Ε.Ι.Π.
Τὸ Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'
Εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ
Θεὸς ἡμῶν, ὁ
πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ
ἅγιον, καὶ δι' αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι.
Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος, ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε, καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ πανάγιον Πνεῦμα.
Ἀντὶ δὲ τοῦ Τρισαγίου Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε, Ἀλληλούϊα.(γ΄)
Κυριακή της
Πεντηκοστής, Αποστ. Ανάγνωσμα: Πράξεις των Αποστόλων β’ 1-11
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν
τῆς Πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ ἐγένετο
ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν
οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός͵
καὶ ἐκάθισεν ἐφ΄ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν͵ καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες πνεύματος ἁγίου͵ καὶ
ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ πνεῦμα ἐδίδου ἀποφθέγγεσθαι αὐτοῖς.
῏Ησαν δὲ ἐν Ἰερουσαλὴμ κατοικοῦντες Ἰουδαῖοι͵ ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους
τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθεν τὸ πλῆθος καὶ
συνεχύθη͵ ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. Ἐξίσταντο δὲ
καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους͵ Οὐχ ἰδοὺ ἅπαντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες
Γαλιλαῖοι; καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ
ἐγεννήθημεν; Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμῖται͵ καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν
Μεσοποταμίαν͵ Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν͵ Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν͵ Φρυγίαν τε καὶ
Παμφυλίαν͵ Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην͵ καὶ οἱ
ἐπιδημοῦντες Ῥωμαῖοι͵ Ἰουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι͵ Κρῆτες καὶ Ἄραβες͵ ἀκούομεν
λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Όταν έφτασε η ημέρα της
Πεντηκοστής, ήταν όλοι μαζί συγκεντρωμένοι με ομοψυχία στο ίδιο μέρος. Ξαφνικά
ήρθε από τον ουρανό μια βουή σαν να φυσούσε δυνατός άνεμος, και γέμισε όλο το
σπίτι όπου έμεναν. Τότε τους παρουσιάστηκαν γλώσσες σαν φλόγες φωτιάς, που
μοιράστηκαν και κάθισαν από μία στον καθένα απ΄ αυτούς. Όλοι τότε πλημμύρισαν
από Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την
ικανότητα που τους έδινε το Άγιο Πνεύμα. Στην Ιερουσαλήμ βρίσκονταν τότε
ευσεβείς Ιουδαίοι από όλα τα μέρη του κόσμου. Όταν ακούστηκε αυτή η βουή,
συγκεντρώθηκε πλήθος απ΄ αυτούς και ήταν κατάπληκτοι, γιατί ο καθένας τους
άκουγε τους αποστόλους να μιλάνε στη δική του γλώσσα. Έμεναν όλοι εκστατικοί
και με απορία έλεγαν μεταξύ τους: «Μα αυτοί όλοι που μιλάνε δεν είναι
Γαλιλαίοι; Πώς, λοιπόν, εμείς τους ακούμε να μιλάνε στη δική μας μητρική
γλώσσα; Πάρθοι, Μήδοι και Ελαμίτες, κάτοικοι της Μεσοποταμίας, της Ιουδαίας και
της Καππαδοκίας, του Πόντου και της Ασίας, της Φρυγίας και της Παμφυλίας, της
Αιγύπτου, και από τα μέρη της λιβυκής Κυρήνης, Ρωμαίοι που είναι εγκατεστημένοι
εδώ, Κρητικοί και Άραβες, όλοι εμείς, είτε ιουδαϊκής καταγωγής είτε προσήλυτοι,
τους ακούμε να μιλούν στις γλώσσες μας για τα θαυμαστά έργα του Θεού».
Σχολιασμός
Πενήντα μέρες μετά τη Ανάσταση
και δέκα ημέρες μετά την Ανάληψη, εκπληρώνεται η υπόσχεση του Κυρίου προς τους
μαθητές του για την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, του «άλλου Παράκλητου». «Ιδού
εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του Πατρός μου εφ΄ υμάς΄ υμείς δε καθίσατε εν τη
πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ΄ ύψους» (Λουκ.24,49). Έτσι την
ημέρα αυτή της Πεντηκοστής τιμούμε την Αγία Τριάδα, ενώ την επόμενη ημέρα
τιμούμε ξεχωριστά το Άγιο Πνεύμα. Χαρακτηριστικό είναι ένα τροπάριο που
ψάλλεται στη αρχή του Όρθρου της σημερινής ημέρας «Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν
εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και
προθεσμία…»
Στην Παλαιά Διαθήκη, η
Πεντηκοστή ήταν η δεύτερη από τις τρεις μεγάλες ετήσιες γιορτές του λαού
Ισραήλ, που γιορταζόταν πενήντα μέρες μετά το Ιουδαϊκό Πάσχα. Ονομαζόταν και
γιορτή των εβδομάδων, επειδή γιορταζόταν εφτά εβδομάδες μετά την πρώτη μέρα των
Αζύμων. Επρόκειτο για μια αγροτική γιορτή που συνδέθηκε αργότερα με τα γεγονότα
του Σινά και την ανάμνηση της παράδοσης του Νόμου από το Θεό στους Ισραηλίτες
δια του Μωϋσή. Σήμερα πραγματοποιείται η μεγάλη υπόσχεση της Καινής Διαθήκης,
που είναι ο ερχομός του Αγίου Πνεύματος. Η Παλαιά Διαθήκη ήταν η υπόσχεση για
τον ερχομό του Μεσσία στον κόσμο.
Ο Παράκλητος αποκάλυψε στους
μαθητές του Χριστού ολόκληρη την αλήθεια για το πρόσωπό του. Δυο βασικές
λεπτομέρειες στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα είναι ότι: «Όταν έφθασε η ημέρα
της Πεντηκοστής, ήταν όλοι μαζί (οι μαθητές) συγκεντρωμένοι με ομοψυχία στο
ίδιο μέρος» καθώς επίσης ότι εκείνη την ημέρα, «στην Ιερουσαλήμ βρίσκονταν
ευσεβείς Ιουδαίοι από όλα τα μέρη του κόσμου». Αυτό καταδεικνύει ότι ήταν
ένα παγκόσμιο και ιστορικό γεγονός, ένα γιορτινό κάλεσμα – μια προσκυνηματική
γιορτή θα λέγαμε σήμερα, για Ιουδαίους προσήλυτους οποιασδήποτε καταγωγής στην
οικουμένη.
Σε αυτήν την γιορτινή
ατμόσφαιρα ο Τριαδικός Θεός γέμισε το σπίτι που ήταν συναθροισμένοι οι μαθητές
με μια «βίαιη πνοή» και πάνω στους μαθητές διαμοιράσθηκαν «πύρινες γλώσσες»,
γλώσσες που έμοιαζαν με φωτιά. Το σημείο που σαγήνευσε το πολυεθνικό
παρευρισκόμενο πλήθος ήταν ότι «ο καθένας τους άκουγε τους Αποστόλους να μιλάνε
στη δική του γλώσσα», οδηγώντας τους με απορία στο συμπέρασμα: «όλοι εμείς,
είτε ιουδαϊκής καταγωγής είτε προσήλυτοι, τους ακούμε να μιλούν στις γλώσσες
μας για τα θαυμαστά έργα του Θεού». Φυσικά δεν θα έλειψαν και αυτοί που
χλεύαζαν και θα έλεγαν: «Αυτοί πρέπει να’ ναι πολύ μεθυσμένοι».
Σε αυτό το πανηγυρικό μεθύσι,
το γεγονός των «γλωσσών» αποτελεί και σημείο μια άλλης νέας πραγματικότητας,
της επιστροφής στην ενότητα της ανθρωπότητας, που είχε ολοκληρωτικά διασπαστεί
με τη σύγχυση των γλωσσών.
Κατά την αφήγηση στο βιβλίο της
Γενέσεως, ο Πύργος της Βαβέλ ήταν ένα ψηλό κτίριο, προφανώς ένα πολιτικό κέντρο
στη Μεσοποταμία, που κτιζόταν με σκοπό την αύξηση της φήμης και της εξουσίας
του λαού των κατασκευαστών του, και στόχο να φθάσει «μέχρι τον ουρανό». Όμως
λόγω της βλασφημίας αυτής, ο Θεός σύγχυσε τις γλώσσες των κατασκευαστών, με
αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η ολοκλήρωση, του και αυτοί να διασπαρούν σε όλο
τον τότε γνωστό κόσμο. Η κάθοδος του Πνεύματος την Πεντηκοστή αντιστρέφει το
αποτέλεσμα του πύργου της Βαβέλ. Στην Πεντηκοστή η πολλαπλότητα των γλωσσών δεν
καταργήθηκε αλλά έπαψε να είναι η αιτία του χωρισμού όπως προηγουμένως. Ο
καθένας μιλούσε στη δική του γλώσσα, αλλά με τη δύναμη του Πνεύματος ο καθένας
μπορούσε να καταλάβει τους άλλους.
Ο λαός του Θεού πανηγυρίζει
σήμερα «το “μέγα και σεβάσμιον” μυστήριο», γιατί πράγματι το εορταζόμενο
γεγονός, η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους αποστόλους του Χριστού, αποτελεί
το τέλος και το επιστέγασμα όλου του έργου της σωτηρίας. Όλο το έργο του
Χριστού, η έλευση, η διδασκαλία, τα θαύματα, το Πάθος, η Σταύρωση, η Ανάσταση,
η Ανάληψη, απέβλεπαν σ᾿ αυτό: στην έλευση του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο, στη
νέα δημιουργία. Όλα αυτά στάθηκαν εφαλτήριο, σημαντικά στάδια της προετοιμασίας
των Μαθητών για να καταστούν Απόστολοι της Εκκλησίας.
Η Εκκλησία γιορτάζει κατά την
Πεντηκοστή τη γέννηση της εν τω κόσμω. Τιμά την γενέθλιο ημέρα της για τον
κόσμο, αλλά και αυτό το μυστήριο της ιδίας της ζωής της, απ’ το οποίο πηγάζουν
οι υπερφυσικές ενέργειες όλων των μυστηρίων στη Ορθόδοξη Εκκλησία που
ζωογονούν, τροφοδοτούν και αγιάζουν το σώμα της. Ο ιερός υμνογράφος δανείζεται
φράσεις, από το λόγο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και λέγει: «Πεντηκοστήν
εορτάζομεν και πνεύματος επιδημίαν και προθεσμίαν επαγγελίας και ελπίδος
συμπλήρωσιν. Και το μυστήριον όσον ως μέγα τε και σεβάσμιον διο βοώμεν Σοι
δημιουργέ του παντός Κύριε δόξα Σοι» (Στιχηρό Εσπερινού Πεντηκοστής). «… τούτο
το Πνεύμα συνδημιουργεί μεν Υιώ, και την κτίση και την ανάστασιν…» (Αγίου
Γρηγορίου, Λόγος μα’ εις την Πεντηκοστή, PG 36.436). Ασύλληπτα στον ανθρώπινο
νου τα τριαδολογικά και κυρίως πνευματικά νοήματα των λειτουργικών ύμνων.
Στο εξαίσιο εσπερινό (της
γονυκλισίας) που ακολουθεί τη Θεία Λειτουργία, ας κλίνωμε τα γόνατά μας και με
πίστη να προσκυνήσουμε την αήττητη δυναμή, να δοξολογήσουμε την Αγία Τριάδα,
και να την παρακαλέσουμε να φωτίζει και ν’ αγιάζει τις ψυχές μας. Και στη στάση
αυτή της ταπεινώσεως, της κλίσεως των γονάτων και του αυχένος, να αξιωθούμε να
υποδεχθούμε την χάρη του Παρακλήτου, συνψάλλωντας. «Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε,
το Πνεύμα της αληθείας ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών ο θησαυρός των
αγαθών και ζωής χορηγός’ ελθέ και σκήνωσον εν ημίν και καθάρισον ημάς από πάσης
κηλίδος και σώσον αγαθέ τας ψυχάς ημών». Αμήν.
***********************************************
Κυριακή της
Πεντηκοστής, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ιω. ζ’ 37-52, η’ 12
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς
Ἑορτῆς εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔκραξεν λέγων͵ Ἐάν τις διψᾷ ἐρχέσθω πρός με καὶ
πινέτω. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ͵ καθὼς εἶπεν ἡ γραφή͵ ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ
ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. Τοῦτο δὲ εἶπεν περὶ τοῦ πνεύματος ὃ ἔμελλον λαμβάνειν
οἱ πιστεύσαντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν πνεῦμα͵ ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη. Ἐκ
τοῦ ὄχλου οὖν ἀκούσαντες τῶν λόγων τούτων ἔλεγον͵ Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ
προφήτης·ἄλλοι ἔλεγον͵ Οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· οἱ δὲ ἔλεγον͵ Μὴ γὰρ ἐκ τῆς
Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται;οὐχ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυίδ͵ καὶ
ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης ὅπου ἦν Δαυίδ͵ ὁ Χριστὸς ἔρχεται; σχίσμα οὖν ἐγένετο ἐν
τῷ ὄχλῳ δι΄ αὐτόν. Τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν͵ ἀλλ΄ οὐδεὶς ἐπέβαλεν
ἐπ΄ αὐτὸν τὰς χεῖρας. ῏Ηλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ
Φαρισαίους͵ καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι͵ Διὰ τί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν;ἀπεκρίθησαν οἱ
ὑπηρέται͵ Οὐδέποτε ἐλάλησεν οὕτως ἄνθρωπος. Ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ
Φαρισαῖοι͵ Μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε; μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν
ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλὰ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπάρατοί εἰσιν.
Λέγει Νικόδημος πρὸς αὐτούς͵ ὁ ἐλθὼν πρὸς αὐτὸν τὸ πρότερον͵ εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν΄Μὴ
ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον ἐὰν μὴ ἀκούσῃ πρῶτον παρ΄ αὐτοῦ καὶ γνῷ τί
ποιεῖ; ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ͵ Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον καὶ
ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγείρεται. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ἐλάλησεν ὁ
Ἰησοῦς λέγων͵ Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν
τῇ σκοτίᾳ͵ ἀλλ΄ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
Νεοελληνική Απόδοση
Την τελευταία μέρα της γιορτής,
την πιο λαμπρή, στάθηκε ο Ιησούς μπροστά στο πλήθος και φώναξε: «Όποιος διψάει,
να ‘ρθει σ’ εμένα και να πιει. Μέσα από εκείνον που πιστεύει σ’ εμένα, καθώς
λέει η Γραφή, ποτάμια ζωντανό νερό θα τρέξουν». Αυτό το είπε ο Ιησούς εννοώντας
το Πνεύμα που θα έπαιρναν όσοι θα πίστευαν σ’ αυτόν. Γιατί τότε ακόμα δεν είχαν
το Άγιο Πνεύμα, επειδή ο Ιησούς δεν είχε ακόμα δοξαστεί με την ανάσταση. Πολλοί
άνθρωποι από το πλήθος, που άκουσαν αυτά τα λόγια, έλεγαν: «Αυτός είναι
πραγματικά ο προφήτης που περιμένουμε». Άλλοι έλεγαν: «Αυτός είναι ο Μεσσίας».
Ενώ άλλοι έλεγαν: «Ο Μεσσίας θα ΄ρθει από τη Γαλιλαία; Η Γραφή δεν είπε πως ο
Μεσσίας θα προέρχεται από τους απογόνους του Δαβίδ και θα γεννηθεί στη Βηθλεέμ,
χωριό καταγωγής του Δαβίδ»; Το πλήθος λοιπόν διχάστηκε εξαιτίας του. Μερικοί
απ’ αυτούς ήθελαν να τον πιάσουν, κανείς όμως δεν άπλωσε χέρι πάνω του.
Γύρισαν, λοιπόν, πίσω οι φρουροί στους αρχιερείς και στους Φαρισαίους, κι αυτοί
τους ρώτησαν: «Γιατί δεν τον φέρατε;» Οι φρουροί απάντησαν: «Ποτέ δε μίλησε
άνθρωπος όπως αυτός». Τους ξαναρώτησαν τότε οι Φαρισαίοι: «Μήπως παρασυρθήκατε
κι εσείς; Πίστεψε σ’ αυτόν κανένα μέλος του συνεδρίου ή κανείς από τους
Φαρισαίους; Πιστεύει μόνο αυτός ο όχλος, που δεν ξέρουν το νόμο του Μωϋσή και
γι’ αυτό είναι καταραμένοι». Τότε ο Νικόδημος, που ήταν ένας απ’ αυτούς,
εκείνος που είχε πάει στον Ιησού νύχτα λίγο καιρό πριν, τους ρώτησε: «Μήπως
μπορούμε σύμφωνα με το νόμο μας να καταδικάσουμε έναν άνθρωπο, αν πρώτα δεν τον
ακούσουμε και δε μάθουμε τι έκανε»; Και αυτοί του είπαν: «Μήπως κατάγεσαι κι
εσύ από τη Γαλιλαία; Μελέτησε τις Γραφές και θα δεις πως κανένας προφήτης δεν
είναι να ‘ρθει από τη Γαλιλαία». Και έφυγαν καθένας για το σπίτι του. Τότε ο
Ιησούς τους μίλησε πάλι και τους είπε: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου∙ εκείνος
που με ακολουθεί δε θα πλανιέται μέσα στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως που
φέρνει στη ζωή».
Σχολιασμός
Μια από τις μεγαλύτερες
Ιουδαϊκές εορτές ήταν η εορτή της Σκηνοπηγίας. Με την εορτή αυτή οι Ιουδαίοι
δόξαζαν το Θεό για τη θαυμαστή διάσωσή τους με τη θαυματουργική ανάβλυση νερού
από την πέτρα με τη ράβδο του Μωϋσή. Μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο Κύριος
κατά την ομιλία Του, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή αποκάλυψε τη μεγάλη
αλήθεια ότι το θαύμα της ανάβλυσης του νερού από την πέτρα στην έρημο για να
ξεδιψάσει ο λαός, δεν προερχόταν από τη φύση της πέτρας, ούτε από τη δύναμη του
Μωϋσή, αλλά ήταν ενέργεια του Άσαρκου Λόγου. Ο Κύριος την τελευταία ημέρα αυτής
της εορτής, βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα και αναφερόμενος στο θαυματουργικό αυτό
γεγονός, έκραξε λέγοντας : «εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω. Ο
πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν
ύδατος ζώντος». Όπως το σώμα νιώθει δίψα και ζητά νερό για να ξεδιψάσει, έτσι
και η ψυχή νιώθει την πνευματική δίψα και ο Κύριος στη σημερινή ευαγγελική
περικοπή μας καλεί να πάμε κοντά του για να ικανοποιήσουμε τη δίψα αυτή. Όποιος
αισθάνεται πόθο και δίψα πνευματική, ας έρχεται σε μένα και ας πίνει. Μέσα από
εκείνον που θα πιστέψει σ’ εμένα, λέει ο Κύριος, θα τρέξουν ποτάμια ζωντανό
νερό. Το νερό εδώ που αναφέρει ο Ιησούς Χριστός είναι το Άγιο Πνεύμα, το οποίο
μετά την Πεντηκοστή θα έπαιρναν όχι μόνο οι Απόστολοι αλλά και όλοι όσοι θα
πίστευαν σ’ Αυτόν.
Παρόλο που ο Ευαγγελιστής
Ιωάννης δεν αναφέρεται ιστορικά στο γεγονός της Πεντηκοστής εν τούτοις με τις
σχετικές αναφορές του στο Άγιο Βάπτισμα και στα λόγια του Ιησού Χριστού «λάβετε
Πνεύμα Άγιον» (Ιω. 20,22) αντικαθιστά την ιστορικότητα της διηγήσεως της
Πεντηκοστής από τους άλλους Ευαγγελιστές και έτσι έχουμε θεολογία της
Πεντηκοστής και όχι ιστορική αναφορά.
Το νερό είναι ένα από τα πρώτα
σύμβολα που χρησιμοποιεί η Αγία Γραφή. Το νερό συμβολίζει τη ζωογόνο δύναμη, με
την οποία ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, «η δε γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος,
και σκότος επάνω της αβύσσου, και πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος» (Γεν.
1,2). Ο «ποταμός» που μετατρέπει τη γη σε ολάνθιστο περιβόλι είναι το
σύμβολο του Αγίου Πνεύματος που ζωογονεί τον κόσμο και τους ανθρώπους. Έξω από
τον παράδεισο, η γη είναι έρημη, άγονη και άνυδρη. Επίσης έχουμε το γεγονός του
Κατακλυσμού που δεν είχε χαραχτήρα καταστροφικό απέναντι στον άνθρωπο και στη
δημιουργία Του, αλλά απέναντι στην αμαρτία. Έχουμε την παρουσία της
περιστεράς που έρχεται να επιβεβαιώσει την καταλλαγή μεταξύ Θεού και ανθρώπου
και με όλη τη δημιουργία. Όλα αυτά τα γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης αποτελούν
προτυπώσεις της Καινής Διαθήκης και του Βαπτίσματος, αφού η κιβωτός συμβολίζει
την Εκκλησία. Μπορούσε ο Θεός να σώσει το Νώε και την οικογένειά του χωρίς να του
πει να κατασκευάσει την κιβωτό αλλά εδώ βλέπουμε την υπακοή και την πίστη του
Νώε στην εντολή του Θεού. «Πίστει χρηματισθείς Νώε περί των μηδέπω βλεπόμενων,
ευλαβηθείς κατεσκεύασε κιβωτόν εις σωτηρίαν του οίκου αυτού, δι’ ης κατέκρινε
τον κόσμον, και της κατά πίστιν δικαιοσύνης εγένετο κληρονόμος (Εβρ. 11,7).
Ο συμβολισμός του νερού βρίσκει
την απόλυτη έκφρασή του στο άγιο Βάπτισμα. Ο βαπτιστής Ιωάννης βάπτιζε
τους ανθρώπους στα νερά του Ιορδάνη, οδηγώντας τους με τον τρόπο αυτό σε
μετάνοια: «εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν» (Ματθ. 3,11). Το άγιο
Βάπτισμα πραγματοποιεί τον καθαρισμό όχι του σώματος αλλά της ψυχής, της όλης
ψυχοσωματικής υπάρξεως του ανθρώπου. Αναγεννάται ο άνθρωπος μέσα από το
Βάπτισμα. «Εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις
την βασιλείαν του Θεού» (Ιω. 3, 6-7). Εάν κανείς δε γεννηθεί από το νερό κι από
το Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού. Όχι μόνο με νερό και όχι
μόνο με Πνεύμα αλλά και με τα δύο μαζί. Ο ιερός Αυγουστίνος όπως και άλλοι
πατέρες της Εκκλησίας ονομάζουν το βάπτισμα «μυστήριον αναγέννησης». Η
«αναγέννηση» λοιπόν γίνεται με το νερό και το Άγιο Πνεύμα. Ο Μ. Αθανάσιος
αναφέρει πως ο βαπτιζόμενος «τον μεν παλαιόν (άνθρωπον) απεκδύεται,
ανακαινίζεται δε άνωθεν, γεννηθείς τη του Πνεύματος χάριτι» (Προς Θεραπ. Επιστ.
Δ’, 13). Στην Ακολουθία του βαπτίσματος ακούμε «Υπέρ του αγιασθήναι το ύδωρ
τούτο, τη επιφοιτήσει και δυνάμει και ενεργεία του Αγίου Πνεύματος…», ή ακόμα,
«Ο λύτρωσιν αμαρτιών, δια του Αγίου Βαπτίσματος τω δούλω σου δωρησάμενος,
και ζωήν αναγεννήσεως αυτώ χαρισάμενος», και «Ο δια της κολυμβήθρας την
ουράνιον έλλαμψιν τοις βαπτιζομένοις παρέχων ο αναγεννήσας τον δούλον σου τον
νεοφώτιστον δ’ ύδατος και πνεύματος».
Ένα άλλο πολύ σημαντικό γεγονός
που δίνει συμβολική έννοια στο «ύδωρ το ζων», παραπέμποντας και πάλι στο Άγιο
Πνεύμα είναι ο διάλογος του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτιδα γυναίκα, όταν ο
Κύριος της είπε: «πας ο πίνων εκ του ύδατος τούτου διψήσει πάλιν∙ ος δ’ αν πίη
εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αυτώ, ου μη διψήση εις τον αιώνα, αλλά το ύδωρ ο δώσω
αυτώ, γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον». Η πηγή του
«ζώντος ύδατος» θα δοθεί στους ανθρώπους κατά την Πεντηκοστή και είναι το Άγιο
Πνεύμα. Έχουμε μεταφορά και πάλι από το υλικό νερό στο «ύδωρ το ζων», αλλά η
Σαμαρείτιδα δεν μπορεί να κατανοήσει τη διαφορά και τη βαθύτητα των λόγων του
Κυρίου, γι’ αυτό συνεχίζει εξηγώντας της ότι δεν εννοεί τη σωματική δίψα αλλά
την πνευματική δίψα, η οποία θα ικανοποιηθεί μόνο με το «ύδωρ το ζων», το οποίο
επρόκειτο να λάβει η ανθρωπότητα κατά την Πεντηκοστή. Εδώ μπορούμε να
αναφέρουμε και την προφητεία του προφήτη Ιωήλ η οποία εκπληρώνεται κατά τη μέρα
της Πεντηκοστής: «εκχέω από του Πνεύματος μου επί πάσαν σάρκα»( Ιωήλ, 3,1). Θα
δοθεί το Άγιο Πνεύμα σε όλους τους ανθρώπους κατά την ημέρα της Πεντηκοστής.
Άλλα δύο σημεία που βλέπουμε
την αγιαστική ενέργεια του νερού, με εντολή του Κυρίου, είναι στο θαύμα της
θεραπείας του Παραλύτου και της θεραπείας του Τυφλού. Έχουμε την κολυμβήθρα της
Βηθεσδά της οποίας τα νερά θεράπευαν κάθε αρρώστια στον πρώτο που θα προλάβαινε
να μπει μέσα στην κολυμβήθρα μετά που ο άγγελος τάραζε τα νερά, αλλά ο Κύριος
ήρθε για να αλλάξει αυτό το γεγονός και να θεραπεύονται όλοι οι άνθρωποι, όχι
μόνο ο πρώτος αλλά και ο τελευταίος. Επίσης στη θεραπεία του Τυφλού έχουμε τη
δημιουργία πηλού από τον Κύριο και κατόπιν του είπε να ξεπλύνει τα μάτια του
στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ και αμέσως θεραπεύτηκε. «Έπτυσε χαμαί και εποιήσεν
πηλόν εκ του πτύσματος και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού
«απήλθεν ουν και ενίψατο, και ήλθε βλέπων». (Ιω. 9,6-7). Με εντολή του Ιησού
Χριστού το νερό και πάλι έχει θεραπευτική δράση.
Μετά από όλες τις αναφορές στο
νερό, στον κατακλυσμό, στο Βάπτισμα δεν μπορούσε να μην υπάρχει αναφορά και
στην εσχατολογία. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Και έδειξέ
μοι ποταμόν ύδατος ζωής λαμπρόν ως κρύσταλλον, εκπορευόμενον εκ του θρόνου του
Θεού και του αρνίου. Εν μέσω της πλατείας αυτής και του ποταμού εντεύθεν και
εκείθεν ξύλον ζωής, ποιούν καπρούς δώδεκα, κατά μήνα έκαστον αποδιδούν τον
καρπόν αυτού, και τα φύλλα του ξύλου εις θεραπείαν των εθνών. Και παν κατάθεμα
ουκ έσται έτι∙ και ο θρόνος του Θεού και του αρνίου εν αυτή έσται, και οι
δούλοι αυτού λατρεύσουσιν αυτώ και όψονται το πρόσωπον αυτού, και το όνομα
αυτού επί των μετώπων αυτών. Και νυξ ουκ έσται έτι, και ου χρεία λύχνου και
φωτός ηλίου, ότι Κύριος ο Θεός φωτιεί αυτούς, και βασιλεύσουσιν εις τους αιώνας
των αιώνων» (Αποκάλυψις Ιωάννου, 22, 1-5). Από την αρχή της δημιουργίας όπως
αναφέραμε έχουμε έντονη την παρουσία του νερού και είναι συνδεδεμένο με την
παρουσία του Αγίου Πνεύματος όμως έχουμε και αργότερα το στοιχείο του νερού με
το Βάπτισμα του Ιησού Χριστού, και τη δική μας βάπτιση.
Άραγε η δική μας συμπεριφορά
σήμερα έναντι της οικολογίας άφησε το Άγιο Πνεύμα να επιφέρεται πάνω από τη
δημιουργία; Η συμπεριφορά μας είναι η κατάλληλη για να μην καταστρέφεται το
δημιούργημα του Θεού; Οι κλιματολογικές αλλαγές στις οποίες ο άνθρωπος φέρει
μερίδιο ευθύνης, οι ανομβρίες και η καταστροφή του περιβάλλοντος, η μόλυνση,
πρέπει να προβληματίσουν τον κάθε ένα από εμάς. Που είναι η παρουσία του Αγίου
Πνεύματος σήμερα στο νερό και γενικά στη δημιουργία αφού μολύνουμε συνεχώς το
περιβάλλον; Η Εκκλησία επιμένει αλλά η συμπεριφορά του σύγχρονου ανθρώπου κάνει
ακριβώς το αντίθετο. ‘Έχουμε παρέμβαση από τον άνθρωπο στο δημιούργημα του Θεού
και αυτή η παρέμβαση φέρει κατακλυσμό προβλημάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου