Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 24-7-2022, Ματθ. θ’ 1 – 8

Ε.Ι.Π.





















Κυριακή Στ΄ Επιστολών, Αποστ. Ανάγνωσμα, Ρωμ. ιβ’ 6-14

 Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, ἔχοντες χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως, εἴτε διακονίαν, ἐν τῇ διακονίᾳ, εἴτε ὁ διδάσκων, ἐν τῇ διδασκαλίᾳ, εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ παρακλήσει, ὁ μεταδιδούς, ἐν ἁπλότητι, ὁ προϊστάμενος, ἐν σπουδῇ, ὁ ἐλεῶν, ἐν

ἱλαρότητι. Ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος. ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ, τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι, τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί, τῷ πνεύματι ζέοντες, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες, τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες, ταῖς χρείαις τῶν ἁγίων κοινωνοῦντες, τὴν φιλοξενίαν διώκοντες. Εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε.

 Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, η χάρη του Θεού μας έδωσε διάφορα πνευματικά χαρίσματα : Άλλος είναι προφήτης, για να κηρύττει ανάλογα με το βαθμό της πίστεως του∙ άλλος έχει το χάρισμα της διακονίας, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Το ίδιο να κάνει κι ο δάσκαλος του λαού του Θεού με τη διδασκαλία∙ κι όποιος έχει το χάρισμα να στηρίζει τους αδελφούς, να τους στηρίζει. Αλλά κι όποιος μοιράζει τα αγαθά του με τους άλλους, να το κάνει με απλότητα∙ ο προϊστάμενος να δείχνει ζήλο για το έργο του∙ όποιος μοιράζει τις ελεημοσύνες να το κάνει με καλοσύνη. Η αγάπη σας να είναι ειλικρινής. Να αποστρέφεστε το κακό και να ακολουθείτε το καλό. Να δείχνετε με στοργή την αγάπη σας για τους άλλους πιστούς. Να συναγωνίζεστε ποιος θα δείξει περισσότερη εκτίμηση στον άλλο. Μην είστε οκνηροί σ’ ό,τι πρέπει να δείχνετε ζήλο, να έχετε πνευματικό ενθουσιασμό, να υπηρετείτε τον Κύριο. Η ελπίδα να σας δίνει χαρά. Να έχετε υπομονή στις δοκιμασίες. Να επιμένετε στην προσευχή. Να βοηθάτε τους άλλους χριστιανούς, όταν βρίσκονται σε ανάγκη, και να επιδιώκετε να φιλοξενείτε τους αδελφούς. Να προσεύχεστε για το καλό των διωκτών σας, να ζητάτε την ευλογία του Θεού γι’ αυτούς κι όχι να τους καταριέστε.

 Χαρίσματα και διαπροσωπικές σχέσεις

Η ζωή μας είναι μια κοινωνία προσώπων.  Κανείς άνθρωπος δεν ζει μόνος του, αλλά συνυπάρχει και συμβιώνει μαζί με άλλους ανθρώπους. Ακόμη και οι μοναχικοί άνθρωποι, αυτοί που επιλέγουν να ζουν μόνοι τους, έχουν και αυτοί κάποιες στιγμές, κατά τις οποίες συνυπάρχουν και συναναστρέφονται με άλλους ανθρώπους.  Αυτή η εικόνα δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική στο χώρο της Εκκλησίας.  Οι πιστοί άνθρωποι, όσοι βαπτισθήκαμε στο όνομα της Αγίας Τριάδας όχι μόνο συγκροτούμε το σώμα της Εκκλησίας, αλλά βρισκόμαστε σε κοινωνία ως πρόσωπα, όπως τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας είναι σε συνεχή κοινωνία.  Ο Ιησούς Χριστός είναι η κεφαλή αυτού του σώματος και όλοι οι πιστοί αποτελούν τα μέλη του σώματος.  Μεταξύ της κεφαλής και των μελών του σώματος υπάρχει δεσμός ακατάλυτος, ο οποίος ενώνει τους πιστούς μεταξύ τους και με την κεφαλή.  Η ένωση αυτή υπάρχει και συντηρείται με την πίστη και το αίμα του Ιησού Χριστού, γι΄ αυτό απαιτείται απόλυτη αρμονία στις σχέσεις των πιστών μεταξύ τους.  Το παρόν αποστολικό ανάγνωσμα αναφέρεται στη συμπεριφορά που οφείλουμε να έχουμε μεταξύ μας οι πιστοί, ως μέλη του σώματος της Εκκλησίας. Με άλλα λόγια, ο απόστολος Παύλος χαράσσει τα πλαίσια, το περιεχόμενο και τον τρόπο της νέας εν Χριστώ ζωής μέσα στην Εκκλησία, σε αντιπαράθεση με τη ζωή εκτός της Εκκλησίας.

Ως μέλη, λοιπόν, της Εκκλησίας έχουμε λάβει «διάφορα», ποικίλα χαρίσματα, τα οποία έχουν ως στόχο την οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας και την κοινή ωφέλεια όλων.  Ο απόστολος Παύλος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στην αξία ή το μέγεθος των χαρισμάτων, αλλά στην ποικιλία τους.  Με τον τρόπο αυτό προφυλάσσει τους πιστούς από τον κίνδυνο της υπερηφάνειας, εξαιτίας ορισμένων μεγάλων και εντυπωσιακών χαρισμάτων που πιθανόν να έχουν λάβει.  Σε κάθε περίπτωση πάντως τα ποικίλα χαρίσματα δεν οφείλονται στον άνθρωπο αλλά αποτελούν χορηγία, δωρεά του Αγίου Πνεύματος.  Όποιο χάρισμα και να διαθέτουμε το έχουμε «κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν», ανάλογα δηλαδή με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που μας δόθηκε.

Το πρώτο χάρισμα που αναφέρει ο απόστολος Παύλος είναι η προφητεία.  Το χάρισμα της προφητείας δεν εκλαμβάνεται μόνον ως πρόγνωση και προειδοποίηση για τα όσα πρόκειται να συμβούν ή γνώση των παρελθόντων και κρύφιων γεγονότων, αλλά κατά κύριο λόγο αποκάλυψη του θελήματος του Θεού.  Αυτός που έχει λοιπόν το χάρισμα της προφητείας μπορεί να κατανοεί τα μυστήρια του Θεού, να προλέγει τα μέλλοντα και να βλέπει τα κρυμμένα της ψυχής, αλλά και να ερμηνεύει, με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις προφητείες της Αγίας Γραφής.  Το χάρισμα αυτό, όπως και όλα τα χαρίσματα βέβαια εξαρτάται από το βαθμό της πίστης του καθενός, «κατά την αναλογίαν της πίστεως».  Παρά το γεγονός όμως ότι τα χαρίσματα τα λαμβάνει κανείς σε προσωπικό επίπεδο, ανάλογα με τη δεκτικότητα και τη χωρητικότητά του, η οποία εξαρτάται από το μέτρο, τη δύναμη και τη θερμότητα της πίστης του, εντούτοις δεν είναι μόνο για τον εαυτό του.  Τα χαρίσματα αποσκοπούν στη διακονία και ωφέλεια όλων των πιστών, για το λόγο αυτό είναι ανεπίτρεπτο κάθε ίχνος υπερηφάνειας, η οποία μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει τον άνθρωπο στην απώλεια των χαρισμάτων που έλαβε από το Άγιο Πνεύμα.

Το δεύτερο χάρισμα που αναφέρεται είναι η διακονία που μπορεί να εκληφθεί είτε ως άσκηση κάθε πνευματικού έργου, είτε ως ξεχωριστό χάρισμα όπως για παράδειγμα αυτό των επτά διακόνων.  Επικρατέστερη ερμηνεία είναι η δεύτερη αφού ο απόστολος Παύλος διακρίνει τη διακονία από την προφητεία και τη διδασκαλία.

Το τρίτο χάρισμα είναι εκείνο της διδασκαλίας, η οποία διαφέρει από την προφητεία.  Αυτός που έχει το χάρισμα της προφητείας, κινούμενος από το Άγιο Πνεύμα φυσικά, αποκαλύπτει το θέλημα του Θεού, ενώ αυτός που είχε το χάρισμα της διδασκαλίας, ήταν επιφορτισμένος με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου, τη διδασκαλία του λόγου του Θεού. Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο απόστολος Παύλος, με την αναφορά του στα ποικίλα χαρίσματα, αναφέρεται στις τάξεις εκείνες που υπήρχαν στην Εκκλησία και είχαν συγκεκριμένη διακονία.

Στη συνέχεια ο απόστολος Παύλος μνημονεύει άλλα τέσσερα χαρίσματα: «την παράκλησιν», «το μεταδιδόναι», «το προΐστασθαι» και «το ελεείν».  Η παράκληση είναι χάρισμα το οποίο επιδιώκει να προτρέψει στην αρετή και στην προκοπή.  Δεν έχει στόχο να πείσει, αλλά να συγκινήσει και να ενθαρρύνει την καρδιά και τη σκέψη του ανθρώπου στην εφαρμογή του θελήματος του Θεού. Εκείνος που είχε το χάρισμα της «παρακλήσεως», όπως ο απόστολος Βαρνάβας, σημαίνει ότι διακρινόταν από την παρουσία μέσα του του «Παρακλήτου» Αγίου Πνεύματος. Γενικά μέσα στην Αγία Γραφή η παράκληση έχει διπλή σημασία, άλλοτε σημαίνει παρηγορία και ενίσχυση και άλλοτε προτροπή ή συμβουλή.

Το «μεταδιδόναι» είναι το χάρισμα που έχει κανείς να προσφέρει από τα δικά του πράγματα σε όσους έχουν ανάγκη.  Βέβαια η ελεημοσύνη είναι εντολή του Θεού προς όλους τους ανθρώπους, ωστόσο ορισμένοι την ασκούν με ξεχωριστό ζήλο, σα να έχουν κάποια ιδιαίτερη κλίση προς αυτό.  Η προσφορά λοιπόν προς τους πάσχοντες, φτωχούς και εμπερίστατους συνανθρώπους πρέπει να γίνεται «εν απλότητι», με απλότητα, ανιδιοτέλεια και χωρίς επίδειξη. Το χάρισμα αυτό μέσα στην Εκκλησία φανερώνει το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας.

Το «προΐστασθαι» είναι το χάρισμα της ανάθεσης και επιστασίας κάθε καλού έργου.  Ο προϊστάμενος σε κάθε περίπτωση οφείλει να φέρει σε πέρας το έργο που του ανατέθηκε, χωρίς όμως να έχει εξουσιαστικές και καταδυναστευτικές τάσεις.  Χαρακτηριστικό του ορθού τρόπου της άσκησης του λειτουργήματος του προϊσταμένου είναι η «σπουδή», δηλαδή ο ζήλος, η προθυμία και η επιμέλεια. Έτσι, το χάρισμα αυτό ανήκει σε εκείνους που προΐστανται του καθόλου έργου της Εκκλησίας, είτε του λειτουργικού, είτε του φιλανθρωπικού, είτε της διοικήσεως και μπορεί να ταυτισθεί είτε με το έργο των Αποστόλων είτε με αυτό των Επισκόπων.

Το «ελεείν» είναι χάρισμα γενικότερο του «μεταδιδόναι». Το έργο της ελεημοσύνης δεν περιορίζεται μόνο στη μετάδοση αναγκαίων υλικών πραγμάτων αλλά ακόμη και στην πνευματική στήριξη και ανακούφιση των εμπερίστατων αδελφών. Η άσκηση του έργου της ελεημοσύνης πρέπει να γίνεται «εν ιλαρότητι», δηλαδή με χαρά και απόλυτη ευχαρίστηση.  Η χαρά αυτή και η ευχάριστη διάθεση της άσκησης της ελεημοσύνης ξεκινά από την καρδιά του ανθρώπου και αποτυπώνεται στο πρόσωπό του.

Όλα αυτά τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και άλλα πολλά στηρίζονται στην αρετή της αγάπης, η οποία έχει σταυρική διάσταση, κατά το παράδειγμα του Ιησού Χριστού.  Δηλαδή η αγάπη προς τον Θεό και στον άνθρωπο.  Αυτή η πραγματική αγάπη είναι η μητέρα των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Ωστόσο, η αγάπη πρέπει να είναι «ανυπόκριτος», δηλαδή ειλικρινής και γνήσια.  Οι πιστοί άνθρωποι οφείλουν να «αποστυγούν», να αποστρέφονται το πονηρό.  Δεν αρκεί να αποφεύγει κανείς το κακό, αλλά πρέπει να το αποστρέφεται και να το μισεί.  Ταυτόχρονα δεν αρκεί να αποστρέφεται κανείς το κακό, αλλά να υπηρετεί και το καλό, κατά το λόγο του Ψαλμωδού «έκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν» (Ψαλμ.36,27).  Αυτό ακριβώς επισημαίνει εδώ και ο απόστολος Παύλος: «κολλώμενοι τω αγαθώ», να έχει δηλαδή ο καθένας απόλυτη προσήλωση και αφοσίωση στο αγαθό.

Η νέα εν Χριστώ ζωή επιβάλλει ώστε οι πιστοί να έχουν ανυπόκριτη αγάπη ο ένας προς τον άλλο και να είναι φιλάδελφοι και φιλόστοργοι μεταξύ τους.  Καθώς όλοι μας είμαστε αδελφοί εν Χριστώ, οφείλουμε να αγαπούμε ο ένας τον άλλο, και η αγάπη αυτή δεν πρέπει να είναι εξωτερική, επιφανειακή, αλλά θερμή και καρδιακή.  Και απόδειξη αυτής της αγάπης δεν είναι απλώς η τιμή προς αυτούς, αλλά «τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι».  Δηλαδή να μην αναμένουμε να μας δείξει πρώτα ο αδελφός μας τη τιμή και το σεβασμό του, αλλά εμείς πρώτοι να σπεύδουμε να εκφράσουμε την αγάπη και τη τιμή μας προς τους άλλους.

Η αγάπη και η φιλαδελφία, αλλά και η επιτέλεση κάθε αγαθού έργου απαιτούν «σπουδή», δηλαδή ζήλο και προθυμία και όχι οκνηρία, δηλαδή απροθυμία και αδιαφορία.  Άλλωστε και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός στη σχετική παραβολή των ταλάντων χαρακτηρίζει «πονηρό» τον οκνηρό δούλο, ο οποίος έκρυψε το ένα τάλαντο που έλαβε από τον κύριό του και επέδειξε αμέλεια και απροθυμία για την αξιοποίησή του.  Δεν έχει σημασία πόσα και ποιά χαρίσματα θα λάβουμε.  Αυτό που έχει σημασία είναι το πώς θα τα αξιοποιήσουμε ή και θα τα αυξήσουμε ακόμα για το κοινό καλό.  Οι πιστοί άνθρωποι οφείλουν να είναι θερμοί στην πίστη «τω πνεύματι ζέοντες», ώστε να αξιοποιούν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και έτσι να καταντούν «τω Κυρίω δουλεύοντες», δηλαδή να δουλεύουν, να υπηρετούν τον ίδιο τον Κύριο.

Η πηγή του ζήλου και της προθυμίας των πιστών είναι η ελπίδα στον ίδιο τον Θεό.  Όταν ο άνθρωπος αποθέτει την ελπίδα του στον Θεό, έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια και στις υποσχέσεις του Θεού, τότε μπορεί πραγματικά να χαίρεται.  Η ελπίδα στον Θεό ενθρονίζει τη χαρά στην καρδιά και στην ψυχή του ανθρώπου.  Παράλληλα επειδή η ζωή του ανθρώπου είναι γεμάτη από θλίψεις, πειρασμούς και περιπέτειες, η ελπίδα προς τον Θεό είναι εκείνη που δίνει τη δύναμη στον καθένα να υπομένει καρτερικά τις θλίψεις και τις δοκιμασίες της ζωής.  Από την άλλη η υπομονή στις θλίψεις και τις δυσκολίες είναι η απόδειξη της γνήσιας και απόλυτης πίστης και ελπίδας στον Θεό.  Μαζί με την ελπίδα ένα άλλο εξίσου σημαντικό όπλο για τον πιστό είναι η προσευχή.  Γι΄ αυτό ακριβώς ο απόστολος Παύλος δεν συνιστά στους πιστούς μόνο να προσεύχονται, αλλά «τη προσευχή προσκαρτερούντες».  Να προσκαρτερούν στην προσευχή, δηλαδή να προσεύχονται σταθερά και επίμονα, με απόλυτη πίστη, χωρίς να κουράζονται την ώρα της προσευχής ή να αφήνουν τις μέριμνες της ζωής να αποσπούν το νου και την καρδιά τους από την προσευχή.

Σύμφωνα με το εν Χριστώ ήθος, οι πιστοί έχουν χρέος να ουσιαστικοποιούν και να πραγματοποιούν με έργα την πίστη τους.  Για το λόγο αυτό προτρέπει ο απόστολος Παύλος να γίνονται κοινωνοί, να συμμετέχουν δηλαδή και να βοηθούν τους συνανθρώπους τους στις διάφορες ανάγκες τους: «ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες».  Η βοήθεια αυτή συμπεριλαμβάνει και το χρέος της φιλοξενίας: «την φιλοξενίαν διώκοντες».  Η προσφορά φιλοξενίας μεταξύ των πρώτων χριστιανών είχε μεγάλη σημασία.  Κάθε χριστιανός που ταξίδευε είχε την ανάγκη να βρεθεί μεταξύ των ομοπίστων του, με τους οποίους ένιωθε ενωμένος με την αδελφική αγάπη και την κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Κυρίου.  Η αρετή της φιλοξενίας, της αγάπης δηλαδή προς κάθε ξένο, αλλοεθνή ή ακόμα και αλλόδοξα είναι εξόχως σημαντική και στις μέρες μας.  Η κοινωνία μας πλέον είναι μια πολυπολιτισμική, πολυεθνική και πολυθρησκευτική κοινότητα.  Η εξέλιξη της τεχνολογίας και των μέσων διευκολύνει τη γρήγορη μετακίνηση πληθυσμών προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης.  Η φιλοξενία, η αποδοχή και η αγάπη προς όλους αυτούς πρέπει να υπερβαίνει τις όποιες διακρίσεις γιατί σε τελική ανάλυση όλοι οι άνθρωποι είμαστε παιδιά του Θεού.  Η φιλοξενία δεν πρέπει να είναι κάτι το ζητούμενο για τους αληθινούς χριστιανούς, αλλά πρέπει να αποτελεί και προσωπική επιδίωξη του καθενός μας.  Άλλωστε πρώτος ξένος πάνω σε αυτή τη γη, που δεν είχε «που την κεφαλήν κλίνη» (Ματθ. 8,20) υπήρξε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.

Η χριστιανική αγάπη βέβαια δεν μπορεί να έχει όρια.  Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός μάς προτρέπει: «αγαπάτε τους εχθρούς υμών» (Ματθ. 5,44).  Με αυτή την έννοια προτρέπει ο απόστολος Παύλος τους πιστούς: «ευλογείτε τους διώκοντας υμάς», δηλαδή όχι απλώς να μην μνησικακούν, να μην εκδικούνται και να μην επιδιώκουν το κακό για όσους τους έβλαψαν, αλλά πολύ περισσότερο να επιθυμούν το καλό τους και να προσεύχονται γι΄ αυτούς.  Βέβαια εδώ δεν υποστηρίζεται η συγκατάθεση στην αδικία και στο κακό, αλλά η υπέρβαση του κακού και η μέριμνα για τη σωτηρία ακόμα και των εχθρών.  Ο Ιησούς Χριστός πάνω στο Σταυρό δεν ευλόγησε τις πράξεις των σταυρωτών και διωκτών του αλλά παρακάλεσε τον Θεό Πατέρα να τους συγχωρέσει και να τους δείξει τρόπους μετάνοιας και επιστροφής: «πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. 23, 34).

Η αγάπη λοιπόν είναι το βασικό και θεμελιώδες γνώρισμα της φιλαδελφίας και της αρμονικής συμβίωσης και συνύπαρξης όλων των ανθρώπων.  Οι διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων πρέπει να στηρίζονται στον κανόνα της αγάπης.  Άλλωστε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός σε άλλη περίπτωση τόνισε ότι δυο είναι οι βασικές εντολές: «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου. Αύτη πρώτη εντολή. Και δευτέρα ομοία, αύτη, αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Μαρκ.12,30). Η αδελφοσύνη αναφέρεται πρωτίστως στους οικείους «τη πίστει», όλους εκείνους δηλαδή που βαπτίσθηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος και εντάχθηκαν στο σώμα της Εκκλησίας.  Βέβαια η αγάπη και αδελφοσύνη δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο εδώ, αλλά σπάζει τους όποιους φραγμούς και αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, τα παιδιά του Θεού.  Και ακόμα η τέλεια χριστιανική αγάπη φθάνει μέχρι και τους εχθρούς και μεριμνά γι΄ αυτούς, ώστε να τύχουν και αυτοί μετάνοιας και επιστροφής προς τον Θεό.  Η πραγματική και εν Χριστώ αγάπη των μελών της Εκκλησίας αποδεικνύει ότι η Εκκλησία δεν είναι θεσμός ή ιδέα, αλλά οικογένεια και κοινωνία πιστών.  Μια τέτοια παρουσία της Εκκλησίας μέσα στο σύγχρονο κόσμο μπορεί να δώσει την ελπίδα στον άνθρωπο που ζει μέσα σε θλίψεις, πειρασμούς και δοκιμασίες, μέσα στην αποξένωση, την απόρριψη και την έλλειψη αγάπης.  Η αγάπη του Χριστού και των μελών της Εκκλησίας δίνει την ελπίδα, τη χαρά και την αισιοδοξία στο σύγχρονο κόσμο.

 

Κυριακή Στ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ματθ. θ’ 1 – 8 

 Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐμβὰς ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς τὸ πλοῖον, διεπέρασε, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν, εἶπε τῷ παραλυτικῷ· Θάρσει, τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. Καὶ ἰδού τινες τῶν Γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· Οὗτος βλασφημεῖ. Καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν, εἶπεν· ῞Ινα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; Τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν· Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι· ἢ εἰπεῖν· Ἔγειρε καὶ περιπάτει; ῞Ινα δὲ εἰδῆτε, ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας· (τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ)· Ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην, καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. Καὶ ἐγερθεὶς, ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. Ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν, καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν, τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς επιβιβάστηκε στο πλοίο, διέσχισε τη λίμνη και ήρθε στην πόλη του. Τότε του έφεραν έναν παράλυτο ξαπλωμένο σ’ ένα κρεβάτι. Όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Θάρρος, παιδί μου, σου συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου». Τότε μερικοί από τους γραμματείς είπαν μέσα τους: «Μα αυτός προσβάλλει το Θεό». Ο Ιησούς όμως, που κατάλαβε τις σκέψεις τους, είπε: «Γιατί κάνετε πονηρές σκέψεις; Τι είναι ευκολότερο να πω: σου συγχωρούνται οι αμαρτίες, ή να πω: σήκω και περπάτα; Για να μάθετε λοιπόν πως ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες πάνω στη γη» – λέει στον παράλυτο: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Εκείνος σηκώθηκε και πήγε στο σπίτι του. Όταν ο κόσμος το είδε αυτό έμειναν κατάπληκτοι και δοξολόγησαν το Θεό, που έδωσε τέτοια εξουσία στους ανθρώπους.

 Σχολιασμός

Η  σημερινή ευαγγελική περικοπή αναφέρεται στο θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού στην πόλη της Καπερναούμ, στην οποία επέστρεψε ο Ιησούς μετά την θεραπεία των δύο δαιμονισμένων στην περιοχή των Γεργεσηνών, καθώς οι κάτοικοι της περιοχής τον παρακάλεσαν να απομακρυνθεί.

Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος με μια λιτή και σύντομη περιγραφή αναφέρει ότι έφεραν έναν παραλυτικό ξαπλωμένο σε κρεβάτι, ωστόσο οι άλλοι Ευαγγελιστές που περιγράφουν το ίδιο θαύμα μας πληροφορούν για τον μεγάλο κόπο στον οποίο υποβλήθηκαν αυτοί που μετέφεραν τον παραλυτικό, καθώς για να μπορέσουν να προσεγγίσουν τον Ιησού λόγω του πλήθους των ανθρώπων, τον ανέβασαν στη στέγη, άνοιξαν μία οπή και τον κατέβασαν από εκεί μπροστά στον Κύριο.

Ο Ιησούς, βλέποντας την μεγάλη τους πίστη, απευθύνεται στον παραλυτικό λέγοντας «Έχε θάρρος παιδί μου, σου συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου», δείχνοντας με αυτό τον τρόπο την εξουσία που έχει να συγχωρεί αμαρτίες. Το γεγονός ότι ο Κύριος δεν θεράπευσε αμέσως το σώμα του παραλύτου, κάτι που θα ήταν ορατό και θα εντυπωσίαζε επιδεικτικά το πλήθος των ανθρώπων  που βρίσκονταν εκεί, δείχνει κατ’ αρχήν την ταπείνωσή του. Επιπλέον, διακρίνοντας τα βαθύτερα αίτια της ασθένειας του παραλύτου, θεραπεύει πρώτα την ψυχή του και στη συνέχεια προχωρά στη θεραπεία του σώματος αφού λάβει αφορμή από τους ίδιους τους εχθρούς του, δηλαδή τους γραμματείς που ήταν παρόντες και σκέφτονταν ότι βλασφημεί. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει ότι οι εχθροί του ενοχλήθηκαν λόγω της πονηρίας τους και ήθελαν να τον καταγγείλουν, συνέβαλαν όμως άθελά τους να λάμψει το θαύμα.

Ο Κύριος ως καρδιογνώστης αποκαλύπτει τις κρυφές σκέψεις των γραμματέων και τους ρωτά τι θα ήταν πιο εύκολο για τον ίδιο να πει, «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες» ή «σήκω περπάτα»; Δηλαδή, όπως εξηγεί ο ιερός Χρυσόστομος, είναι σαν να τους ρωτά, τι θεωρείτε ευκολότερο, το να θεραπεύσω ένα σώμα παράλυτο ή να συγχωρήσω τα αμαρτήματα της ψυχής; Ευκολότερη ασφαλώς θεωρείται η θεραπεία του σώματος, διότι η ψυχή είναι ανώτερη και επομένως είναι προτιμότερο να συγχωρηθούν τα αμαρτήματα. Επειδή όμως το ένα φαίνεται και το άλλο δεν φαίνεται, και κατά την ανθρώπινη κρίση είναι πιο εύκολο να πει κάποιος ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες, έπραξε στη συνέχεια το υποδεέστερο που είναι περισσότερο εμφανές, για να αποδειχθεί αυτό που είναι σπουδαιότερο και δεν φαίνεται. Ο Ιησούς απευθύνεται στον παραλυτικό λέγοντάς του να σηκωθεί, να πάρει το κρεβάτι του και να πάει στο σπίτι του, ως οφθαλμοφανής επισφράγιση της σωματικής του θεραπείας, η οποία αλληλένδετα επιβεβαιώνει την συγχώρηση των αμαρτιών του. Έτσι με τρόπο αξιοθαύμαστο και περίτεχνο ο Κύριος καταφέρνει να αξιοποιήσει την πονηρία των εχθρών του, για να φανερώσει ότι είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος.

Η θεραπεία του παραλυτικού θα λέγαμε ότι αποτελείται από ένα θαύμα και ένα σημείο. Το θαύμα είναι η συγχώρεση των αμαρτιών και το σημείο, η σωματική γιατρειά. Ο Κύριος θεράπευσε πρώτα την αιτία, δηλαδή την αμαρτία, και μετά το σώμα. Επισημαίνεται με αυτό τον τρόπο η άρρηκτη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην αμαρτία και τη σωματική ασθένεια, μία σύνδεση που μάλλον φαίνεται αδιανόητη στον σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος σκέφτεται ορθολογιστικά.

Ο σημερινός χριστιανός μπορεί να εξάγει σημαντικά διδάγματα από την σημερινή ευαγγελική περικοπή της θεραπείας του παραλυτικού. Κατ’ αρχήν η θεραπεία του παραλυτικού τονίζει τη δύναμη της πίστης στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού, ο οποίος έχει εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες και να θεραπεύει την ψυχή και το σώμα. Ο σημερινός χριστιανός μπορεί να συναντήσει τον Κύριο στην Εκκλησία, η οποία είναι διαχρονικά ο «Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνες», και μετέχοντας στα ιερά μυστήρια να λάβει την ίαση της ψυχής και του σώματος. Ειδικότερα, η μετοχή στα μυστήρια της ιεράς εξομολογήσεως και της θείας Ευχαριστίας συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της πνευματικής ζωής των χριστιανών.

Επιπλέον, το παράδειγμα των ανθρώπων που μετέφεραν τον παραλυτικό ενώπιον του Κυρίου φανερώνει την κοινωνική προέκταση της αγάπης προς τον συνάνθρωπο, η οποία όταν είναι αληθινή γίνεται έμπρακτη και «εφευρετική» με σκοπό να οδηγήσει τον άλλον ενώπιον του Χριστού για να λάβει τη θεραπεία και τη σωτηρία. Τέλος, η εν λόγω ευαγγελική περικοπή αποτελεί έναυσμα και πρόκληση για να αναλογισθεί ο καθένας μας τον τρόπο με τον οποίο τοποθετεί τον εαυτό του απέναντι στον Χριστό και να εξετάσει μήπως αντιδρά με «πονηρία» στη διδασκαλία και τα θαύματα του Κυρίου, όπως οι γραμματείς.

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή τονίζει την αληθινή πίστη και την αγαθή προαίρεση απέναντι στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού, και την έμπρακτη αγάπη προς τον συνάνθρωπο, βασικές αρχές και οδοδείκτες που θα βοηθήσουν τον σύγχρονο χριστιανό να βρει διέξοδο στα αδιέξοδα της ζωής και να απεγκλωβιστεί από τον εγωιστικό σύγχρονο τρόπο ζωής. Εναπόκειται στον καθένα προσωπικά να προσπαθήσει να προσεγγίσει τον Χριστό με τη ζωή του μέσα στην Εκκλησία, να παρακάμψει με «εφευρετικότητα» κάθε εμπόδιο, να πορευθεί με πίστη και να ζητήσει άφεση αμαρτιών, έτσι ώστε να βιώσει στην καρδιά του τον λόγο του Κυρίου «Έχε θάρρος, παιδί μου, σου συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου».

 

 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου