καταδικάζει εις θάνατον κάθε παραβάτην, έχω πλέον αποθάνει δι' αυτόν, δια να
ζήσω πλέον εν τω Θεώ, χάρις εις την πίστιν μου προς τον Χριστόν. 20 Εγώ
έχω σταυρωθή μαζή με τον Χριστόν και δεν ζω πλέον εγώ, ο παλαιός φυσικός
άνθρωπος, αλλά ζη μέσα μου ο Χριστός. Αυτήν δε την ζωήν που ζω μέσα στο σώμα
μου τώρα, την ζω με την χάριν και την δύναμιν της πίστεως στον Υιόν του Θεού, ο
οποίος με έχει αγαπήσει και παρέδωκε τον ευατόν του εις σταυρικόν θάνατον, δια
την σωτηρίαν μου.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
ΚΑΤΑ
ΜΑΡΚΟΝ Η´ 34 - 38
34 Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν
τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω
ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς
γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ
ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί
γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ
τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς
γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ,
καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ
μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
ΜΕΤΑΦΡΣΗ
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Η´ 34 - 38
34 Και αφού επροσκάλεσε τον λαόν
μαζή με τους μαθητάς του, είπεν εις αυτούς· “όποιος θέλει να με ακολουθήση ως
πιστός μαθητής μου, ας απαρνηθή τον αμαρτωλόν εαυτόν του με τας αδυναμίας, και
τα πάθη του, ας πάρη την απόφασιν να υποστή προς χάριν μου ταλαιπωρίες και
αυτόν ακόμη τον σταυρικόν θάνατον, και ας με ακολουθήση στον δρόμον, που εγώ
εχάραξα. 35 Διότι όποιος θέλει να σώση την επίγειον ζωή
του, αυτός θα χάση την αιωνίαν και μακαρίαν ζωήν. Οποιος όμως αψηφήσει και
θυσιάσει την ζωήν του προς χάριν εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα σώση την
ζωήν του εις την αιωνίαν μακαριότητα. 36 Διότι τι θα
ωφελήση τον άνθρωπον, εάν κερδήση ολόκληρον τον υλικόν κόσμον και χάσει την
ψυχήν του; 37 Η, τι θα δώση άνθρωπος ως αντάλλαγμα, δια να
εξαγοράση την ψυχήν του από τον Αδην, αφού ούτε ο κόσμος όλος δεν ημπορεί να
αντισταθμίση την αξίαν της ψυχής; 38 Διότι εκείνος, ο
οποίος δια λόγους ανθρωπαρεσκείας και δειλίας θα εντραπή και θα αρνηθή εμέ και
τους λόγους μου εις την γενεάν αυτήν, την αποστατημένην και αμαρτωλήν, και ο
Υιός του ανθρώπου θα εντραπή αυτόν και θα τον αποκηρύξη, όταν ως κριτής των
ανθρώπων έλθη ολόλαμπρος με την δόξαν του Πατρός αυτού συνοδευόμενος από τους
αγίους αγγέλους”.
ΚΑΤΑ
ΜΑΡΚΟΝ Θ´ 1 - 1
1 Και έλεγεν εις αυτούς· “Σας
διαβεβαιώνω, ότι υπάρχουν μερικοί από αυτούς που ευρίσκονται εδώ, οι οποίοι δεν
θα γευθούν τον θάνατον, προτού ιδούν την βασιλείαν του Θεού, δηλαδή την
Εκκλησίαν, να εγκαθίσταται και να θεμελιώνεται εις την γην με δύναμιν κατά την
ημέραν της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος”.
Α’ ΟΜΙΛΙΑ
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. Τὸ δῶρο
τῆς ἐλευθερίας
Ἡ «Κυριακή
μετὰ τὴν Ὕψωσιν», ὅπως ὀνομάζεται ἡ σημερινὴ Κυριακή, ἐπαναφέρει στὴ σκέψη μας
τὰ ἱερὰ νοήματα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ,
τὴν ὁποία ἑορτάσαμε πρὶν ἀπὸ μία ἑβδομάδα. Στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἡμέρας ἀκούσαμε
τὸν Κύριο νὰ καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν»·
δηλαδή, ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἀρχίζει
τὴ φράση του ὁ Χριστός. Στὶς λέξεις αὐτὲς κρύβεται ἕνα μεγάλο δῶρο, ποὺ μᾶς ἔχει
χαρίσει ὁ Θεός, κι αὐτὸ εἶναι ἡ ἐλευθερία. Ἐνῶ ὡς παντοδύναμος κυβερνήτης τοῦ
κόσμου ἔχει τὸ δικαίωμα καὶ τὴν ἀπόλυτη ἐξουσία νὰ μᾶς κρατήσει μὲ τὴ βία κοντά
Του, ὡστόσο σέβεται τὴν ἐλευθερία μας. Ἀκόμη καὶ γιὰ νὰ μᾶς εὐεργετήσει, γιὰ νὰ
μᾶς ἐλεήσει καὶ νὰ μᾶς σώσει, ζητεῖ τὴ συγκατάθεσή μας.
Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος
Νύσσης ἐπισημαίνει ὅτι «τὸ αὐτοκρατές τε καὶ ἀδέσποτον ἴδιόν ἐστι τῆς θείας
μακαριότητος» (PG 46, 524). Δηλαδή, τὸ νὰ ἔχει κάποιος τὴ δυνατότητα νὰ
κατευθύνει ἐλεύθερα τὸν ἑαυτό του, χωρὶς νὰ τοῦ ὁρίζει κάποιος ἄλλος τί νὰ
κάνει, εἶναι χαρακτηριστικὸ ἰδίωμα τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι βασικὸ
συστατικὸ γνώρισμά μας λοιπὸν ἡ ἐλευθερία, τὸ αὐτεξούσιο. Τὸ νὰ ἐπιλέγουμε τὸ ἀγαθὸ
ἢ τὸ κακό· τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ τὴν ὑποχώρησή μας στὶς προκλήσεις τοῦ διαβόλου.
Μόνο μὲ προϋπόθεση τὴν ἐλεύθερη συγκατάθεσή μας μποροῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν
Κύριο. Μόνο τότε μποροῦμε νὰ θυσιάσουμε τὴ βούλησή μας καὶ νὰ ὑποταχθοῦμε στὴ
δική του θεία βουλή· χωρὶς φόβο καὶ πίεση, ἀλλὰ μὲ καρδιὰ πραγματικὰ ἐλεύθερη ἀπὸ
κάθε ἐπίγεια προοπτική.
2. Μὲ ἀπόφαση
θανάτου
«Ἐκεῖνος ποὺ
θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του κι ἂς εἶναι ἕτοιμος
νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του», συνεχίζει τὴ φράση του ὁ Κύριος. Δηλαδή, νὰ δεχθεῖ
γιὰ Ἐμένα ἀκόμη καὶ θάνατο σταυρικό: «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ». Μὲ τὶς λέξεις αὐτὲς
ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ ζοῦμε ὡς μελλοθάνατοι στὴν παρούσα ζωή. Διότι σταυρὸς
σημαίνει θάνατος, θυσία, προσφορὰ τῶν πάντων, ἀκόμη καὶ αὐτῆς τῆς ζωῆς μας γιὰ
τὸν Χριστό.
Ἀσφαλῶς, στὶς
περιοχὲς τοῦ κόσμου ὅπου διώκεται ὁ Χριστιανισμός, ἄρση σταυροῦ σημαίνει
σταθερότητα στὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μὲ ὁποιοδήποτε κόστος, ἀκόμη
καὶ μὲ θάνατο μαρτυρικό. Ἐκεῖ ὅμως ὅπου δὲν ὑπάρχει αἱματηρὸς διωγμὸς τοῦ
Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του, σηκώνουμε τὸν σταυρό μας οἱ πιστοί, ὅταν
προβαίνουμε σὲ θυσίες γιὰ τὸν Κύριο. Ὅταν, γιὰ παράδειγμα, θυσιάζουμε φιλίες ἐπιβλαβεῖς
γιὰ τὴν ψυχή μας, συνήθειες ἁμαρτωλές, ἐνάντιες στὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου· ὅταν
θυσιάζουμε τὸν χρόνο μας, τὴν ἄνεσή μας, τὶς ἀνθρώπινες ἐπιδιώξεις μας, προκειμένου
νὰ μείνουμε πιστοὶ στὸ δικό του θέλημα· ὅταν θυσιάζουμε τὸ δίκιο μας καὶ
φερόμαστε μὲ ἀγάπη καὶ ἀνεξικακία σ᾿ αὐτὸν ποὺ μᾶς ἔβλαψε· ὅταν θυσιάζουμε ὑλικὲς
ἀπολαβὲς ἢ ἐπαγγελματικὲς προοπτικὲς γιὰ νὰ φερθοῦμε νόμιμα, ἠθικά. Κάθε θυσία
γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι ἕνας σταυρὸς στὴν πλάτη μας, μικρὸς ἤ μεγάλος, μιὰ ἐπιβεβαίωση
ὅτι εἴμαστε δικοί του, ἀκόλουθοί του στὴν πορεία του πρὸς τὸν Γολγοθᾶ.
3. Ἡ αἰώνια
ἀξία τῆς ψυχῆς
Στὴ συνέχεια
τῆς περικοπῆς ὁ Κύριος τονίζει τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, συγκρίνοντάς τη
μὲ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά: «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ
ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» Δηλαδή, τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο, ἂν κερδίσει ὅλο τὸν
ὑλικὸ κόσμο καὶ στὸ τέλος χάσει τὴν ψυχή του; Ὁ Κύριος βάζει στὴ ζυγαριὰ ὅλο τὸν
ὑλικὸ κόσμο, μὲ τὰ πλούτη, τὶς τιμὲς καὶ τὶς ἀπολαύσεις του ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ καὶ
τὴν ἀθάνατη ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἄλλη. Συγκρίνει τὰ ἐγκόσμια μὲ τὰ ἐπουράνια, τὰ
πρόσκαιρα μὲ τὰ αἰώνια, τὰ ὑλικὰ μὲ τὰ πνευματικά.
Ὑπάρχει, ἀλήθεια,
σύγκριση; Ὑπάρχει μήπως σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο κάτι ἰσάξιο μὲ τὴν ἀθάνατη ψυχή;
Μπροστὰ στὴν ψυχή μας τί ἀξία ἔχουν τὰ ὑλικὰ ἀγαθά; Αὐτὸς ποὺ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν
ψυχή του, τελικὰ οὔτε τὰ ἐπίγεια ἀγαθά του μπορεῖ νὰ χαρεῖ. Ὅσα χρήματα κι ἂν ἔχει
στοὺς τραπεζικοὺς λογαριασμούς του, ὅσα κτήματα κι ἂν ἀποκτήσει, ὅσες προαγωγὲς
κι ἂν πάρει, παραμελώντας τὴν ψυχή του νιώθει ἄδειος, δυστυχισμένος, χωρὶς
νόημα στὴ ζωή, πνιγμένος στὴ γκρίνια, στὴν καχυποψία καὶ στὶς τύψεις τῆς συνειδήσεως.
Ἂς μὴν ἀδιαφοροῦμε
συνεπῶς γιὰ τὴν ψυχή μας. Γιὰ τὴν αἰώνια σωτηρία της ὁ Κύριος πρόσφερε τὸ ἀτίμητο
Αἷμα του κατὰ τὴ σταυρική του θυσία. Ὁ Τίμιος Σταυρὸς ἀναδεικνύει τὴν ἀνυπολόγιστη
ἀξία της. Ἡ ψυχή μας ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ κάθε τι τὸ ἐπίγειο καὶ ὑλικό. Ἔχει ἀξία
αἰώνια.
Β’
ΟΜΙΛΙΑ
«ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»
Πάντοτε, ἰδιαίτερα
ὅμως στόν καιρό μας, ἡ λατρεία τοῦ «Ἐγώ» ὑπῆρξε γιά πολλούς μιά μυστική, εἰδωλολατρική
αἴρεση. Ἀγαποῦμε, ἐκτιμοῦμε, σκεπτόμαστε συνεχῶς τόν ἑαυτό μας. Βλέπουμε,
κρίνουμε, ἀντιδροῦμε μέ μέτρο τόν ἑαυτό μας. Καί τίς σχέσεις μας μέ τό Θεό τίς
χρησιμοποιοῦμε πολλές φορές γιά ἐπενδύσεις καλῆς φήμης.
Κλινόμαστε
στό ὀχυρό του «ἐγώ» μας γιά νά εἴμαστε «ἀσφαλεῖς», καί γινόμαστε ἀπρόσιτοι, αἰχμάλωτοι
τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἀγαποῦμε τούς ἄλλους μόνον ἐν σχέσει μέ το δικό μας συμφέρον. Ἡ
ἰδιοτέλεια βρίσκεται στή ρίζα κάθε σχεδίου καί ἐνεργείας μας. Ἀκόμη καί
τό Εὐαγγέλιο τό περνοῦμε ἀπό τό φίλτρο τῶν δικῶν μας προτιμήσεων, κρατώντας ὅ,τι
μᾶς ἀρέσει καί ἀφήνοντας γιά τούς δῆθεν ὑπερβολικούς τά πιό δύσκολα
παραγγέλματα.
Ὁ Χριστός ὅμως
ἐξακολουθεῖ νά καλεῖ, ὅσους πραγματικά θέλουν νά τόν ἀκολουθήσουν, σέ μιά
πορεία ἐλευθερίας. Ἐλευθερίας ἀπό τήν πιό ἄδηλη καί συνεχῆ σκλαβιά. Τή δουλεία
τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἡ πρώτη κίνηση γιά τήν κατάκτηση τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας εἶναι
νά ἀρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας. Δέν πρόκειται γιά μιά αὐτοσυγκράτηση, μιά ἀποχή ἀπό
κάποια εὐχαρίστηση ἤ πολυτέλεια, μιά μικροασκητική. Αὐτό πού ζητεῖται εἶναι νά ἀρνηθοῦμε
τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας∙ νά γίνουμε ξένοι γι’ αὐτόν, νά ἔχουμε τή δύναμη νά λέμε
ὄχι στή φυσική του ἐπιθυμία γιά ἄνεση, γιά ἀθέμιτη ἡδονή, γιά πάθη πού μολύνουν
τήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια∙ νά ἀρνούμεθα τή συνεχῆ ἀπασχόλησή του μέ τά «δικά
του».
Ὁ Χριστός μᾶς
καλεῖ νά Τόν ἀκολουθήσουμε. Ποῦ, Κύριε; Μέσα στούς δρόμους τῶν ἀνθρώπων∙ ἀνάμεσα
στούς πονεμένους, τούς φτωχούς, τούς ἀρρώστους, τούς παρεξηγημένους, κοντά σ’ ὅλους
αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη παρηγοριᾶς, καθοδηγήσεως, θεραπείας. Ἀποστολή μου εἶναι
«νά φέρω στούς φτωχούς χαρμόσυνο ἄγγελμα, νά γιατρέψω ὅσους ἔχουν συντετριμμένη
καρδιά, νά κηρύξω στούς αἰχμαλώτους ἀπελευθέρωση, στούς τυφλούς ἀνάβλεψη, νά ἐλευθερώσω
ἐκείνους πού πιέζονται», λέει ὁ Χριστός. Ἡ πορεία μας νά εἶναι μιά συνεχής
διακονία ἐλπίδος, στοργῆς καί φροντίδας γιά τούς ἄλλους. Οἱ τρεῖς προστακτικές
τῆς διακηρύξεως τοῦ Χριστοῦ, ἀπαρνησάσθω, ἀράτω, ἀκολουθήτω, ἀλληλοσυνδέονται.
Ἡ μία φωτίζει καί προσδιορίζει τήν ἄλλη∙ κι ἔτσι, σάν μιά ἑνότητα πρέπει νά τίς
στοχαζόμαστε. Δέν γίνεται νά ἀπαρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας χωρίς συνεχῆ ἄρση τοῦ
σταυροῦ μας. Ὅλ’ αὐτά ἀλληλοπεριχωροῦνται, καθορίζουν τριαδικά μιά στάση ζωῆς,
γεμάτης ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐλευθερία, τὴν αἰωνιότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου