Παρασκευή 26 Αυγούστου 2022

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 28-8-2022 Α’ Κορ. θ’ 2 – 12 Ματθ. ιη’ 23-35

Ε.Ι.Π.





 








Κυριακή ΙΑ’ Επιστολών, Αποστ. Ανάγνωσμα: Α’ Κορ. θ’ 2 – 12 

 Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, ἡ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. Ἡ ἐμὴ ἀπολογία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πιεῖν; Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; Ἤ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι;Τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις ποτέ; Τίς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; Ἤ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς

ποίμνης οὐκ ἐσθίει; Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; Ἤ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; Ἐν γὰρ τῷ Μωσέως νόμῳ γέγραπται· «Οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα». Μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; Ἤ δι᾿ ἡμᾶς πάντως λέγει; Δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ᾿ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ᾿ ἐλπίδι. Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματικὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ θερίσομεν; Εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσίας ὑμῶν μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; Ἀλλ᾿ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύτῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ.

 Νεοελληνική Απόδοση

Κι αν ακόμα άλλοι αρνούνται να με αναγνωρίσουν ως απόστολο, για σας είμαι˙ γιατί η ίδια η ύπαρξη της εκκλησίας σας είναι η απόδειξη πως είμαι απόστολος. Να πώ πως απολογούμαι σ’ αυτούς που αμφισβητούν και συζητούν την αυθεντία μου ως αποστόλου είναι η εξής: Δεν έχω τάχα δικαίωμα να συντηρούμαι με δαπάνη της εκκλησίας που υπηρετώ; Μήπως δε έχω δικαίωμα να έχω μαζί στα ταξίδια μου αδερφή χριστιανή ως οικονόμο, όπως κάνουν και οι άλλοι απόστολοι και τα αεδέρφια του Κυρίου και ο Κηφάς; Ή μήπως είμαστε οι μόνοι, εγώ κι ο Βαρνάβας, που δεν έχουμε δικαίωμα συντηρήσεως, αλλά  πρέπει να ζούμε με την εργασία μας; Ποιος πάει ποτέ στρατιώτης στον πόλεμο με δικά του έξοδα; ποιος φυτεύει αμπέλι και δεν τρώει από τον καρπό του; ή ποιος βόσκει πρόβατα και δεν τρώει από το γάλα του κοπαδιού; Μήπως αυτά που λέω είναι σύμφωνα μόνο με την ανθρώπινη καθημερινή πείρα; Κι ο νόμος δε λεει τα ίδια; Πράγματι, στο Μωσαϊκό νόμο είναι γραμμένο: Μη βάλεις φίμωτρο στο βόδι που αλωνίζει. Μήπως για τα βόδια νοιάζεται ο Θεός; Ή μήπως αυτά που λέει αναφέρονται πραγματικά σ’ εμάς; Ασφαλώς αυτά γράφτηκαν για μας. Γιατί πρέπει αυτός που οργώνει κι αυτός που αλωνίζει να κάνουν τη δουλειά τους με την ελπίδα της συμμετοχής στη συγκομιδή. Εμείς σπείραμε ανάμεσά σας πνευματική σπορά˙ σας φαίνεται πάρα πολύ αν θερίσουμε από σας τα υλικά, που είναι αναγκαία για τη συντήρηση μας; Αν άλλοι κάνουν χρήση αυτού του δικαιώματος απέναντι σας, δε θα ταίριαζε να το κάνουμε περισσότερο εμείς; Εμείς όμως δεν κάναμε χρήση του δικαιώματος αυτού, αλλά υπομένουμε κάθε στέρηση για να μη δημιουργήσουμε κανένα εμπόδιο στη διάδοση του ευαγγελίου του Χριστού.

 Σχολιασμός

Το αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής ΙΑ’ επιστολών είναι παρμένο από το ένατο κεφάλαιο της πρώτης προς Κορινθίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου. Στην περικοπή αυτή ο Απόστολος Παύλος αντικρούει κατηγορίες προς το πρόσωπό του αλλά και κατηγορίες προς τους συνεργάτες του, προερχόμενες από την Εκκλησία της Κορίνθου, εκκλησιαστική κοινότητα η οποία οφείλει την ύπαρξή της στον Απόστολο των Εθνών και τους συνεργάτες του Βαρνάβα και Σίλα, οι οποίοι διέδωσαν το ευαγγέλιο στην περιοχή.

Οι κατηγορίες που του προσάπτονται είναι, για το κατά πόσο είναι ισοστάσιος και ισάξιος του Αποστολικού αξιώματος των άλλων Αποστόλων, οι οποίοι έλαβαν την χάρη του Αγίου Πνεύματος με την επιφοίτηση κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Η απάντηση που δίνει γι’ αυτό είναι ότι η πιο τρανή απόδειξη για την αποστολικότητά του είναι οι ίδιοι οι Κορίνθιοι με την ύπαρξη της Εκκλησίας της Κορίνθου. Άλλη κατηγορία που του προσάπτεται είναι ότι δεν κάνει χρήση του δικαιώματός του, να συντηρείται βιοποριστικά από τις εκκλησίες, τις οποίες εγκαθιδρύει ως Απόστολος, όπως οι υπόλοιποι Απόστολοι. Για τούτο παραθέτει τρία παραδείγματα από την ανθρώπινη καθημερινότητα, του στρατιώτη που δε στρατεύεται στον πόλεμο με δικά του έξοδα, του αμπελουργού που αποκομίζει καρπούς από τον αμπελώνα του και του βοσκού που τρέφεται από το κοπάδι του. Με τα παραδείγματα αυτά προσπαθεί να τους αποδείξει ότι είναι φυσικό για ένα Απόστολο να τρέφεται από εκείνους τους οποίους υπηρετεί, αλλά έχει και το δικαίωμα να συντηρείται με δικά του βιοποριστικά μέσα, με γνώμονα να μην κωλύεται το έργο της διάδοσης του Λόγου του Θεού. Εκτός των πιο πάνω παραδειγμάτων από την ανθρώπινη καθημερινότητα, παραθέτει εδάφιο μέσα από το Μωσαϊκό Νόμο (Δευτερονόμιο 25,4) δείχνοντας με αυτό τον τρόπο, ότι επιβεβαιώνονται τα όσα λέει και μέσα στο Νόμο. Στη συνέχεια κάνει νύξη για το γεγονός ότι κάποιοι επωφελούνται των αγαθών της κορινθιακής εκκλησίας μη έχοντας το δικαίωμα αυτό. Αναφέρεται προφανώς στους ψευδοπροφήτες και ψευδαποστόλους που δρούσαν την περίοδο εκείνη στην ευρύτερη περιοχή. Το όλο συγγραφικό έργο της περικοπής αυτής, θυμίζει λίγο ως πολύ Απολογητικό έργο, που σκοπό έχει την απολογία – απόδειξη της Αποστολικότητας του Θείου Παύλου.

Μέσα από τη συγκεκριμένη περικοπή διαφαίνονται πολλές θεματικές παράμετροι. Θα καταπιαστούμε με το θέμα της αποκόμισης βιοποριστικών μέσων των λειτουργών της διάδοσης του Λόγου του Θεού και κατ’ επέκταση των ιερέων της σημερινής κοινωνίας. Είναι απολύτως φυσιολογικό οι ποιμένες της Εκκλησίας να έχουν τις συνήθεις υλικές ανάγκες όπως και ο κάθε άνθρωπος. Καθώς είναι αφοσιωμένοι εξ’ ολοκλήρου στο έργο του Θεού αδυνατούν να ασκήσουν κάποιο βιοποριστικό επάγγελμα. Όπως ακριβώς ειπώθηκε πιο πάνω είναι απόλυτα φυσιολογικό ο λειτουργός και υπηρέτης του λαού του Θεού να τρέφεται και να συντηρείται από εκείνους τους οποίους υπηρετεί. Στη σημερινή κοινωνία οι διάδοχοι των Αποστόλων – οι Αρχιερείς και κατ’ επέκταση οι ιερείς που χειροτονήθηκαν από κανονικό επίσκοπο – που κηρύττουν και διαδίδουν το Λόγο του Θεού διακονώντας και δίνοντας όλο τους το είναι και την ύπαρξή τους στην εξυπηρέτηση, ενίσχυση και πνευματική καθοδήγηση του διαπιστευμένου σε αυτούς ποιμνίου, να τυγχάνουν λήψη των βιοποριστικών τους μέσων από την ενορία ή την εκκλησιαστική κοινότητα την οποία υπηρετούν. Δαπανούν χρόνο και πολύ κόπο για το έργο αυτό λόγω αυξημένων ποιμαντικών αναγκών, μη έχοντας διαθέσιμο προσωπικό χρόνο για την εκτέλεση άλλης εργασίας μέσα από την οποία θα μπορούσαν να αυτοσυντηρηθούν, ή και να συντηρήσουν την οικογένειά τους. Προς Θεού όμως να μην θεωρηθεί, ή να παρερμηνευθεί ότι ο ιερέας από του λειτουργήματος που ασκεί, εκπίπτει σε βιοποριστική εργασία με σκοπό την αποκόμιση χρημάτων, ή την απόκτηση των κατάλληλων μέσων προς επιβίωση και συντήρηση. Από την άλλη πλευρά να μη προσκολληθούμε και σε παραδείγματα ανθρώπων που κάνουν κατάχρηση αυτού του δικαιώματος• ενθυμούμενοι την αποστολική ρήση «οφείλομεν δε ημείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν» (Ρωμ. 15,1), με την έννοια ότι εμείς οι πνευματικοί άνθρωποι βλέποντας οιονδήποτε να υποπίπτει σε πράξη που προκαλεί σκανδαλισμό, να δείχνουμε κατανόηση και με τον τρόπο μας να του δείχνουμε το σωστό και το πρέπον.

Πολλοί μπορούν να κάνουν σύγκριση των ιερέων της ενορίας τους ή της κοινότητας στην οποία ζουν με τους ιερείς των Μητροπόλεων του εξωτερικού (βλέπε Μητροπόλεις στις Η.Π.Α., Γερμανία και Καναδά) οι οποίοι εργάζονται σε οικογενειακές είτε σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ο λόγος που ασχολούνται και με εργασίες εκτός εκκλησιαστικής φύσεως είναι το γεγονός ότι οι ενορίες στις οποίες υπηρετούν αποτελούνται από ελάχιστο αριθμητικό δυναμικό σε πιστούς ή οι ποιμαντικές ανάγκες της ενορίας να είναι μειωμένες και μ’ αυτό τον τρόπο οι ιερείς να έχουν αρκετό ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή τους τον οποίο αξιοποιούν  για την απόκτηση των αναγκαίων μέσων για την αξιοπρεπή επιβίωση και συντήρηση αυτών και των οικογενειών τους. Επίσης οι ενορίες λόγω αυτού του μειωμένου αριθμητικού δυναμικού δεν έχουν αρκετό εισόδημα έτσι ώστε να μπορούν να συντηρήσουν επαρκώς και τον ιερέα που προσφέρει τις υπηρεσίες του.

Το παράδειγμα του Αποστόλου Παύλου να αρνηθεί να κάνει χρήση των δικαιωμάτων του ως Απόστολος και να προτιμά να υπομένει κάθε είδους στερήσεις για να μην παρεμβάλλεται το έργο του κηρύγματος του Ευαγγελίου, ακολουθούν πιστά οι ιεραπόστολοι στη Μαύρη Ήπειρο, στην Αφρική. Εργάζονται χειρωνακτικά για να καλύψουν τις ανάγκες τους αλλά και τις ανάγκες των συνεργατών τους μη κωλύοντας στο δυνατότερο τη διάδοση του ευαγγελίου του Θεού, για το οποίο τόσο διψούν οι αδελφοί μας στην ήπειρο της Αφρικής.

Αυτή η διδασκαλία βοήθησε στη διαμόρφωση της πράξης της Εκκλησίας ώστε η αγάπη και το ενδιαφέρον του χριστιανικού λαού να συντηρεί τον ιερό κλήρο εξασφαλίζοντας τα απαραίτητα οικονομικά μέσα για τις υλικές ανάγκες των ποιμένων του. Πολλοί βεβαίως με τα μέσα τα οποία διαθέτουν προσφέρουν ως ένδειξη ευγνωμοσύνης και ευχαρίστησης υλικά αγαθά προς τον ιερέα που τους τέλεσε Αγιασμό στην οικία τους για παράδειγμα. Από μαρτυρίες ιεραποστόλων λέχθηκε ότι ο διψασμένος για Χριστό αφρικανικός λαός με την παρουσία τους και μόνο στις κοινότητες και χωριά τους κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο και κατηχώντας τους, πολλές φορές έγιναν δέκτες είτε φρούτων, είτε οικιακών ζώων (π.χ. βοδιών, προβάτων, ορνίθων) πράγματα τα οποία πιθανόν να στερούνταν αλλά προτίμησαν να τα παραχωρήσουν σ’ αυτούς που τους κήρυξαν την Αλήθεια.

Τα πιο πάνω βοηθούν για να αντιληφθούμε και να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα στην κοινωνία του σήμερα όσον αφορά τη σχέση ποιμένων και ποιμενομένων. Αυτό διαφαίνεται μέσα σε όλα την παύλεια θεολογία και συνεχίζει να ισχύει ανά τους αιώνες μέχρι και σήμερα.

 

 Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ματθ. ιη’ 23-35 

 Πρωτότυπο Κείμενο

Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην˙ Ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω βασιλεί, ος ηθέλησε συνάραι λόγον μετά των δούλων αυτού. Αρξαμένου δε αυτού συναίρειν προσηνέχθη αυτώ εις οφειλέτης μυρίων ταλάντων. Μη έχοντος δε αυτού αποδούναι εκέλευσεν αυτόν ο κύριος αυτού πραθήναι και την γυναίκα αυτού και τα τέκνα και πάντα όσα είχε, και αποδοθήναι. Πεσών ούν ο δούλος προσεκύνει αυτώ λέγων˙ Κύριε, μακροθύμησον επ’ εμοί και πάντα σοι αποδώσω. Σπλαγχνισθείς δε ο κύριος του δούλου εκείνου απέλυσεν αυτόν και το δάνειον αφήκεν αυτώ. Εξελθών δε ο δούλος εκείνος εύρεν ένα των συνδούλων αυτού, ος ώφειλεν αυτώ εκατόν δηνάρια, και κρατήσας αυτόν έπνιγε λέγων˙ απόδος μοι ει τι οφείλεις. Πέσων ουν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού παρεκάλει αυτόν λέγων˙ Μακροθύμησον επ’ εμοί και αποδώσω σοι. Ο δε ουκ ήθελεν, αλλά απελθών έβαλεν αυτόν εις φυλακήν εως ου αποδώ το οφειλόμενον. Ιδόντες δε οι σύνδουλοι αυτού τα γενόμενα ελυπήθησαν σφόδρα, και ελθόντες διεσάφησαν τω κυρίω εαυτών πάντα τα γνόμενα. Τότε προσκαλεσάμενος αυτόν ο κύριος αυτού λέγει αυτώ˙ Δούλε πονηρέ, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφηκά σοι, επεί παρεκαλεσάς με˙ ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου, ως και εγώ σε ηλεήσα; Και οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν τοίς βασανισταίς έως ου αποδώ παν το οφειλόμενον αυτώ. Ούτω και ο Πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών.

 Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ’ ένα βασιλιά, που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του.» Μόλις άρχισε να κάνει τον λογαριασμό, του φέρανε κάποιον που όφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα. Επειδή δεν μπορούσε να τα επιστρέψει, ο κύριος του διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο, τη γυναίκα του, τα παιδιά του κι όλα τα υπάρχοντά του και να του δώσουν το ποσό απο την πώληση. Ο δούλος τότε έπεσε στα πόδια του, τον προσκυνούσε κι έλεγε: «δείξε μου μακροθυμία και θα σου τα δώσω όλα τα χρέη μου πίσω». Τον λυπήθηκε λοιπόν ο κύριος του εκείνον τον δούλο και τον άφησε να φύγει˙ του χάρισε μάλιστα και το χρέος. Βγαίνοντας έξω ο ίδιος δούλος, βρήκε έναν απο τους συνδούλους του, που του όφειλε μόνο εκατό δηνάρια˙ τον έπιασε και τον έσφιγγε να τον πνίξει λέγοντάς του: «ξόφλησέ μου αυτά που μου χρωστάς». Ο σύνδουλός του τότε έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε: «δείξε μου μακροθυμία, και θα σου τα ξεπληρώσω». Εκείνος όμως δεν δεχόταν, αλλά πήγε και τον έβαλε στη φυλακή, ώσπου να ξεπληρώσει ότι του χρωστούσε. Όταν το είδαν αυτό οι σύνδουλοί του, λυπήθηκαν πάρα πολύ, και πήγαν και διηγήθηκαν στον κύριο τους όλα όσα έγιναν. Τότε ο κύριος τον κάλεσε και του λέει:«κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρακάλεσες˙ δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως κι εγω σπλαχνίστηκα εσένα;». Και οργισμένος τον παρέδωσε στους βασανιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όσα του χρωστούσε. «Έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δεν συγχωρεί τα παραπτώματα του αδελφού του μ’ όλη του την καρδιά».

 Σχολιασμός

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή είναι παρμένη απο το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Η παραβολή αυτή ονομάζεται και παραβολή του κακού δούλου εξαιτίας της κακίας και ασπλαχνίας που δείχνει ο ένας δούλος προς τον σύνδουλό του. Ως αφορμή για να πει την παραβολή αυτή ο Χριστός παίρνει από την ερώτηση που απεύθυνε προς αυτόν ο Απόστολος Πέτρος για το πόσες φορές πρέπει να συγχωρούμε κάποιον που μας έχει φταίξει. Ο Απόστολος Πέτρος έχοντας υπόψη του τον εβραϊκό νόμο που έλεγε μέχρι τρείς φορές προσθέτει κάποια γενναιοδωρία και ρώτα τον Χριστό αν είναι αρκετές μέχρι επτά φόρες. Ο Χριστός του απαντά ότι όχι επτά αλλά εβδομήντα φορές επτά, εννοώντας το άπειρο και παντοτινό. Το μέτρο που πρέπει να συγχωρούμε δεν είναι η ανθρώπινη θέλησή μας και οι νόμοι αλλά ο ίδιος ο Θεός που συγχωρεί τον καθένα μας όσες φορές και αν έφταιξε, φτάνει να του το ζητήσει ειλικρινά.

Για να φανεί και να γίνει καλύτερα κατανοητό με ποιο τρόπο συγχωρεί ο Θεός παρομοίασε την βασιλεία των ουρανών με ένα βασιλιά που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του. Μόλις λοιπόν άρχισε να κάνει τον λογαριασμό του φέρνουν κάποιον ο οποίος χρωστούσε ένα πολύ μεγάλο ποσό. Δέκα χιλιάδες τάλαντα, ποσό που μπορούμε να πούμε με τα σημερινά δεδομένα ξεπερνά τα πενήντα πέντε εκατομμύρια χρυσές λίρες. Επειδή δεν μπορούσε να ξοφλήσει αυτό το μεγάλο ποσό, ο βασιλιάς διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο τον δούλο, την γυναίκα του, τα παιδιά του και ό,τι άλλο είχε στην κατοχή του και να του δώσουν το ποσό από την πώληση. Μετά από αυτή την απόφαση ο δούλος πέφτει στα πόδια του βασιλιά και τον παρακαλεί να του δείξει μακροθυμία και θα του δώσει πίσω ότι του χρωστεί. Η παράκληση αυτή του δούλου προς το βασιλιά είχε τόση δύναμη ώστε ο βασιλιάς τον λυπήθηκε, αφήνοντας τον ελεύθερο να φύγει χαρίζοντάς του μάλιστα και όλο το χρέος που χρωστούσε.

Βγαίνοντας πλέον ελεύθερος από τη συνάντηση που είχε με το βασιλιά, συνάντησε έναν από τους συνδούλους του, ο οποίος του χρωστούσε μόνο εκατό δηνάρια, δηλαδή ποσό ασήμαντο (υποπολλαπλάσιο ενός ταλάντου) μπροστά στο τεράστιο ποσό που χρωστούσε και του χάρισε πριν από λίγο ο βασιλιάς. Τότε ο δούλος αυτός πιάνει τον σύνδουλό του και τον σφίγγει να τον πνίξει λέγοντας να του ξόφληση το χρέος που του χρωστούσε. Επειδή τη στιγμή εκείνη δεν είχε τη δυνατότητα να του τα δώσει έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε να του δείξει μακροθυμία και θα του τα δώσει. Έκανε και αυτός ο δούλος ό,τι έκανε προηγουμένως ο δούλος που τώρα τον πιέζει μπροστά στο βασιλιά. Αντί όμως να κάνει προς τον σύνδουλό του ό,τι έκανε και σ’ αυτόν ο βασιλιάς, ή έστω αν δεν μπορούσε να κάνει το ίδιο να του αφήσει κάποιο χρόνο ώστε να βρει τα χρήματα και να τον ξοφλήσει, έδειξε τόση κακία και ασπλαχνία ώστε πήγε και τον έκλεισε στη φυλακή μέχρι να του ξεπληρώσει αυτό το μικρό ποσό που του χρωστούσε.

Βλέποντας αυτή την μεγάλη αδικία οι υπόλοιποι δούλοι του βασιλιά που βρισκόντουσαν εκεί πήγαν και είπαν στον βασιλιά όλα όσα έγιναν. Ο βασιλιάς τότε καλεί τον δούλο εκείνο και του λέει: «Κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρεκάλεσες˙ δεν έπρεπε να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως εγώ σπλαχνίστηκα εσένα;» Και τιμωρώντας τον παραδειγματικά εξαιτίας της συμπεριφοράς του τον παρέδωσε στους βασανιστές μέχρι να του ξεπληρώσει όλα όσα του χρωστούσε. Και τελειώνοντας ο Χριστός μας λέει ότι «έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δε συγχωρήσει τα παραπτώματα του αδελφού του μ’ όλη του την καρδιά».

Μέσα από τις παραβολές του Χριστού βλέπουμε να μας αποκαλύπτεται η βασιλεία των ουρανών. Από τη μια βλέπουμε τον τρόπο που ενεργεί ο Θεός και από την άλλη βλέπουμε το πώς θέλει ο Θεός να συμπεριφέρονται οι πιστοί μεταξύ τους. Η σημερινή παραβολή έχει ως στόχο να μας διδάξει ότι πρέπει να συγχωρούμε τους συνανθρώπους μας, όχι μέσα σε περιορισμένα πλαίσια αλλά απεριόριστα. Τα μύρια τάλαντα που χρωστούσε ο δούλος στο βασιλιά φανερώνουν το απεριόριστο μέγεθος των αμαρτιών που έχει ο κάθε άνθρωπος, τις οποίες και συγχωρεί ο Θεός. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι οι αμαρτίες μας ενώπιον του Θεού αποτελούν το χρέος των μύριων ταλάντων σε σχέση με τα σφάλματα που έχουν διαπράξει οι συνάνθρωποί μας σε εμάς και που είναι μηδαμινά, όπως το χρέος των εκατόν δηναρίων. Η δική μας στάση και συμπεριφορά προς τους αδελφούς μας είναι αυτή που θα επηρεάσει το έλεος του Θεού σε εμάς και όχι το πλήθος ή το μέγεθος των αμαρτιών μας. Ο ιερός Χρυσόστομος μας λέει ότι κερδίζουμε πολλά όταν αντιμετωπίζουμε με επιείκεια τις εχθρότητες από τους εχθρούς μας, απαλλασσόμαστε από τα αμαρτήματα μας, αποκτούμε καρτερία και υπομονή, γινόμαστε επιεικείς και φιλάνθρωποι, καθαριζόμαστε από την οργή και το μεγαλύτερο από όλα αυτά είναι ότι κερδίζουμε τη φιλανθρωπία του Θεού. Όταν μισούμε τους άλλους τιμωρούμε τους εαυτούς μας, ενώ όταν αγαπούμε τους συνανθρώπους μας ευεργετούμε τους εαυτούς μας. Αυτός που δεν γνωρίζει να μισεί τους άλλους, δεν γνωρίζει ούτε και να λυπάται, αλλά θα απολαύσει τρυφή και άπειρα αγαθά. (Ιω. Χρυσοστόμου, Ομιλία 61, ΕΠΕ τομ. 11Α, σελ. 169-171).

Ο Χριστός στην Κυριακή προσευχή τοποθετεί μεταξύ των σημαντικών αιτήσεων προς τον Πατέρα και την προϋπόθεση συγχωρήσεως των άλλων: «και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Αυτή η συγχώρηση των οφειλών των άλλων αποτελεί προϋπόθεση, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την κοινωνία μας με τον Θεό Πάτερα. Μέσα από τη σοφή διδασκαλία των πατέρων της ερήμου διαβάζουμε ένα περιστατικό στο οποίο φαίνεται το πώς οι πατέρες της ερήμου δίδασκαν τη συγχωρητικότητα. Κάποιος χριστιανός πήγε να συμβουλευθεί τον Άββα Σιλουανό. «Έχω ένα θανάσιμο εχθρό, πάτερ», του εξομολογήθηκε. «Τα κακά που μου έχει προξενήσει αυτός ο άνθρωπος είναι αναρίθμητα. Προ καιρού κέρδισε με απάτη ένα μεγάλο κομμάτι από το χωράφι μου. Με συκοφαντεί όπου βρέθεί, κακολογεί κι εμένα και την οικογένειά μου. Μου έχει κάνει το βίο αβίωτο. Τώρα τελευταία μάλιστα επιβουλεύεται και την ζωή μου. Πριν λίγες ημέρες έμαθα πως αποπειράθηκε να με δηλητηριάσει. Δεν παίρνει άλλο λοιπόν. Είμαι αποφασισμένος να τον παραδώσω στη δικαιοσύνη». «Κάνε όπως θέλεις», του είπε με αδιαφορία ο Άββας Σιλουανός. «Δεν νομίζεις, πάτερ, πως όταν τιμωρηθεί και μάλιστα αυστηρά, όπως του πρέπει, θα σωθεί η ψυχή του;», ρώτησε ο άνθρωπος, που τώρα άρχισε να ενδιαφέρεται και για την ψυχική ωφέλεια του έχθρου του. «Κάνε ό,τι σε αναπαύει», εξακολουθούσε να λέγει με το ίδιο ύφος ο Όσιος. «Πηγαίνω, λοιπόν στον δικαστή κατ’ ευθείαν», είπε ο χριστιανός και σηκώθηκε να φύγει. «Μη βιάζεσαι τόσο», του είπε με ηρεμία ο Όσιος. «Ας προσευχηθούμε πρώτα να κατευοδώσει ο Θεός την πράξη σου». Άρχισε με το «Πάτερ ημών». «Και μη αφίης ημίν τα οφειλήματα ημών, ως ουδέ ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών», ακούστηκε να λέγει μεγαλοφώνως ο Όσιος, σαν έφτασε σ’ αυτό το στίχο. «Λάθος», Αββά, «δεν λέγει έτσι η Κυριακή Προσευχή», έσπευσε να διορθώσει ο χριστιανός. «Έτσι όμως είναι», αποκρίθηκε μ’ όλη του την απάθεια ο Γέρων. «Αφού αποφάσισες να παραδώσεις τον αδελφό σου στο δικαστή, ο Σιλουανός δεν κάνει άλλη προσευχή για σένα» (Θεοδώρας Χαμπάκη, Γεροντικό).

Ο Χριστός τόσο πολύ μας αγάπησε ώστε κατέβηκε στη γη και οδηγήθηκε μέχρι το Σταυρό για να μας σώσει. Πάνω στο Σταύρο όταν τον σταύρωναν προσευχόταν προς τον Πατέρα του, για τους σταυρώτες του λέγοντας: «Πάτερ άφες αυτοίς˙ ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λκ. 23,34). Με αυτή του την ευσπλαχνία και συγχωρητικότητα αφήνει σε μας ένα μεγάλο μήνυμα, ότι πρέπει να συγχωρούμε με όλη μας τη καρδιά αυτούς που μας έχουν φταίξει. Οι άγιοι με τη σειρά τους μιμούμενοι το παράδειγμα του Κυρίου, προσεύχονται για τους βασανιστές τους χωρίς να τους κρατούν κακία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα από το πλήθος των αγίων είναι ο άγιος πρωτομάρτυς διάκονος Στέφανος, ο οποίος προσευχόταν γι αυτούς που τον λιθοβολούσαν λέγοντας: «Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτία ταύτην». Αλλά και ο άγιος Διονύσιος Ζακύνθου, ο οποίος παρόλη τη θλίψη του έκρυψε και φυγάδευσε το δολοφόνο του αδελφού του που είχε καταφύγει στη Μονή διωκόμενος για να σωθεί. Με αυτό τον τρόπο απότρεψε ένα ακόμα έγκλημα δίνοντας τη δυνατότητα της μετάνοιας στο δολοφόνο του αδελφού του και αφήνοντας σ’ εμάς ένα μεγάλο παράδειγμα συγχωρητικότητας.

Η συγχωρητικότητα αποτελεί βασικό παράγοντα στη σχέση μας με το Θεό. Με αυτήν κερδίζουμε την φιλανθρωπία του Θεού έναντι των δικών μας αμαρτιών. Πρέπει να συγχωρούμε τους αδελφούς μας για να συγχωρεθούμε και εμείς, αυτό εξάλλου μας διδάσκει και η παραβολή αυτή. «Ούτω και ο Πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδίων υμών τα παραπτώματα αυτών». Με τα λόγια αυτά τελειώνει και η παραβολή αυτή καλώντας μας να αφήσουμε τα παραπτώματα των αδελφών μας από τις καρδιές μας.

 

 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου