A.S.E.I.P.
Πρωτότυπο Κείμενο
Κυριακή Γ’ Επιστολών, Αποστ. Ανάγνωσμα: Ρωμ. ε’ 1-10
(28-06-2020)
Ἀδελφοί, δικαιωθέντες ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν
Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ
πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ᾿ ἐλπίδι τῆς δόξης
τοῦ Θεοῦ. Οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ
θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ
ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ
Πνεύματος Ἁγίου τοῦ
δοθέντος ἡμῖν. Ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ
καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε. Μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ
τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. Συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς
ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. Πολλῷ οὖν
μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι᾿ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς.
Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ
μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, αφού ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις
μας μ’ αυτόν αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Αυτός μας οδήγησε με την πίστη στο χώρο αυτής της χάρης του Θεού, στην οποία
είμαστε στερεωμένοι, και καυχόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στη δόξα
του Θεού. Μα δε σταματά εκεί η καύχησή μας· καυχόμαστε ακόμα και στις
δοκιμασίες, γιατί ξέρουμε καλά πως οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η
υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι
η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την
οποία το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε, γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας.
Γιατί ο Χριστός, παρ’ όλο που ήμασταν ακόμη ανίκανοι να κάνουμε το καλό, πέθανε
για μας, τους ασεβείς ανθρώπους, στον προκαθορισμένο καιρό. Δύσκολα θα ‘δινε
κανείς τη ζωή του ακόμα και για ένα δίκαιο άνθρωπο. Ίσως αποφάσιζε κανείς να
πεθάνει για κάποιον καλό άνθρωπο. Ο Θεός όμως ξεπερνώντας αυτά τα όρια έδειξε
την αγάπη του για μας, γιατί ενώ εμείς ζούσαμε ακόμα στην αμαρτία, ο Χριστός
έδωσε τη ζωή του για μας. Τώρα, λοιπόν, αφού ο Θεός μας απάλλαξε από την
καταδίκη, με τη μεσολάβηση του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο
ο ίδιος θα μας σώσει κι από τη μέλλουσα οργή. Παρ’ ότι ήμασταν εχθροί με το
Θεό, μας συμφιλίωσε μαζί του ο σταυρικός θάνατος του Υιού του· πολύ περισσότερο
τώρα που συμφιλιωθήκαμε, η ζωή του θα μας χαρίσει τη σωτηρία.
Σχολιασμός
Στη σημερινή αποστολική περικοπή ο απόστολος Παύλος μας διαβεβαιώνει
ότι ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε σ’ Αυτόν και οι σχέσεις μας
αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Ιησού Χριστού. Αυτός λοιπόν μας οδήγησε,
αλλά μέσα από την πίστη μας, στο χώρο της χάρης του Θεού και πρέπει να μην
ξεχνάμε να χαιρόμαστε και για τις δοκιμασίες που μπορεί να αντιμετωπίζουμε
γιατί μέσα από αυτές οδηγούμαστε στην ελπίδα, στη σωτηρία. Μας τονίζει ότι ο
Ιησούς Χριστός έδωσε τη ζωή Του για εμάς για τη δική μας σωτηρία, για τους
ασεβείς ανθρώπους όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο απόστολος Παύλος. Τονίζει
επίσης ότι κάποιος δύσκολα θα αποφάσιζε να πεθάνει για ένα δίκαιο άνθρωπο, πόσο
μάλλον για κάποιους αμαρτωλούς όπως εμείς οι άνθρωποι. Ο Θεός ξεπέρασε τα όρια
και έδειξε με τον τρόπο αυτό την αγάπη Του για μας, μας απάλλαξε από την καταδίκη
με τη μεσολάβηση της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού, η θυσία αυτή όπως πολύ
ωραία μας λέει ο απόστολος Παύλος μας συμφιλίωσε με το Θεό αλλά με μια μεγάλη
θυσία, του Υιού Του.
Πολύ σημαντικό, θεολογικά και εκκλησιολογικά, το θέμα στο
οποίο αναφέρεται ο απόστολος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα που δεν
είναι άλλο από το θέμα της καταλλαγής, της καταλλαγής του ανθρώπου με το Θεό.
Καταλλαγή σημαίνει συμφιλίωση. Η συμφιλίωση ή καταλλαγή είναι το όλο σχέδιο της
οικονομίας του Θεού που δεν αρχίζει μόνο με την ενσάρκωση του Υιού και Λόγου
του Θεού και τη θυσία Του, όπως μας λέει ο απόστολος Παύλος στη σημερινή
αποστολική περικοπή, αλλά αρχίζει από την αρχή, με τη δημιουργία του κόσμου.
Η καταλλαγή είναι ένα ζητούμενο από τον ίδιο το Θεό, ο
οποίος κάνει το πρώτο βήμα προς τον άνθρωπο. Βλέπουμε από το Θεό τη διάθεση να
συγχωρεί συνεχώς το ανθρώπινο γένος, και μάλιστα αποστέλλει το διάκονο της
καταλλαγής, το Άγιο Πνεύμα, είτε σε μορφή περιστεράς ή και αργότερα με την
παρουσία του Υιού Του, για να καταφέρει αυτή τη συμφιλίωση.
Το ζήτημα της καταλλαγής του ανθρώπου με το Θεό απασχόλησε
ερμηνευτικά και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ο ερμηνευτής Θεοδώρητος γράφει
ότι με το Θεό υπήρξαμε «εκπεπολεμώμενοι», δηλαδή ήμασταν σε κατάσταση πολέμου.
Ο Θεός ποτέ δεν έτρεφε και δεν τρέφει εχθρικά συναισθήματα για τον άνθρωπο έστω
και αν είναι αμαρτωλός. Αγαπά αμαρτωλούς και δικαίους και δεν παύει να
ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο.
Πώς όμως καταλήγουμε να είμαστε εχθροί του Θεού πριν την
καταλλαγή; Ο τρόπος της ζωής μας και το ότι ακολουθούμε τις αμαρτωλές επιθυμίες
μας, η αμαρτία, είναι αυτή που μας καθιστά εχθρούς του Θεού. « Και υμάς ποτε
όντας απηλλοτριωμένους και εχθρούς τη διανοία εν τοις έργοις τοις πονηροίς».
(Κολ. 1,21). Εννοείται ότι ο Θεός δεν εχθρεύεται τον αμαρτωλό αλλά την αμαρτία,
τα «πονηρά έργα», όχι τον άνθρωπο που αμαρτάνει. Με την αμαρτία διώξαμε το Θεό
από τη ζωή μας, η αμαρτία δε μας άφηνε να υψωθούμε πνευματικά.
Πως όμως άλλαξαν τα πράγματα και βρισκόμαστε συμφιλιωμένοι
με το Θεό είναι ένα ερώτημα που σίγουρα θα δημιουργηθεί. Ο Σταυρωμένος και
Αναστημένος Χριστός παραδόθηκε εκουσίως στο θάνατο ακριβώς για να επιτελεστεί ο
σκοπός του Θεού που δεν ήταν άλλος από την συμφιλίωσή μας μαζί Του. Με το
θάνατό Του ο Ιησούς Χριστός νίκησε την αμαρτία και χάρισε σ’ εμάς την άφεση των
αμαρτιών άρα και την καταλλαγή μας με το Θεό. Ο Ιησούς Χριστός με την παρουσία
Του νίκησε την αμαρτία άρα και το λόγο για τον οποίο υπήρχε «έχθρα» μεταξύ
ανθρώπων και Θεού.
Αυτός που έφερε την καταλλαγή στους ανθρώπους είναι ο Ιησούς
Χριστός, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής «υπέρ όλης
της ανθρωπότητας έπαθεν, και πάσιν εξ ίσου την ελπίδα της αναστάσεως
εχαρίσατο». Με το πάθος και τη θυσία Του χάρισε σε όλους εμάς την ελπίδα της
αναστάσεως και την καταλλαγή μας με το Θεό. Παρόλη την αμαρτία που είχαμε στη
ζωή μας ο Χριστός έδωσε τον εαυτό Του θυσία για μάς και μας συμφιλίωσε με το
Θεό Πατέρα. Θυσίασε τον Υιό του ο Θεός και αυτό είναι μεγάλη δωρεά για μας.
Αν σκεφτούμε τη θυσία που έκανε για μας ο Θεός, να αφήσει
τον Υιό Του να θυσιαστεί για χάρη μας, για να υπάρξει συμφιλίωση μεταξύ εκείνου
και εμάς, θα δούμε ότι η αγάπη του Θεού για μας είναι απροϋπόθετη. Αγάπη χωρίς
όρους, χωρίς προϋποθέσεις. Εμείς σήμερα, για να συμφιλιωθούμε μ’ ένα γείτονά
μας, με το σύζυγο ή τη σύζυγό μας, θέτουμε όρους. Εδώ ο Θεός θυσιάζει τον ίδιο
τον Υιό Του για να θεραπεύσει το ανθρώπινο γένος.
Για να φανερώσει τη σημασία που έχει η καταλλαγή με τον
πλησίον μας ο Κύριος τονίζει: «Εάν ουν προσφέρης το δώρον σου επί το
θυσιαστηρίον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το
δώρον σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ
σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρον σου επί το θυσιαστήριον» (Ματθ.5,
23-24). Ο Θεός δε λογαριάζει την τιμή που του προσφέρεται μπροστά στην
αγάπη για τον πλησίον μας. Ας διακοπεί, λέει, η λατρεία μου για να υπάρξει
συμφιλίωση με τον αδελφό σου. Είναι δηλαδή ισοδύναμη η λατρεία προς το Θεό, με
τη συμφιλίωση προς τον αδελφό μας και εμείς το θεωρούμε ακατόρθωτο, γιατί η
αμαρτία που υπάρχει στη ζωή μας, που ήταν και η αιτία που μας καθιστούσε
εχθρούς του Θεού, δεν μας αφήνει να δούμε πόσο σημαντική είναι η καταλλαγή με
το συνάνθρωπό μας και κατ’ επέκταση με το Θεό.
Κυριακή Γ’ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Μτθ. στ’ 22-33
(28-06-2020)
Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐὰν
οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός
σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος
ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα
μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει.
Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ
ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ
πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; Ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ
οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ
πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; Τίς δὲ ἐξ
ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; Καὶ περὶ
ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ
οὐδὲ νήθει· λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς
ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον
βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; Μὴ οὖν
μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἢ τί πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα; Πάντα γὰρ ταῦτα
τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων.
Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα
πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος, «Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν
λοιπόν τα μάτια σου είναι γερά, όλο το σώμα σου θα είναι στο φως. Αν όμως τα
μάτια σου είναι χαλασμένα, όλο το σώμα σου θα είναι στο σκοτάδι. Κι αν το φως
που έχεις, μεταβληθεί σε σκοτάδι, σκέψου πόσο θα ‘ναι το σκοτάδι!» «Κανείς δεν
μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους· γιατί ή θα μισήσει τον ένα και θα
αγαπήσει τον άλλο, ή θα στηριχτεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν
μπορείτε να είστε δούλοι και στο Θεό και στο χρήμα». «Γι’ αυτό, λοιπόν, σας
λέω: Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα
σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα
δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο; Κοιτάξτε τα πουλιά που δε σπέρνουν ούτε θερίζουν
ούτε συνάζουν αγαθά σε αποθήκες, κι όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει·
εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο απ’ αυτά; Κι έπειτα, ποιος από σας μπορεί με
το άγχος του να προσθέσει έναν πήχυ στο ανάστημά του; Και γιατί τόσο άγχος για
το ντύσιμό σας; Ας σας διδάξουν τα αγριόκρινα πως μεγαλώνουν: δεν κοπιάζουν
ούτε γνέθουν· κι όμως σας βεβαιώνω πως ούτε ο Σολομών σ’ όλη του τη
μεγαλοπρέπεια δεν ντυνόταν όπως ένα από αυτά. Αν όμως ο Θεός ντύνει έτσι το
αγριόχορτο, που σήμερα υπάρχει κι αύριο θα το ρίξουν στη φωτιά, δε θα φροντίσει
πολύ περισσότερο για σας, ολιγόπιστοι; Μην έχετε, λοιπόν, άγχος και μην
αρχίσετε να λέτε: «τι θα φάμε;» ή: «τι θα πιούμε;» ή: «τι θα ντυθούμε;» γιατί
για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δεν εμπιστεύονται το Θεό· ο ουράνιος όμως Πατέρας σας
ξέρει καλά ότι έχετε ανάγκη απ’ όλα αυτά. Γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα να επιζητείτε
τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός του, κι όλα αυτά θα
ακολουθήσουν.
Σχολιασμός
Το σημερινό ανάγνωσμα της τρίτης κατά σειρά Κυριακής της
περιόδου των Κυριακών που ξεκινά από την εορτή των Αγίων Πάντων μέχρι και τα
μέσα Σεπτεμβρίου, κατά την οποία διαβάζονται ευαγγελικές περικοπές από
τον ευαγγελιστή Ματθαίο, αποτελεί ένα απόσπασμα από την επί του όρους ομιλία
του Κυρίου, η οποία από μόνη της είναι ένα εγχειρίδιο χριστιανικής ηθικής, αφού
στα θέματα τα οποία διαπραγματεύεται, δίνει τις πνευματικές συντεταγμένες στη
ζωή του ανθρώπου και τους σωστούς δρόμους που οδηγούν στην ένωσή του με το Θεό.
Στο απόσπασμα αυτό ο Ιησούς Χριστός κάνει ιδιαίτερη αναφορά
στον νου, ως το σημείο όπου ο άνθρωπος παίρνει τις αποφάσεις του, αξιολογώντας
δεδομένα, ιεραρχώντας επιθυμίες και σταθμίζοντας δυνατότητες. Μάλιστα μιλά γι΄
αυτόν χωρίς να τον κατονομάζει. Αναφέρεται μόνο για φως και σκότος μέσα στον
άνθρωπο. Αυτό δεν το κάνει θεωρητικά η με φιλοσοφική διάθεση, αλλά τελείως
πρακτικά, κάνοντας λόγο στις θυρίδες της ψυχής και του νου, τα μάτια, καθώς
αυτά είναι που συλλέγουν τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις, αυτά εισάγουν την
όποια εικόνα εντυπωσιαζόμενα από τη δύναμή της κι αυτά κατευθυνόμενα
σημασιοδοτούν τις όποιες αναζητήσεις του ανθρώπου από τον κόσμο γύρω του.
Όταν το μάτι του ανθρώπου λέει είναι φωτεινό, τότε και όλο
το σώμα θα καταστεί φωτεινό. Ενώ αντίθετα, η πονηριά που μπορεί να έχει το μάτι
που προσκολλάται στα αμαρτωλά πράγματα, θα επιφέρει το πνευματικό σκότος σε όλο
το είναι του ανθρώπου. Εάν επομένως, ο νους µας σκοτισθεί από την προσκόλληση
στην ύλη, σε πόσο σκοτάδι θα βυθισθεί ή ψυχή µας;
Στη συνέχεια μιλά για τη μέριμνα που επιδεικνύει ο άνθρωπος
στην καθημερινότητά του που πολλές φορές του προκαλεί ένα μεγάλο άγχος.
Μη φροντίζετε, μας συμβουλεύει ο Κύριος, με αγωνία και στεναχώρια για τη ζωή
σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε και τι θα φορέσετε. Οι πολλές μέριμνες και οι
ανήσυχες φροντίδες τυραννούν τον άνθρωπο, ο οποίος αγωνιά συνεχώς και δείχνουν
την ολιγοπιστία μας και έλλειψη εμπιστοσύνης στη στοργική αγάπη του Θεού. Η
επιβίωση και η ευτυχία στη ζωή δεν μπορούν να έρθουν μέσα από το άγχος, τη
μέριμνα, τον φόβο, αλλά μέσα από την εμπιστοσύνη στο Θεό και το θέλημά
Του. Η εμπιστοσύνη στο Θεό δε σημαίνει αδιαφορία μας για τα βιοτικά. Το
«μη μεριμνάτε» του Χριστού δε σημαίνει «μη εργάζεσθε». Ο Κύριος δε συνηγορεί σε
μια παθητικότητα απέναντι στη ζωή ούτε περιφρονεί τη σοβαρή και επίπονη εργασία
για συντήρηση αλλά και για μελλοντική ασφάλεια.
Ζούμε σε μία εποχή μέριμνας, αγωνίας και φόβου.
Προσανατολίσαμε τη ζωή μας στην τροφή, τα αγαθά, το φαίνεσθαι και αγνοήσαμε
παντελώς τις προτεραιότητες της ψυχής και του σώματος, όπως οι πνευματικές
συντεταγμένες της πίστης μάς υποδεικνύουν. Υποκαταστήσαμε την πρόνοια του Θεού
με τα υλικά αγαθά και την όψη μας, με αποτέλεσμα οι εξουσίες του κόσμου τούτου
(το χρήμα) να μας έχουν κυριεύσει. Και η αγωνία μας έγκειται πλέον στην
επιβίωση και την αυτάρκειά μας και όχι στην κοινωνία με τον Θεό και τον
πλησίον.
Είναι ο νόμος του Θεού, το θέλημά Του, η βασιλεία Του. Αυτό
που ζητάμε στην Κυριακή προσευχή: «..ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά
σου ως εν ουρανώ και επί της γης..». Η θεία Πρόνοια και η αγάπη του Πατέρα δεν
θα υστερήσει τίποτε από τον άνθρωπο, που βρίσκεται σε κοινωνία μαζί Του κι
αφήνει με πίστη τη ζωή στα χέρια Του. Εκείνος γνωρίζει καλύτερα τις ανάγκες μας
και θα χαρίσει τα απαραίτητα αγαθά. Θα μας χαρίσει και την ουράνια Βασιλεία
Του. Αρκεί εμείς να τηρούμε το θέλημά Του και να ζητάμε τη σωτηρία της ψυχής
μας, να ζητάμε να γίνεται το θέλημα του Θεού. Τότε θα απελευθερωθούμε από την
προσκόλληση στα υλικά αγαθά και θα είμαστε σε κοινωνία με τον Θεό της αγάπης
και σε κοινωνία με τον πλησίον μας. Λέγει ο Κύριος στο τέλος του σημερινού
αναγνώσματος: «ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ,
καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (στιχ. 33).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου