Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2019

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΤΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 20-1-2019

Α.Σ.Ε.Ι.Π.

Αποστ. Aνάγνωσμα: Β’ Κορ. δ΄ 6-15 

Αποτέλεσμα εικόνας για εικόνες των δέκα λεπρών


Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. Ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. Ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. Τὰ γὰρ πάντα δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, ο Θεός που είπε μέσα από το σκοτάδι να λάμψει φως, αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας και μας φώτισε να γνωρίσουμε τη δόξα του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αλλά εμείς που έχουμε αυτόν το θησαυρό είμαστε σαν τα πήλινα δοχεία· έτσι γίνεται φανερό πως η υπερβολική αξία του θησαυρού αυτού προέρχεται από το Θεό κι όχι από μας. Αν και μας πιέζουν από παντού, δε μας καταβάλλουν. Βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, αλλά δεν απελπιζόμαστε. Μας καταδιώκουν, ο Θεός όμως δε μας εγκαταλείπει. Μας ρίχνουν κάτω, μα δε χάνουμε τον αγώνα. Συνεχώς υποφέρουμε σωματικά μετέχοντας έτσι στο θάνατο του Κυρίου Ιησού, για να φανερωθεί στο πρόσωπό μας η ζωή του αναστημένου Ιησού. Δηλαδή είμαστε ζωντανοί, αλλά εκθέτουμε συνεχώς τον εαυτό μας στο θάνατο για χάρη του Ιησού, ώστε να φανερωθεί στο θνητό μας σώμα η ζωή του Ιησού. Έτσι, εμάς μας απειλεί συνεχώς ο θάνατος, ενώ εσείς κερδίζετε τη ζωή. Έχουμε, λοιπόν, την ίδια εμπιστοσύνη στο Θεό, που αναφέρει η Γραφή: Εμπιστεύτηκα τον εαυτό μου στο Θεό, γι’ αυτό και μίλησα. Κι εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο Θεό, γι’ αυτό και κηρύττουμε. Ξέρουμε ότι ο Θεός, που ανέστησε τον Κύριο Ιησού, θα αναστήσει και εμάς δια του Ιησού και θα μας παρουσιάσει μπροστά του μαζί σας. Όλα, λοιπόν, γίνονται για σας. Έτσι, όσο πιο πολλοί δεχτούν τη χάρη, τόσο πιο μεγάλη θα είναι η ευχαριστία και η δοξολογία προς το Θεό.
Σχολιασμός
Σήμερα η  Εκκλησία μας, γιορτάζει τη μνήμη του Οσίου Ευθυμίου του μεγάλου και το  αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας είναι παρμένο από τη Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου.
Ο θείος Απόστολος κοπίασε για την ίδρυση της Εκκλησίας της Κορίνθου, γι’ αυτό και με κάθε ευκαιρία ζητούσε να πληροφορηθεί για την πνευματική της πρόοδο. Όταν έμαθε ότι, μετά την επίσκεψή του ξέσπασαν διαμάχες μεταξύ των μελών της και αμφισβητήσεις του αποστολικού του κύρους, τους γράφει με ζωντανό, πηγαίο τόνο, προκειμένου να τους ειρηνεύσει. Και αυτά που γράφει δεν είναι ιδέες ενός ευσεβούς στοχασμού, αλλά η αποθησαυρισμένη εμπειρία του ανθρώπου που ακολουθεί το δρόμο του Θεού.
Το θείο φως – θησαυρός της ψυχής
Από το πρώτο στίχο της περικοπής ο θείος Παύλος κάνει αναφορά στο γεγονός της δημιουργίας του κόσμου, «και είπεν ο Θεός γεννήθητω φως» (Γεν. 1), για να δείξει ότι αυτή η (νέα) δημιουργία είναι μεγαλύτερη και αφορά το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος στη ψυχή του ανακαινισμένου ανθρώπου. Μια δημιουργική πράξη, η οποία σαφώς δεν γίνεται μια φορά και σταματά, αλλά συνεχίζει εσαεί να προσφέρεται το φως. Έτσι, «όπως στη αρχή της δημιουργίας το φως διέλυσε το σκοτάδι, κατ΄ αυτό τον τρόπο, με την έλευση του Χριστού στο κόσμο, διαλύθηκε το σκοτάδι από τις καρδιές των ανθρώπων κι έλαμψε το φως της γνώσεως της δόξας του Θεού».
Το θείο αυτό φως ο «θησαυρός» δεν είναι άλλο από την αποκάλυψη της παρουσίας της Αγίας Τριάδος που οδηγεί τον πιστό να γνωρίσει αληθινά τον Θεό. Είναι ο θησαυρός της πίστης μας, όπως τον κληρονομήσαμε την ημέρα της βάπτισης μας στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Αυτός ο πνευματικός θησαυρός φυλάσσεται μέσα στην ευάλωτη ανθρώπινη φύση μας «σαν σε πήλινα δοχεία» (στ.7). Και αυτό ακριβώς για να μην περηφανευτούμε ότι αυτό οφείλετε σε δικές μας ικανότητες, αλλά στη χάρη του Θεού.
Το παράδειγμα των αγίων και η εφαρμογή του στη ζωή μας
«Εν παντὶ θλιβόμενοι αλλ᾿ ου στενοχωρούμενοι, απορούμενοι αλλ᾿ ούκ εξαπορούμενοι» (στ. 8). Είμαστε άνθρωποι, θλιβόμαστε σχεδόν σε κάθε περίσταση της ζωής μας και όμως οι εξωτερικές αυτές δυσκολίες, δεν μας δημιουργούν αδιέξοδο και αγωνιώδη στενοχώρια, τονίζει ο απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στο αποστολικό έργο. Οι άγιοι της Εκκλησίας μας, πέρασαν τη ζωή τους μέσα σε πόνους και θλίψεις, αλλά είχαν βαθιά ριζωμένη στη ψυχή τους χαρά, που δίνει στον άνθρωπο η βαθειά πίστη. Όχι απλώς υπέμεναν αλλά χαιρόντουσαν μέσα από τα παθήματα τους. Κι εμείς σήμερα δεχόμαστε πιέσεις και μας φέρνουν σε αδιέξοδα πολλές φορές είτε οι φίλοι, είτε οι εχθροί, είτε το οικογενειακό ή και το επαγγελματικό μας περιβάλλον.
Αυτά (τις αποτυχίες και τις δυσκολίες) τα επιτρέπει ο Θεός για άσκηση και όχι για να το βάζουμε κάτω. Ποιος μπορεί να πει ότι χαίρετε μέσα από τα παθήματα του; ή τουλάχιστον ότι τα υπομένει αγόγγυστα; Αντίθετα σχεδόν όλοι θέλουμε να γευόμαστε διαρκώς μια ακόρεστη χαρά, επιδιώκουμε να αποφύγουμε οτιδήποτε πιθανόν θα μας στεναχωρήσει και αρνούμαστε ν’ αποφύγουμε ευθύνες. Αυτή η νοοτροπία, μας κάνει ν’ αντιμετωπίζουμε και την πίστη στο Χριστό με ανάλογο τρόπο. Θέλουμε ένα χριστιανισμό χωρίς δοκιμασίες, χωρίς υποχρεώσεις.
Τὶ κοινὸν Ευθύμιε σοὶ καὶ τω βίῳ;
Επισημαίνει ο ιερός υμνογράφος για τον σημερινό τιμώμενο άγιο: «Πάτερ Ευθύμιε, ο σος βίος ανυπέρβλητος, η πίστις όντως ορθόδοξος» (Πάτερ Ευθύμιε, η ζωή σου αξεπέραστη, η πίστη σου αληθινά ορθόδοξη). Ορθόδοξη πίστη λοιπόν, αγιασμένη στο έπακρο ζωή, ορθοδοξία και ορθοπραξία: αυτό είναι το μήνυμα, ο κανόνας ζωής για κάθε πιστό, ο οποίος αποφασίζει να λατρεύει τον Θεό κατά τρόπο τέλειο. Ποιες οι αρετές που άσκησε ο όσιος Ευθύμιος, υπερέβη τα πάθη και κέρδισε με τη χάρη του Θεού τη βασιλεία Του; Πρώτον πόθησε αυτή τη βασιλεία του Θεού, ντύθηκε έπειτα την ταπείνωση, ακολούθησε την εγκράτεια, και τέλος επιδίωξε τη δικαιοσύνη.
Όσοι λοιπόν σήμερα θέλουμε να ζήσουμε με πιστότητα και συνέπεια τη χριστιανική ζωή, καλούμαστε ν’ ακολουθήσουμε το παράδειγμα των αγίων μας. Οι θλίψεις δεν πρέπει να μας ρίχνουν κάτω, δεν πρέπει να χάνουμε τον αγώνα της ζωής. Στις δύσκολες στιγμές της ζωής μας δεν πρέπει να απελπιζόμαστε, ακόμη κι αν φτάσουμε σ’ αδιέξοδο. Ο Θεός ποτέ δεν μας εγκαταλείπει.  Ο δίκαιος που βαδίζει στο δρόμο του Θεού και προσδοκεί «ανάστασιν νεκρών» και τη μετοχή στη βασιλεία του Θεού δεν απελπίζεται μπροστά στο γεγονός του βιολογικού θανάτου, γιατί βιώνει την πραγματικότητα της νίκης κατά του θανάτου που ο Κύριος ετέλεσε διά της Αναστάσεώς του.
«Επίστευσα, διο ελάλησα» βροντοφώνησε ο προφήτης Δαυίδ στη Παλαιά Διαθήκη και ο απόστολος Παύλος συμπληρώνει, «και ημείς, πιστεύομεν, διο και λαλούμεν». Υπάρχει σύνδεση ανάμεσα σε Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Τους ίδιους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε εμείς τώρα, αντιμετώπισαν και όλοι οι παλαιοί. Με πίστη λοιπόν και ελπίδα να τα αντιμετωπίζουμε όλα, και να μη ζητούμε αμέσως απαλλαγή από τα κακά που μας βρίσκουν. Ο λόγος του Αποστόλου Παύλου σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, είναι πολύ δυνατός, είναι παντοδύναμος, είναι υπερφυσικός, είναι λόγος δημιουργικός, λόγος σωτηριώδης! «Τω λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν» (Ψ.33,6), λέγει ο ψαλμωδός. «Είπε και εγενήθησαν». Ο έχων ώτα λοιπόν ακούειν, ακουέτω.


====================================================================================


Κυριακή ΙΒ’ Λουκά (10 Λεπρών), Ευαγγ. Aνάγνωσμα: Λουκ. ιζ’
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσερχομένου τοῦ Ἰησοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.

Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο τον καιρό, καθώς έμπαινε ο Ιησούς σ’ ένα χωριό, τον συνάντησαν δέκα λεπροί∙ στάθηκαν λοιπόν από μακριά και του φώναζαν δυνατά: «Ιησού, αφέντη, ελέησέ μας!» Βλέποντάς τους εκείνος τους είπε: «Πηγαίνετε να σας εξετάσουν οι ιερείς». Και καθώς πήγαιναν, καθαρίστηκαν από τη λέπρα. Ένας απ’ αυτούς, όταν είδε ότι θεραπεύτηκε, γύρισε δοξάζοντας με δυνατή φωνή το Θεό, έπεσε με το πρόσωπο στα πόδια του Ιησού και τον ευχαριστούσε. Κι αυτός ήταν Σαμαρείτης. Τότε ο Ιησούς είπε: «Δε θεραπεύτηκαν και οι δέκα; Οι άλλοι εννιά πού είναι; Κανένα τους δε βρέθηκε να γυρίσει να δοξάσει το Θεό παρά μόνο τούτος εδώ ο αλλοεθνής;» Και σ’ αυτόν είπε: «Σήκω και πήγαινε στο καλό∙ η πίστη σου σε έσωσε».

Σχολιασμός
Το σημερινό θαύμα του Κυρίου, διασώζεται στο δέκατο έβδομο κεφάλαιο του Ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος ως ιατρός, ήταν ο μόνος που τη διατήρησε στη μνήμη του και φρόντισε να τη διασώσει. Είναι από τα τελευταία θαύματα που έκανε ο Χριστός και το οποίο πραγματοποιήθηκε κατά την διάρκεια της ανάβασης του προς τα Ιεροσόλυμα προ του Πάθους, όπου είχε περάσει από την Σαμάρεια και τη Γαλιλαία.
Οι λεπροί, ήταν άνθρωποι που η τραγική ασθένεια, τούς καθιστούσε ακάθαρτους και μιαρούς, γι’ αυτό και δοκίμαζαν την αποστροφή των συνανθρώπων τους, βιώνοντας την απόλυτη μοναξιά και απομόνωση. Ένας λεπρός, μπορούσε να μεταδώσει την ασθένεια σε ένα ολόκληρο χωριό. Εκείνο τον καιρό, κανένα φάρμακο δεν υπήρχε γι’ αυτήν την ασθένεια. Σήμερα, με την ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης, η ασθένεια αυτή δεν θεωρείται πλέον θανατηφόρα, αλλά με τη χορήγηση του κατάλληλου φαρμάκου θεραπεύεται πλήρως. Όταν λοιπόν κάποιος παρουσίαζε σημάδια της φοβερής αυτής αρρώστιας, οι άνθρωποι από το φόβο μη κολλήσουν, έδιωχναν τον λεπρό από το χωριό.
Το μέτρο αυτό, το συναντάμε στην Παλαιά Διαθήκη «Πάσας τας ημέρας όσας αν η επ’ αυτού η αφή, ακάθαρτος ών ακάθαρτός έσται˙ κεχωρισμένος καθήσεται, έξω της παρεμβολής έσται αυτού η διατριβή» (Λευ. ιγ΄ 46). Δηλαδή, όσο καιρό διαρκεί η αρρώστια του, θα θεωρείται ακάθαρτος και θα ζει μακριά από τους άλλους. Η κατοικία του θα είναι έξω από το χώρο διαμονής των υπολοίπων. Υπήρχαν βέβαια και οι προκαταλήψεις που θεωρούσαν τους λεπρούς, αμαρτωλούς. Η λέπρα δηλαδή εκλαμβανόταν ως θεία τιμωρία ένεκα των αμαρτιών των ανθρώπων. Αυτές τις αντιλήψεις όμως ο Χριστός τις ανέτρεψε. Η ασθένεια δεν είναι η τιμωρία του θεού για τις αμαρτίες μας. Απλά ο Κύριος επιτρέπει κάποιες δοκιμασίες, όπως η ασθένεια, για το πνευματικό μας όφελος.
Τους δέκα λοιπόν αυτούς ανθρώπους, τους ένωσε μεταξύ τους η κοινή τους συμφορά, από την οποία όλοι υπέφεραν. Γι’ αυτό έβαλαν στη συντροφιά τους και τον Σαμαρείτη, επειδή ήταν συμμέτοχος αυτής της δυστυχίας. Οι Ιουδαίοι απέφευγαν τους Σαμαρείτες. Είχαν έχθρα μεταξύ τους. Ωστόσο ο κοινός πόνος εδώ τους ένωσε. Γνώρισαν όλοι την απομόνωση από τους υπόλοιπους συνανθρώπους τους, θεωρούσαν και οι ίδιοι τους εαυτούς τους ακάθαρτους, γι’ αυτό ακόμη και μετά από πληροφορίες που είχαν για τον Χριστό και πίστευαν, ότι αυτός είχε τη δύναμη να τους θεραπεύσει, εντούτοις δεν τόλμησαν να τον πλησιάσουν. Παρά μόνο στάθηκαν μακριά και στη καθορισμένη από το νόμο απόσταση και του φώναζαν: «Ιησού επιστάτα ελέησον ημάς». Τον αποκαλούν επιστάτη, δηλαδή Κύριο και Διδάσκαλο. Τον πιστεύουν, άρα έτσι ελπίζουν στη δύναμη του. Δεν του ζητούν άμεσα να τους θεραπεύσει, αλλά φωνάζουν το «ελέησον ημάς». Αναθέτουν εξ’ ολοκλήρου τον εαυτό τους στο Χριστό.
Εδώ υπάρχει ένα ωραίο παράδειγμα προς μίμηση. Χαρακτηριστικό στη ζωή και λατρεία της Εκκλησίας μας, είναι η μονολόγιστη ευχή «Κύριε ελέησον» που ακούμε συνέχεια, την οποία μάλιστα αναφωνούμε αυθόρμητα καθημερινά. Ενώ επίσης σε ένα από τα προκείμενα του Εσπερινού ψάλλουμε, «Το έλεος σου Κύριε καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου». Όταν οι άνθρωποι βρισκόμαστε, σε τέτοιες οδυνηρές καταστάσεις αρρώστιας και πόνου, πολύ δύσκολα επιμένουμε να στηριζόμαστε στον εαυτό μας, για τον βλέπουμε να καταρρέει και να διαλύεται. Ο Χριστός βρίσκεται πάντα απέναντι μας και έτοιμος να μας βοηθήσει. Αρκεί, με βεβαιότητα, να πιστέψουμε, ότι η οποιαδήποτε δοκιμασία μας θα λυθεί απ’ αυτόν κατά το συμφέρον μας.
Ο Χριστός ακούγοντας αυτή τους τη φωνή, που έβγαινε από τα βάθη της ψυχής τους, τους χαρίζει αυτό που του ζητούσαν. Δεν το κάνει όμως αμέσως, με ένα του λόγο ή μια χειρονομία όπως έκανε με άλλα του θαύματα. Σέβεται το μωσαϊκό νόμο, γι’ αυτό τους στέλνει για να δείξουν τους εαυτούς τους στους ιερείς, επειδή οι ιερείς ήταν αυτοί που αποφαίνονταν για το αν ένας λεπρός θεραπεύθηκε και έπαυσε πλέον να είναι νομικά ακάθαρτος, για να μπορέσει στη συνέχεια να κυκλοφορήσει και πάλι ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους. Και αυτοί χωρίς να προβάλουν οποιαδήποτε αντίρρηση, έχοντας εμπιστοσύνη σ’ αυτό που τους είχε πει ο Χριστός, ξεκινούν να πάνε στους ιερείς. Πολύ σύντομα η πίστη τους βραβεύετε. «Εγένετο εν τω υπάγειν αυτούς, εκαθαρίσθησαν» Ενώ δηλαδή, είχαν ήδη διανύσει μεγάλη απόσταση κατευθυνόμενοι προς τους ιερείς, διαπιστώνουν ότι καθαρίσθηκαν όλοι από τη λέπρα.
Και ενώ είναι φυσικό όταν κανείς παίρνει ένα δώρο, να αισθάνεται την ανάγκη να ευχαριστήσει, εντούτοις οι εννέα αδιαφόρησαν, θεώρησαν συμπτωματική τη θεραπεία τους και συνέχισαν το δρόμο τους για να πάρουν την πιστοποίηση ώστε να ενταχθούν ξανά στο κοινωνικό σύνολο. Μόνο ο ένας, ο αλλοεθνής, ο Σαμαρείτης, που για τους Ιουδαίους εθεωρείτο σχισματικός κατά τις αντιλήψεις τους, άνθρωπος χωρίς ελπίδα σωτηρίας. Αυτός μόνο πίστεψε τον Χριστό ως Σωτήρα και Λυτρωτή, γι αυτό επέστρεψε να ευχαριστήσει τον ευεργέτη του. Πέφτει στα πόδια του, και δοξολογεί το θεό από τα βάθη της ψυχής του. Η πράξη του αυτή, αποτελεί αναγνώριση και ευχαριστία προς αυτόν που τον έκανε καλά.
Παράλληλα όμως, του χαρίζει και μια άλλη θεραπεία, αυτή της ψυχής. Αυτή έρχεται με τα λόγια που του λέει ο Χριστό: «Σήκω και πήγαινε στο καλό η πίστη σου σε έσωσε». Με την υπόδειξη αυτή του Χριστού ο άνθρωπος αυτός φεύγει από εκεί έχοντας κερδίσει την ψυχοσωματική του σωτηρία, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους εννέα λεπρούς που κέρδισαν μόνο τη θεραπεία του σώματος τους. Όταν ο Χριστός τον ρωτά «μα δεν καθαρίστηκαν και οι δέκα; οι άλλοι εννέα που είναι;» «ουχ ευρέθησαν υποστρέψαντες δούναι δόξαν τω Θεώ ει μη ο αλλογενής ούτος;». Δεν παραπονιέται για την απουσία των εννέα. Υπογραμμίζει ότι η αχαριστία είναι «πάρα φύσιν» και οδηγεί τον άνθρωπο στη αυτοκαταστροφή. Η αχαριστία παραμερίζει τον Θεό και προβάλλει το θεοποιημένο «εγώ» του ανθρώπου.
Μετά το χαρμόσυνο κοσμοσωτήριο γεγονός της θείας οικονομίας που πριν λίγες μέρες γιορτάσαμε, η σημερινή ευαγγελική περικοπή της δωδεκάτης Κυριακής του Λουκά, έρχεται να μας απευθύνει μια έμμεση, αλλά φανερή ερώτηση, για να μας προβληματίσει, ούτως ώστε να κάνουμε την αυτοκριτική μας. Με ποιο τρόπο στεκόμαστε απέναντι στη σωτηρία που ο Χριστός μας δώρισε; Και τι είναι εκείνο που μας απομακρύνει από το Θεό και μας κάνει αχάριστους απέναντι του και απέναντι στους συνανθρώπους μας;
Είναι η πνευματική μας αναισθησία βεβαίως, η οποία προέρχεται από τη απιστία μας και έχει ως αποτέλεσμα τη γέννηση μιας άλλης λέπρας της ψυχής, της αχαριστίας. Γράφει χαρακτηριστικά ο Απόστολος Παύλος στον επίσκοπο Τιμόθεο: «Εν εσχάταις ημέραις…έσονται οι άνθρωποι αχάριστοι» (Β΄ Τιμ. γ’ 1-2) Ο αχάριστος άνθρωπος είναι δυστυχισμένος. Πρώτο, γιατί στερεί από τον εαυτό του τη χαρά που δημιουργείται, όταν κάνεις ένα επιβεβλημένο καθήκον και δεύτερο, είναι δύσκολο να τύχεις της ίδιας μεταχείρισης όταν ξαναβρεθείς σε δύσκολη θέση.
Το αντίθετο της αχαριστίας; Η ευγνωμοσύνη. Η ευγνωμοσύνη η οποία ξεκινά με μια απλή λέξη «ευχαριστώ», την οποία πρέπει να την νοιώθουμε με όλη μας την καρδιά. Επιστημονικά, δεν έχει αποδειχθεί αν η ευγνωμοσύνη είναι έμφυτο συναίσθημα ή αν καλλιεργείται. Κάποιοι λένε ότι είναι θέμα περιβάλλοντος, ανατροφής, προσωπικής καλλιέργειας και εξάσκησης. Και πάλι η γραφίδα του Αποστόλου μας διδάσκει «Ευχαριστείτε, πάντοτε υπέρ πάντων, εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τω Θεώ και Πατρί» (Εφεσ. ε΄ 20). Πολλά πράγματα τα θεωρούμε αυτονόητα μέσα στη ζωή, χωρίς να αισθανόμαστε την ανάγκη να ευχαριστήσουμε κανένα για τις καθημερινές δωρεές.
Ας αφιερώσουμε κατά πρώτον μια ώρα της Κυριακής στον εκκλησιασμό, να δοξάσουμε το Θεό, ευχαριστώντας τον για όλα, και για τα ευχάριστα και για τα δυσάρεστα που συμβαίνουν στη ζωή μας. Μέσα στη Θεία Λειτουργία φτάνουμε κάθε φορά να ευχαριστούμε τον Θεό και να αγαπάμε τους άλλους ανθρώπους. Εδώ βρίσκουμε την σωτηρία μας που είναι η υπέρβαση του εαυτού μας. Έτσι δεν μένουμε μόνο στη σωτηρία του σώματος όπως οι εννέα λεπροί. Προχωράμε στην αποδοχή της σωτηρίας που είναι ο Χριστός.
Έπειτα ας αποδίδουμε τιμή και ευγνωμοσύνη σ’ όσους πρόσφεραν στη κοινωνία μας σε δύσκολες στιγμές, σ’ αυτούς που καταδαπανήθηκαν να μας αναστήσουν και να μας αναδείξουν, και στους πνευματικούς μας πατέρες και δάσκαλους που αγωνίστηκαν να διαμορφώσουν το χαρακτήρα μας. Η ευγνωμοσύνη είναι χρέος, που βέβαια ποτέ δεν είναι δυνατόν να το εξοφλήσουμε εξ ολοκλήρου.
Ας μην παραλείπουμε όμως τίποτε από αυτά που μπορούμε να πράξουμε. Ιδιαιτέρως σήμερα, με την κρίση, που μαστίζει τη ζωή μας, πρέπει να γίνει εντονότερη, πρέπει να είναι στάση ζωής. Αμήν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου