Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2019

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ --ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΊΟΥ, 17-2-2019

Α.Σ.Ε.Ι.Π.

Teloni Farisaioy


Ο Απόστολος  της Κυριακής  ΛΓ΄  (Τελώνου και Φαρισαίου),
 Β΄ Τιμ. γ΄ 10-15

Πρωτότυπο Κείμενο
Τεκνον Τιμόθεε, παρηκολούθηκάς μου τη διδασκαλία, τη αγωγή, τη προθέσει, τη πίστει, τη μακροθυμία, τη αγάπη, τη υπομονή, τοις διωγμοίς, τοις παθήμασιν, οία μοι εγένοντο εν  Αντιοχεία, εν  Ικονίω, εν Λυστροις. Οίους διωγμούς υπήνεγκα! Και εκ πάντων με ερρύσατο ο Κυριος. Και πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ  Ιησού διωχθήσονται· πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι. Συ δε μένε εν οίς έμαθες και επιστώθης,
ειδώς παρά τίνος έμαθες, και ότι από βρέφους τα ιερά γράμματα οίδας, τα δυνάμενά σε σοφίσαι εις σωτηρίαν δια πίστεως της εν Χριστώ  Ιησού.
Νεοελληνική Απόδοση
Παιδί μου Τιμόθεε, εσύ με παρακολούθησες στη διδασκαλία, στον τρόπο ζωής, στους σκοπούς, στην πίστη, στη μακροθυμία, στην αγάπη, στην υπομονή, στους διωγμούς, στα παθήματα σαν αυτά που υπέμεινα στην Αντιόχεια, στο Ικόνιο, στα Λύστρα. Τι διωγμούς υπέφερα! Κι απ’ όλα με γλίτωσε ο Κύριος. Κι όχι μόνο εγώ, αλλά και όλοι όσοι θέλουν να ζήσουν με ευσέβεια, σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού, θα αντιμετωπίσουν διωγμούς. Μόνο οι πονηροί άνθρωποι κι οι απατεώνες θα προκόβουν στο χειρότερο΄ θα εξαπατούν τους άλλους και οι άλλοι θα τους εξαπατούν. Εσύ όμως να μείνεις σ’ αυτά που έμαθες και που για την αξιοπιστία τους έχεις τεκμήρια. Ξέρεις από ποιον το έμαθες, και μη λησμονείς ότι από τη βρεφική σου ηλικία γνωρίζεις τη Γραφή, που μπορεί να σε κάνει σοφό οδηγώντας σε στη σωτηρία δια της πίστεως στον Ιησού Χριστό. 
Σχολιασμός
«Συ δε μένε εν οις έμαθες και επιστώθης… ότι από βρέφους τα ιερά γράμματα οίδας»
Η αποστολική αυτή περικοπή προέρχεται από την Β΄ προς Τιμόθεον Επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Οι δύο Επιστολές προς Τιμόθεον (Α΄ και Β΄), όπως και η προς Τίτον Επιστολή, ονομάστηκαν Ποιμαντικές, καθότι μέσα από το κείμενό τους ο Απ. Παύλος παρέχει οδηγίες προς τους δύο μαθητές του, όσον αφορά στο ποιμαντικό τους έργο. Είναι γνωστό ότι οι δύο αυτοί συνοδοί και συνεργάτες του Απ. Παύλου είχαν εγκατασταθεί από τον ίδιο ως επίσκοποι σε δύο σημαντικές τοπικές εκκλησίες, ο Τιμόθεος στην Έφεσο και ο Τίτος στην Κρήτη.
 Η Β΄ προς Τιμόθεον Επιστολή είναι το τελευταίο έργο του Αποστόλου Παύλου. Γράφηκε στη Ρώμη λίγο πριν το μαρτυρικό τέλος του, κατά το τέλος του έτους 66 ή στις αρχές του 67. Ως το «κύκνειον άσμα» του Αποστόλου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η πνευματική διαθήκη του, όχι μόνο προς το μαθητή του Τιμόθεο, αλλά και προς όλη την Εκκλησία οικουμενικά και διαχρονικά.
Ο Απ. Παύλος βρίσκεται ενώπιον του μαρτυρίου, το οποίο αντιμετωπίζει με θάρρος και γι’ αυτό προτρέπει τον Τιμόθεο να συγκακοπαθήσει και αυτός «ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού», αγωνιζόμενος για τη διαφύλαξη της αληθινής πίστης και την αντιμετώπιση των αιρετικών. Τα δυσκολίες στην άσκηση του ποιμαντικού του έργου, όπως τους διωγμούς, την κακία των ανθρώπων, την έκλυση των ηθών, ο Τιμόθεος καλείται να τις αντιμετωπίσει ενισχυόμενος από τη διδασκαλία και το παράδειγμα του δασκάλου του Απ. Παύλου και από την αγωγή που είχε από την παιδική του ηλικία και να συνεχίσει με σθένος το έργο του ευαγγελισμού και της διακονίας των ανθρώπων. Τέλος ο Παύλος, καθώς βρίσκεται στο τέλος του βίου του και της ιεραποστολικής του δράσης, κλείνει την Β΄ προς Τιμόθεον Επιστολή με ένα απολογισμό του έργου του.
Ολόκληρη η Επιστολή διέπεται από την πατρική μέριμνα και αγάπη του Αποστόλου Παύλου προς το μαθητή του Τιμόθεο, στον οποίο αφήνει τις τελευταίες του υποθήκες. Ειδικότερα στην περικοπή μας υπενθυμίζει στο μαθητή του όσα έζησε μαζί του τα χρόνια που τον συνόδευε στις αποστολικές του περιοδείες. Του θυμίζει ότι μαζί του συμπορεύτηκε στη διδασκαλία, αλλά και στον τρόπο ζωής. Βίωσε τη δύναμη της πίστης, της μακροθυμίας, της αγάπης και της υπομονής. Έζησε τους διωγμούς και τα βασανιστήρια τα οποία υπέστη σε διάφορες περιοχές ο δάσκαλός του. Έζησε όμως επίσης τις σωτήριες παρεμβάσεις του Κυρίου. Γι’ αυτό και ο Απόστολος του τονίζει ότι οι διωγμοί δεν είναι υπόθεση που αφορά μόνο τον ίδιο, αλλά «Όλοι όσοι θέλουν να ζήσουν με ευσέβεια, σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού, θα αντιμετωπίσουν διωγμούς» («Πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται»). Ο Παύλος επίσης προειδοποιεί τον Τιμόθεο ότι πρέπει να αναμένει την αύξηση του πολέμου των αιρέσεων μέσα στην Εκκλησία, καθώς «πονηροί άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι». Αυτές τις δυσκολίες στην άσκηση του ποιμαντικού και πνευματικού του έργου ο Τιμόθεος προτρέπεται να τις αντιμετωπίσει έχοντας ως πηγή δύναμης όσα είδε και έμαθε κοντά στον Απ. Παύλο, αλλά και όσα διδάχθηκε από μικρό παιδί. Εδώ ο Απόστολος αναφέρεται στη βαθιά ευσέβεια την οποία ενέπνευσαν στον Τιμόθεο από το γέννησή του η μητέρα του Ευνίκη και η γιαγιά του Λωίς (πρβλ. Β΄ Τιμ., 1,5).
Η τελευταία αυτή διαπίστωση του Απ. Παύλου προβάλλει σε ένα κρίσιμο σημείο της ζωής του Τιμοθέου τη μεγάλη σημασία που έχει γι’ αυτόν η ανατροφή που έλαβε από τη βρεφική του ηλικία. Το ιδιαίτερα σημαντικό αυτό θέμα για κάθε εποχή θα μας απασχολήσει στη συνέχεια με βάση τα όσα τονίζει ο Απόστολος στους δύο τελευταίους στίχους της περικοπής (3,14-15).
Ο Τιμόθεος βρίσκεται σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο της ζωής του ως άνθρωπος και ως ποιμένας. Από τη μια ο δάσκαλός του βρίσκεται στη φυλακή αναμένοντας το μαρτυρικό θάνατο. Από την άλλη ως επίσκοπος έχει πολλά σοβαρά προβλήματα να αντιμετωπίσει και η απουσία του Αποστόλου Παύλου σίγουρα θα τον επιφορτίζει με περισσότερη ευθύνη. Γι’ αυτό ο Απόστολος του τονίζει: «Συ δε μένε εν οις έμαθες και επιστώθης, ειδώς παρά τίνος έμαθες, και ότι από βρέφους τα ιερά γράμματα οίδας, τα δυνάμενά σε σοφίσαι εις σωτηρίαν διά πίστεως της εν Χριστώ Ιησού». 
Στην αρχή της περικοπής ακούμε τον Απ. Παύλο να θυμίζει στον Τιμόθεο όσα άκουσε και έζησε όντας συνοδός του. Τώρα φέρνει ενώπιόν του όσα έμαθε από τις δύο γυναίκες που τον ανέθρεψαν. Είναι χαρακτηριστικό στο σημείο αυτό ότι ο Απόστολος δεν αναφέρεται μόνο στη διδασκαλία με λόγια, αλλά με το ρήμα «επιστώθης» προβάλλει τη βιωματική εμπειρία του Τιμοθέου. Γιατί όσα γενικά διδάσκει η Εκκλησία μας δεν αποτελούν θεωρητικές διατυπώσεις κάποιων αρχών και κανόνων, αλλά αποτελούν το απόσταγμα της εμπειρίας της, που γίνεται εμπειρία και βίωμα κάθε πιστού μέσα στο σώμα της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και γίνεται βαθιά η πεποίθηση για την αλήθειά τους, ώστε τίποτε –πειρασμοί, δοκιμασίες, αμφισβητήσεις– δεν μπορούν να αλλοιώσουν την πίστη. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «κατά βάθους γαρ η ρίζα κείται… ουδέν αυτήν παρατρέψαι δύναται». (Εις τήν Β΄ προς Τιμόθεον Επιστολήν, Ομιλία 8, 3).
Το παράδειγμα του Τιμοθέου προβάλλει επίσης την καταλυτική σημασία που έχει η μορφή της μητέρας στη διάπλαση του χαρακτήρα των παιδιών. Ο Μέγας Βασίλειος με περηφάνια ομολογεί πως στην ανάπτυξη της πνευματικής του ζωής και θεολογίας τον επηρέασε καθοριστικά η εμπειρία της εξαίρετης καθοδήγησης δύο γυναικών, της μητέρας του Εμμέλειας και της γιαγιάς του Μακρίνας. Γράφει λοιπόν: «Την πίστη που από παιδί διδάχθηκα από τη μακαρία μητέρα μου Εμμέλεια και τη γιαγιά μου τη Μακρίνα, την εμφύτευσα βαθιά μέσα μου και την άφησα ν’ αυξάνεται» (Επιστ. 223, 3). Eίναι προσφιλής στο Μ. Βασίλειο η εικόνα αυτή, όπου η πνευματική παρακαταθήκη των γονιών χαρακτηρίζεται ως σπόρος που εμφυτεύεται βαθιά στην ψυχή των παιδιών και εκεί αυξάνεται και καρποφορεί. Γι’ αυτό αλλού σημειώνει: «Όπως ένας σπόρος, όταν φυτευτεί στη γη, μεγαλώνει και βγάζει περισσότερους καρπούς και δεν είναι δυνατό να μεταβληθεί στην πορεία σε άλλο είδος φυτού, έτσι κι εγώ τις αλήθειες που μου παρέδωσαν οι γονείς μου τις αύξησα μέσα μου, χωρίς όμως να αλλοιώσω το παραμικρό» (Επιστ. προς Ευστάθιον Σεβαστηνόν, PG 32, 825).
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι νουθεσίες των γονέων, αλλά κυρίως το παράδειγμα και οι προσωπικές εμπειρίες των παιδιών μέσα στην Εκκλησία, συνοδεύουν τα παιδιά σε όλη τους τη ζωή. Συμβαίνει αυτό που σε άλλο σημείο τονίζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Αν τα καλά διδάγματα εντυπωθούν στην ψυχή του παιδιού, ενώ ακόμη είναι απαλή, κανένας δεν θα μπορέσει να τα εξαλείψει, όταν θα γίνει σκληρή σαν την σφραγίδα, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το κερί» (Περί κενοδοξίας και πώς δει του γονείς ανατρέφειν τα τέκνα, Sources Chretiènnes 188, 20). Αυτό είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο για τους γονείς κάθε εποχής, αλλά κυρίως της δικής μας εποχής, όπου τα παιδιά εκτίθενται σε πολλούς και ύπουλους κινδύνους.

Μέσα από τις αναφορές του Απ. Παύλου και των Πατέρων της Εκκλησίας στο καίριο θέμα της ανατροφής των παιδιών διαπιστώνουμε ότι σε όλες τις εποχές υπάρχουν περίπου οι ίδιες δυσκολίες και κίνδυνοι. Αυτό που διαφοροποιεί όμως την εποχή μας από κάθε προηγούμενη είναι το γεγονός ότι σήμερα οι επηρεασμοί του περιβάλλοντος έχουν πάρει άλλες μορφές και ξεπερνούν όρια γεωγραφικά και χρονικά. Οι κίνδυνοι στο χώρο του διαδικτύου, η έξαρση του προβλήματος των ναρκωτικών, τα παραδείγματα αντικοινωνικής συμπεριφοράς, η προβολή αρνητικών προτύπων από τα Μ.Μ.Ε., είναι κάποια παραδείγματα που δίκαια αυξάνουν την ανησυχία και την αγωνία των γονιών. Γι’ αυτό και περισσότερο από κάθε άλλη εποχή ο ρόλος της οικογένειας αποκτά σπουδαιότερη σημασία, καθώς η καθοδήγηση και το πρότυπο των γονιών, η αγάπη και η επικοινωνία ανάμεσα σ’ αυτούς και τα παιδιά, η διαρκής μέριμνα και παρακολούθηση είναι οι μόνοι τρόποι για να οδηγήσουν τα παιδιά μας με ασφάλεια στην ενηλικίωση (Βλ. σχετικά Κων. Κενανίδη, Η κρίση των εφήβων στη σύγχρονη οικογένεια. Συμβουλευτική ποιμαντική προσέγγιση, Αθήνα 2005).
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τα παιδιά σήμερα διέρχονται «διά πυρός και ύδατος». Οι γονείς το διαπιστώνουν καθημερινά. Γι’ αυτό και όλοι κατανοούμε ότι μόνο με τα ανθρώπινα μέσα είναι αδύνατο να φέρουμε εις πέρας το έργο της αγωγής των παιδιών μας. Τα παιδιά έχουν ανάγκη από ισχυρή «πνευματική άμυνα», ώστε να παρέρχονται τους κινδύνους που τους περιβάλλουν και να αντιμετωπίζουν τους ποικίλους πειρασμούς, που τείνουν να δηλητηριάσουν τη ζωή τους. Γι’ αυτό καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη της πνευματικής αυτής «άμυνας» είναι τα παιδιά να έχουν «από βρέφους» ζωντανή σχέση με τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, όπου θα βιώσουν την εμπειρία της παρουσίας του Θεού στη ζωή τους. Η εμπειρία της χάριτος του Θεού προσφέρει αληθινή πληρότητα στον άνθρωπο και τότε δεν έχει την ανάγκη να αναζητήσει σε ψεύτικους παράδεισους την ευτυχία και την πληρότητα. «Αν τα παιδιά βοηθηθούν από μικρά και γεμίσουν Χριστό, θα είναι κοντά του για πάντα. Και να ξεφύγουν λίγο, όταν μεγαλώσουν, λόγω της εφηβείας ή μιας κακής συναναστροφής, πάλι θα συνέλθουν. Γιατί η ευλάβεια που πότισε τις καρδιές τους στη μικρή ηλικία, δεν είναι δυνατό ποτέ να εξαλειφθεί», επαναλαμβάνει με απλότητα τους λόγους του Μεγάλου Βασιλείου και Αγ. Ιωάννη Χρυσοστόμου ο Γέρων Παΐσιος Αγιορείτης, για να καταλήξει: «Οι γονείς ας κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν τα παιδιά τους και ό,τι δεν μπορούν, γιατί ξεπερνάει τις δυνάμεις τους, ας το αναθέτουν στον Παντοδύναμο Θεό διά της προσευχής».  (Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Δ΄. Οικογενειακή ζωή, Σουρωτή Θεσσαλονίκη, σ. 92).



Το Ευαγγέλιον της Κυριακής ΙΣΤ’ (Τελώνου και Φαρισαίου),  Λουκ. ιη΄ 10-14

Πρωτότυπο Κείμενο
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερὸν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο• ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης• νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ᾿ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων• ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος• ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο Ναό για να προσευχηθούν, ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος ήταν τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά και προσευχόταν αναφερόμενος στον εαυτό του με αυτά τα λόγια: «Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ, γιατί εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους τους ανθρώπους, που είναι κλέφτες, άδικοι, άτιμοι ή και σαν αυτόν τον τελώνη• νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, δίνω το ένα δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματα μου. Και ο τελώνης στεκόταν από μακριά και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό, μόνο χτυπούσε στο στήθος του και έλεγε• Θεέ μου, συγχώρεσε με τον αμαρτωλό. Σας λέγω πως αυτός κατέβηκε στο σπίτι του συγχωρεμένος παρά ο άλλος. Γιατί όποιος υπερηφανεύεται θα ταπεινωθεί, ενώ όποιος ταπεινώνεται θα ανυψωθεί.
Σχολιασμός
Η ευαγγελική περικοπή του Τελώνου και Φαρισαίου μας εισάγει στην περίοδο του Τριωδίου. Η περίοδος αυτή ξεκινά από τη συγκεκριμένη Κυριακή και περιλαμβάνει τις τρεις εβδομάδες πριν τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τις έξι εβδομάδες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως το Σάββατο του Λαζάρου, την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο. Στην περίοδο αυτή η Εκκλησία μας καλεί να ακολουθήσουμε πνευματική πορεία η οποία θα μας οδηγήσει στην Ανάσταση του Κυρίου.
Η πρώτη λοιπόν Κυριακή του Τριωδίου, όπως αναφέραμε είναι αφιερωμένη στην άκρως διδακτική παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου, την οποία ο Ιησούς διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει τη θεοφιλή αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την εωσφορική έπαρση.
Οι Φαρισαίοι όπως ξέρουμε, ήταν άνθρωποι γενάτοι εγωϊσμό και υπερηφάνεια. Πίστευαν στον εαυτό τους και μάλιστα νόμιζαν πως μόνο αυτοί ήταν δίκαιοι και άγιοι. Περιφρονούσαν τους άλλους ανθρώπους γιατί τους έβλεπαν όλους αμαρτωλούς. Τέτοιοι άνθρωποι δεν υπήρχαν μόνο τότε αλλά υπάρχουν και σήμερα. Η τάξη λοιπόν των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Τον βλέπουμε στην παραβολή να αναφέρει τα καλά έργα του και μάλιστα περισσότερα από εκείνα που ζητούσε ο Μωσαϊκός Νόμος. Αυτός λοιπόν ήταν ο Φαρισαίους που θεωρούσε τον εαυτό του ευσεβή και δίκαιο και προσευχόταν δυνατά με εγωισμό και υπεροψία.
Αντίθετα τώρα την τάξη των Τελώνων την θεωρούσαν την προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας. Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και δικαιολογημένα ο κόσμος ήταν δυσαρεστημένος μαζί τους.  Ο τελώνης λοιπόν, προσευχόταν και αυτός αλλά με ταπείνωση και συντριβή ζητούσε συγχώρεση και όχι επιβράβευση από το Θεό. Βρίσκεται στην άκρη του Ναού με σκυμμένο κεφάλι και χτυπώντας το στήθος του ζητά συγχώρεση. Συναισθάνεται τη δεινή του θέση και ζητά το έλεος του Θεού και όπως ήταν φυσικό η προσευχή του γίνεται δεκτή από το Θεό, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο ο οποίος μάζεψε περισσότερο κρίμα για τον εαυτό του εξαιτίας του εγωισμού του. Μια άλλη μορφή ταπεινώσεως είναι και η αυτομεμψία, την οποία βλέπουμε στον Τελώνη. Μεμφόμαστε τον εαυτό μας για τα αμαρτήματα που διαπράξαμε. Κατά τον ιερό Χρυσόστομο δεν υπάρχει καλύτερο φάρμακο για τη συγχώρεση των αμαρτιών μας από το να τις θυμόμαστε συνέχεια και να κατηγορούμε τον εαυτό μας για αυτές.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή για να συνειδητοποιήσουμε πως η υπερηφάνεια και ο εγωισμός είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας που μας οδηγεί η εγωπάθεια. Είναι το χειρότερο εμπόδιο για τη σωτηρία μας. Αυτή η εγωιστική αυτάρκεια, εμποδίζει τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας και τη διάθεση για μετάνοια. Εγωισμός και μετάνοια είναι δύο έννοιες τελείως αντίθετες και ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Η μία αναιρεί την άλλη. Οι πύλες της ψυχής του εγωπαθούς ανθρώπου είναι ερμητικά κλειστές για τη θεία χάρη και κατά συνέπεια είναι αδύνατη η σωτηρία του, όσο εμμένει στην εγωιστική του περιχάραξη. Όπως αναφέραμε, η υπερηφάνεια και ο εγωισμός είναι καταστάσεις δαιμονικές. Πρώτος διδάξας ο εωσφόρος, ο οποίος δε μπορούσε να θεωρεί τον εαυτό του κατώτερο από το Θεό και δημιουργό του και γι αυτό διανοήθηκε να στήσει το θρόνο του πάνω από το θρόνο της μεγαλοσύνης του Θεού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χάσει τη δόξα και την τιμή που του είχε χαριστεί από το Θεό.  Αυτό θέλησε να μεταδώσει και στον άνθρωπο αφού έπεισε τους πρωτόπλαστους, ότι δήθεν ήταν ικανοί από μόνοι τους να γίνουν θεοί συμπαρασύροντάς τους στη δική του δίνη και καταστροφή.
Ο κίνδυνος που διατρέχουμε να αισθανόμαστε κάπως ανώτεροι από τους άλλους, όπως ο Φαρισαίος, είναι μεγάλος. Στην υπέροχη και διδακτική υμνωδία της ημέρας αυτής ψάλλουμε: « Υψηγορίαν φύγωμεν Φαρισαίου κακίστην, ταπείνωσιν δε μάθωμεν του Τελώνου αρίστην, ιν΄ υψωθώμεν βοώντες τω Θεώ συν εκείνω˙ ιλάσθητι τοις δούλοις Σου, ο τεχθείς εκ Παρθένου, Χριστέ Σωτήρ, εκουσίως» και « μη προσευξόμεθα φαρισαϊκώς, αδελφοί· ο γαρ υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται˙ ταπεινωθώμεν εναντίον του Θεού, τελωνικώς δια νηστείας κράζοντες· Ιλάσθητι ημίν, ο Θεός τοις αμαρτωλοίς».
Η παραβολή αυτή αποτελεί επίσης για μας μια αφορμή ώστε να εξετάσουμε και εμείς στη ζωή μας πιο είναι το περιεχόμενο της προσευχής που απευθύνουμε προς το Θεό. Έχει η προσευχή μας συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας η αποτελεί μια εξύμνηση του εαυτού μας; Πρέπει να έχουμε συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας και να ζητάμε το έλεος του Θεού όπως έκανε ο Τελώνης που έλεγε « ο Θεός ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ». 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου