Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30-1-2022 Μτθ. ε’ 14-19

 Ε.Ι.Π.











Τριών Ιεραρχών, Αποστ. Ανάγνωσμα, Εβρ. ιγ’ 7-16 (31-01-2022)

 Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν. ᾿Ιησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. Διδαχαῖς ποικίλαις καὶ ξέναις μὴ παραφέρεσθε· καλὸν γὰρ χάριτι βεβαιοῦσθαι τὴν καρδίαν, οὐ βρώμασιν, ἐν οἷς οὐκ ὠφελήθησαν οἱ περιπατήσαντες. Ἔχομεν

θυσιαστήριον ἐξ οὗ φαγεῖν οὐκ ἔχουσιν ἐξουσίαν οἱ τῇ σκηνῇ λατρεύοντες· ὧν γὰρ «εἰσφέρεται» ζῴων «τὸ αἷμα περὶ ἁμαρτίας εἰς τὰ ῞Αγια» διὰ τοῦ ἀρχιερέως, τούτων τὰ σώματα «κατακαίεται ἔξω τῆς παρεμβολῆς»· διὸ καὶ ᾿Ιησοῦς, ἵνα ἁγιάσῃ διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος τὸν λαόν, ἔξω τῆς πύλης ἔπαθε. Τοίνυν ἐξερχώμεθα πρὸς αὐτὸν «ἔξω τῆς παρεμβολῆς» τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες· οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν. Δι᾿ αὐτοῦ οὖν «ἀναφέρωμεν θυσίαν αἰνέσεως» διὰ παντὸς τῷ Θεῷ, τοῦτ᾿ ἔστι «καρπὸν χειλέων» ὁμολογούντων τῷ ὀνόματι αὐτοῦ. Τῆς δὲ εὐποιΐας καὶ κοινωνίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε· τοιαύταις γὰρ θυσίαις εὐαρεστεῖται ὁ Θεός. 

 Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, να θυμάστε τους εκκλησιαστικούς ηγέτες σας, που σας μετέδω­σαν το λόγο του Θεού· να βλέπετε πώς τέλειωσαν τη ζωή τους και ακολουθείτε το παράδειγμα της πίστης τους. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο ίδιος χτες, σήμερα και για πάντα. Μην παρασύρεστε από διάφορες ξένες διδασκαλίες. Είναι προτιμότερο να στηρίζετε την καρδιά σας στη χάρη του Θεού παρά σε φαγητό. Όσοι βασίστηκαν σ’ αυτά δεν είδαν καμιά ωφέλεια. Έχουμε θυσιαστήριο από το οποίο δεν έχουν το δι­καίωμα να φάνε όσοι συνεχίζουν να λατρεύουν το Θεό στη σκηνή. Τα σώματα των ζώων, που το αίμα τους εισάγεται από τον αρχιερέα στα άγια των αγίων για τη συγχώρηση των αμαρτιών, καίγονται έξω από το στρατόπεδο. Γι’ αυτό κι ο Ιησούς, για να εξαγνίσει το λαό του με το ίδιο του το αίμα, πέθανε έξω από την πύλη. Ας πάμε, λοιπόν, κι εμείς έξω από το στρατόπεδο κοντά του, κι ας υποστούμε τον ίδιο μ’ αυτόν εξευτελισμό. Γιατί δεν έχουμε εδώ μόνιμη πολιτεία, αλλά λαχταρούμε τη μελλοντική. Ας προσφέρουμε, λοιπόν, συνεχώς στο Θεό δια του Ιησού σαν θυσία τον ύμνο μας, δηλαδή τον καρπό των χειλιών μας που ομολογούν το μεγαλείο του. Μην ξεχνάτε ακόμη να κάνετε το καλό και να μοιράζεστε ό,τι έχετε με τους άλλους. Με τέ­τοιες θυσίες ευχαριστείται ο Θεός.

 Σχολιασμός

Την Κυριακή, 30 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη των Τριών Ιεραρχών , Ιωάννου Χρυσοστόμου, Μεγάλου Βασιλείου και Γρηγορίου του Θεολόγου, οι οποίοι θεωρούνται στυλοβάτες της παιδείας και υπήρξαν αδιαμφισβήτητα υπέρμαχοι των γραμμάτων. Η επιλογή του συγκεκριμένου αποστολικού αναγνώσματος σκοπό έχει να μας προτρέψει να σπουδάζουμε τον βίο των Αγίων, των «ηγουμένων ημών» (Εβρ.13,7)  όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Απόστολος Παύλος. Κυρίαρχο θέμα στο παρόν αποστολικό ανάγνωσμα είναι η μίμηση των Αγίων, θέμα με το οποίο θα ασχοληθούμε στη συνέχεια αφού πρώτα δώσουμε τον ορισμό της λέξης Άγιος.

Με πολύ πάντοτε σεβασμό και ευλάβεια ακούμε αλλά και αναφερόμαστε συχνά στην λέξη άγιος. Με βαθειά πίστη , κατάνυξη, αλλά και τιμή περιβάλλουμε τους αγίους. Φέρουμε το όνομά τους , απευθυνόμαστε σε αυτούς και τους απευθύνουμε θερμές προσευχές ,παρακλήσεις και δεήσεις  αλλά και ικετήριους ύμνους να μεσιτεύουν προς τον πανάγαθο Θεό υπέρ ημών. Αγίους θεωρούμε αυτούς που ταύτισαν το βίο τους με την αγνότητα αλλά και τις αρετές, που προχώρησαν και έφτασαν στο ύψος του αγιασμού και της αναγεννήσεως, που επισφράγισαν την πίστη τους με το μαρτυρικό θάνατο και τους βίαιους διωγμούς, έχουν εργαστεί με ταπεινοφροσύνη αλλά και «αγάπη» και συμπάθεια για τον πλησίον τους, κάνοντας πράξη το λόγο του Χριστού «εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους. εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί έστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις.». (Ιωάν 13: 34-35) .  Από την αρχή του χριστιανισμού, κατά τους αποστολικούς χρόνους  δεν ονομάζονταν άγιοι μόνο οι ήρωες της πίστεως  και οι προοδευμένοι στην ενάρετη ζωή, αλλά γενικότερα όλοι οι χριστιανοί. Ο  Απόστολος Παύλος  ονομάζει αγίους  τους χριστιανούς της Θεσσαλονίκης, της Κορίνθου, της Εφέσου , της Ρώμης, των Φιλίππων , όλους γενικά αυτούς που έχουν πιστέψει και βαπτισθεί.

Πραγματικά είναι θαυμαστός ο Θεός μέσα στους αγίους του. Γιατί όταν κανείς αναλογισθεί τους υπερφυσικούς αγώνες των μαρτύρων, πως με ασθενή σάρκα κατατρόπωσαν  τον ισχυρό στη κακία, πως έμειναν αναίσθητοι στις οδύνες και στα τραύματα, καθώς αγωνίζονταν με σώματα προς φωτιά, προς το ξίφος, προς ποικίλα και θανατηφόρα είδη βασάνων και αντιπαρατάσσονταν με καρτερία, ενώ τους έκοβαν τις σάρκες, τους διάλυαν τους αρμούς και τους συνέτριβαν τα οστά, όμως διαφύλαξαν την ομολογία της πίστεως στο Χριστό σώα και αδιάσπαστη, ακεραία και ακλόνητη, που γι’ αυτό τους χαρίσθηκε και η αναντίρρητη σοφία του Πνεύματος και η δύναμη των θαυμάτων.

Όταν κανείς αναλογισθεί επίσης την υπομονή των οσίων, οι οποίοι υπέφεραν με τη θέλησή τους σαν ασώματοι τις πολυήμερες ασιτίες, τις αγρυπνίες, τις άλλες ποικίλες κακώσεις του σώματος, και αντιτάχθηκαν έως το τέλος προς τα πονηρά πάθη, προς τα τόσα είδη αμαρτίας, προς τον εσωτερικό μας αόρατο πόλεμο, προς τις αρχές και εξουσίες, ενώ έλειωναν και αχρηστεύονταν εξωτερικά, αλλά ανανεώνονταν και θεόνονταν εσωτερικά από εκείνον που τους έδωσε τα χαρίσματα των θεραπειών και δυνάμεων. Έτσι γίνονται πράξεις αυτά που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Διό και Ιησούς, ίνα αγιάση διά του ιδίου αίματος τόν λαόν, έξω της πύλης έπαθεν. Τοίνυν εξερχόμεθα προς αυτόν έξω της παρεμβολής, τον ονειδισμόν αυτού φέροντες·»(ιγ΄ 7-16)

Όταν λάβει αυτά κανείς υπόψη του και επιπλέον εννοήσει ότι υπερβαίνουν τη φύση μας, θαυμάζει και δοξάζει το Θεό που έδωσε σ’ αυτούς τη τόση άφθονη χάρη και δύναμη. Γιατί αν και είχαν αγαθή και καλή προαίρεση, χωρίς τη δύναμη του Θεού δεν θα κατόρθωναν να υπερβούν τη φύση και έχοντας σώμα, να κατανικήσουν τον ασώματο εχθρό. Γι’ αυτό και ο ψαλμωδός προφήτης, αφού είπε: «Θαυμαστός είναι ο Θεός μέσα στους αγίους αυτού», πρόσθεσε: «αυτός θα δώσει δύναμη και κραταίωση στο λαό του».(Ψαλμ.67,36). Απολαύουν δε τη χάρη του Θεού, όχι όλοι γενικά, αλλά όσοι έχουν αγαθή προαίρεση και επιδεικνύουν με έργα την προς το Θεό αγάπη και πίστη. Αυτό φανερώνεται στο ευαγγέλιο που λέγει: «όποιος ομολογήσει σ’ εμένα εμπρός στους ανθρώπους, θα ομολογήσω και εγώ σ’ αυτόν εμπρός στο Πατέρα μου στους ουρανούς» (Ματθ. 10,32).

Οι πατέρες τονίζουν πως η αγιότητα επιτυγχάνεται δια της μιμήσεως του Χριστού, και δια της επαναλήψεως της ζωής των αγίων. Η Εκκλησία , το σώμα του Χριστού, έχει πολύ σωστά ονομαστεί «εργαστήριο» που δημιουργεί αγίους. Με την είσοδο μας στην εκκλησία , καλούμαστε στην αγιότητα, στην «καινή κτίση» στην θεανθρώπινη πολιτεία, στην εν Χριστώ ζωή. Ακολουθώντας τη ζωή του Χριστού και των αγίων γινόμαστε ‘καλοί» και «ενάρετοι»  όχι επιφανειακά, αλλά εσωτερικά πρώτα, στολισμένοι με τους καρπούς του Πνεύματος. Δεν έχουμε όμως παρά να μελετήσουμε τους βίους των  αγίων , για να δούμε πώς μπορεί να επιτευχθεί. Εκεί θα βγάλουμε το συμπέρασμα πώς η αγιότητα δεν ήταν για κάποιες άλλες εποχές, ούτε για μια ορισμένη τάξη ανθρώπων.

Οι βίοι των Αγίων δείχνουν πολυάριθμους αλλά πάντοτε βέβαιους δρόμους σωτηρίας, φωτισμού ,αγιασμού, μεταμορφώσεως, θέωσης. Αναδεικνύουν ποικίλους τρόπους με τους οποίους η ανθρώπινη φύση κατανικά την αμαρτία. Την κάθε αμαρτία, πώς νικά το πάθος, το κάθε πάθος, πως νικά το θάνατο, τον κάθε θάνατο, πως νικά τον πειρασμό, τον κάθε πειρασμό. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στους βίους των Αγίων έχουμε τρανά παραδείγματα όπως ένας νέος γίνεται άγιος νέος, πώς μια γερόντισσα γίνεται αγία γερόντισσα, πώς ένας στρατιώτης γίνεται άγιος στρατιώτης, πώς ένας δούλος γίνεται άγιος δούλος. Η συχνή ανάγνωση των βίων των αγίων είναι το κυριότερο συστατικό για την στήριξη της πίστη μας. Μας οδηγεί σε δρόμους ενάρετους και μας καλεί να ζεστάνουμε την καρδιά μας και να τους μιμηθούμε.

Βλέποντας τη λιτή μοναχική ζωή του Μ. Βασιλείου (ατομική του περιουσία ήταν ένα βιβλίο και το ράσο του) αναθεωρούμε το μοντέλο της σπάταλης και καταναλωτικής μανίας του ανθρώπου.Διδασκόμαστε από την παροιμιώδη φιλανθρωπία και ασκητικότητα του ιδίου. Είναι ο πρώτος οργανωτής  νοσοκομείου-ορφανοτροφείου. Παραδειγματιζόμαστε και αναθεωρούμε  τον  ατομικισμό μας και στρεφόμαστε προς τον πλησίον όπου και να βρίσκεται γεωγραφικά. Διδασκόμαστε από την ήρεμη και ασκητική φύση του άριστου ποιητή Γρηγορίου του Θεολόγου με τα ποιήματα του οποίου δοξάζουμε το Θεό στις εκκλησίες μας μέχρι σήμερα. Διδασκόμαστε διαχρονικά από τα μέτρα που είχε λάβει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην Αντιόχεια για τη βελτίωση του ηθικού και του μορφωτικού επιπέδου του κλήρου, την απομάκρυνση από το θυσιαστήριο ορισμένων από αυτούς, από τη   βελτίωση της θέσης των γυναικών στην εκκλησία που είχε επιφέρει με την  αναβίωση της βαθμίδας των διακονισσών στους ναούς, από την πνευματική και υλική  αρωγή στους σκληρά τότε εργαζόμενους από ανατολής μέχρι δύσης του ηλίου με την καθιέρωση της εσπερινής λειτουργίας και  τη σίτισή τους.

Αυτό προτρέπει και ο Απόστολος Παύλος στο παρών αποστολικό ανάγνωσμα. Δηλαδή πως οι άνθρωποι και κυρίως εμείς οι χριστιανοί πρέπει να εγκαταλείψουμε τις υλικές αξίες και να καταπιαστούμε στις ηθικές αξίες, να συντρίψουμε το αίσθημα της ευμάρειας και να συμπορευτούμε με την απλότητα. Έτσι θα  γίνει  πραγματικότητα ο στόχος  μας αλλά  και  ο  τελικός  προορισμός  μας  που  δεν  είναι  άλλος  από  την  αγιότητα  και την κατάταξη μας εις τον χορό των Αγίων. Όπως ακριβώς έπραξαν και οι τρεις Ιεράρχες σε όλη τους την ζωή , αφιερώθηκαν στον λόγο του Θεού και ανταμείφτηκαν με  την αγιότητα τους.

Σε αυτή την αγιότητα πρέπει και εμείς οι χριστιανοί να αποβλέπουμε και να ποθούμε. Προς αυτή να προσανατολίζουμε την ζωή μας και να κατευθύνουμε την προσπάθεια μας . Σε όλη την συμπεριφορά μας και στις παραμικρές λεπτομέρειες της ζωής μας πρέπει να αντιγράφουμε τόσο των βίο των αγίων όσο και την θεία αγιότητα. Αυτό είναι και το θέλημα του Θεού αφού σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο «τούτο εστί το θέλημα του Θεού ο αγιασμός ημών»   (Ά Θεσσαλ. δ΄ 3)η καθαρότητα και αγνότητα του σώματος, η λευκότητα και αγιότητα της ψυχής , η απαλλαγή μας «από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος»(Β΄Κορ. ζ΄ 1) . Και μας προτρέπει : «Να επιδιώκετε τον αγιασμό, την καθαρότητα  της καρδίας από κάθε πάθος. Δίοτι χωρίς αυτό τον αγιασμό κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ να δει τον Κύριον»(Εβρ . ιβ΄14).

 

Τριών Ιεραρχών, Ευαγγ. Ανάγνωσμα,Μτθ. ε’ 14-19 

 Πρωτότυπο Κείμενο

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· ῾Υμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου· οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ᾿ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον, ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι. Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν· Ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν, ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου, ἕως ἂν πάντα γένηται. Ὅς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων, καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος στους μαθητές Του, εσείς είστε το φως για τον κόσμο∙ μια πόλη χτισμένη ψηλά στο βουνό δεν μπορεί να κρυφτεί. Οι άνθρωποι, όταν ανάψουν το λυχνάρι, δεν το βάζουν κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι, αλλά το τοποθετούν στο λυχνοστάτη, για να φωτίζει όλους τους ανθρώπους του σπιτιού. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας. Μη νομίσετε πως ήρθα για να καταργήσω το νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα για να τα καταργήσω, αλλά για να τα πραγματοποιήσω. Σας βεβαιώνω πως όσο υπάρχει ο κόσμος, έως τη συντέλειά του, δε θα πάψει να ισχύει ούτε ένα γιώτα ή μία οξεία από το νόμο. Όποιος, λοιπόν, καταργήσει ακόμα και μία από τις πιο μικρές εντολές αυτού του νόμου και διδάξει έτσι τους άλλους, θα θεωρηθεί ελάχιστος στη βασιλεία του Θεού. Ενώ όποιος τις τηρήσει όλες και διδάξει έτσι και τους άλλους, αυτός θα θεωρηθεί μεγάλος στη βασιλεία του Θεού.

 Σχολιασμός  

Η ευαγγελική περικοπή είναι παρμένη από την επί του Όρους Ομιλία, όπου ο Κύριος απευθυνόμενος προς τους μαθητές του, τους απεκάλεσε παραβολικά «φως του κόσμου» γιατί έχουν στην καρδιά τους τη Χάρη του Τριαδικού Θεού. Ο Ιησούς Χριστός για να τονίσει πόσο σημαντικό είναι το φως στη ζωή των ανθρώπων μας αναφέρει το λυχνάρι που για να δώσει το φως του σε όλο το σπίτι τοποθετείται σε λυχνοστάτη και δεν κρύβεται. Αν αναλογιστούμε πόσο σημαντικό είναι το φως στη ζωή μας σήμερα, μόνο έτσι θα καταλάβουμε τη βαρύτητα που έχει ο λόγος του Κυρίου που καλεί τους Μαθητές του να γίνουν το φως του κόσμου.

Μέσα στην Αγία Γραφή υπάρχει έντονη η παρουσία του φωτός, ιδίως σε μεγάλα γεγονότα. Κατά πρώτο λόγο στη δημιουργία του κόσμου «και είπεν ο Θεός γενηθήτω φως και εγένετο φως». Το φως έδωσε την ορατότητα της θείας δημιουργίας και καθόρισε τον ημερήσιο κύκλο και τη διαδοχή της ημέρας και της νύχτας. Επίσης φως έχουμε κατά την παράδοση των Δέκα Εντολών στο Μωυσή. Εκεί το όρος Σινά καλύφθηκε από τη νεφέλη και το φως σημαίνοντας την παρουσία του Θεού. Κατά τη Γέννηση του Ιησού Χριστού ο Αστέρας φωτίζει το Σπήλαιο της Βηθλεέμ και διαλαλεί την έλευση του Ιησού. Κατά τη Μεταμόρφωση, το πρόσωπο του Ιησού Χριστού έλαμψε όπως ο ήλιος και τα ρούχα του έγιναν λευκά όπως το χιόνι, ένδειξη και πάλι της θεϊκής δύναμης. Ακόμα σε πολλές περιπτώσεις ο Ιησούς Χριστός παρομοίασε τον εαυτό του με το φως: «Εγώ ειμί το Φως του κόσμου». Το φως κατά κύριο λόγο σημαίνει τον πνευματικό φωτισμό του ανθρώπου ένεκα της γνώσεως του αληθινού Θεού. Κατ’ επέκταση, μπορεί να συμβολίζει τη γνώση του υλικού κόσμου, την παιδεία, την καλλιέργεια, τη σοφία, τη γεώργηση του όλου ανθρώπου, ώστε να πορευθεί προς την τελειότητα, τη θέωση. Αρκεί όλα αυτά να γίνουν πράξεις, τρόπος ζωής και όχι νεκρή γνώση και τυπολατρία. Ο Ιησούς Χριστός στη συνέχεια τονίζει ξεκάθαρα: «ος δ΄αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών». Η έμπρακτη εφαρμογή του λόγου του Θεού είναι η καλύτερη διδασκαλία.

Η ένωση του ανθρώπου με την πηγή του φωτός, που είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, τον μεταβάλλει σε μια φωτεινή ύπαρξη. Αυτό είναι που με τη χάρη του Θεού πέτυχαν οι Άγιοι Πατέρες, που σήμερα γιορτάζουμε. Για να γίνουν οι Άγιοι Πατέρες φώτα, που φώτισαν όλη την Οικουμένη, ενώθηκαν με την πηγή του φωτός. «Φως όλοι γεγονότες θείον, ως θείου φωτός γεννήματα» (Γρηγόριος Θεολόγος, Λόγος εις τα Άγια Φώτα, ΕΠΕ 5, 74). Τα «καλά έργα», αποτελούν την αυτονόητη εκδήλωση και τον απαραίτητο καρπό της φωτεινής ζωής. Άκαρπος χριστιανός αποτελεί αντίφαση, διότι η ιδιότητα του χριστιανού εκφράζεται με έργα και όχι μόνο με λόγια.

Εκτός από την έννοια του φωτός ο Ιησούς Χριστός χρησιμοποιεί επίσης την παραβολική εικόνα της πόλεως, η οποία είναι κτισμένη ψηλά στην κορυφή ενός βουνού και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κρυφτεί, αλλά φαίνεται από πολύ μακριά. Έτσι και οι Μαθητές, ο τρόπος ζωής τους δηλαδή, οι πράξεις και τα έργα τους, δεν μπορούν να κρυφτούν αλλά είναι φανερά. Από αυτό προκύπτει η ευθύνη όλων μας ως μαθητών του Ιησού Χριστού, ώστε η ζωή μας να αποτελεί πρότυπο.  

Η σχέση του Ιησού Χριστού με το Μωσαϊκό Νόμο είναι το δεύτερο μεγάλο θέμα της ευαγγελικής περικοπής. Ο Χριστός απαντώντας στους κατηγόρους του, ότι με τη διδασκαλία και τα έργα του στρέφεται εναντίον του Νόμου (βλ. θεραπείες ασθενών το Σάββατο) τονίζει εμφαντικά:  «Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας∙ ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι». Εδώ το ρήμα «πληρώσαι» ερμηνεύεται με την έννοια της εκπλήρωσης. Δηλαδή: «Δεν ήρθα να καταργήσω το Νόμο, αλλά να τον εκπληρώσω», δηλ. να τον πραγματοποιήσω.

Ούτε ένα γιώτα δεν κατάργησε από το Νόμο ο Ιησούς Χριστός, αφού η επί γης παρουσία και αποστολή του αποτελούν εκπλήρωση των προφητειών και όχι την κατάργηση. Ο Χριστός ερμήνευε το Νόμο κατά το πνεύμα και όχι κατά το νεκρό γράμμα όπως έκαναν οι νομοδιδάσκαλοι. Απορρίπτει δηλαδή ο Ιησούς Χριστός τη στείρα ερμηνεία του Νόμου που έκαναν οι νομοδιδάσκαλοι του Ισραήλ  και μιλά για την ουσία του Νόμου, του Νόμου του Θεού, του οποίου τις προφητείες εκπληρώνει με την παρουσία του στον κόσμο. Ο Ιησούς Χριστός διακρίνει τις ανθρώπινες παραδόσεις από τις εντολές του Θεού που περιέχονται στο Νόμο. Η πλήρωση του Νόμου είναι το έργο και η αποστολή του Ιησού Χριστού. Οι Μαθητές εξ’ άλλου, έχουν υποχρέωση και καθήκον τήρησης του θείου Νόμου, καθώς και της διδασκαλίας του προς τους άλλους. Η εφαρμογή και  διδασκαλία του Νόμου εκ μέρους των Μαθητών καθορίζεται επίσης με το λόγο του Χριστού: «ος δι αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών». Είναι ο τρόπος ζωής, ο οποίος πρέπει να συνάδει με το περιεχόμενο των λόγων μας και την πληρότητα των έργων μας.

Η Εκκλησία όρισε τη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή κατά την ημέρα των Τριών Ιεραρχών, για να μας μεταφέρει το μήνυμα, ότι οι Τρεις Ιεράρχες έγιναν πράγματι το φως του κόσμου και ότι η διδασκαλία, το έργο και η παραδειγματική ζωή τους ήταν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, γι’ αυτό και ανακηρύχθηκαν μεγάλοι από το Θεό στη Βασιλεία του. Αυτούς καλούμαστε να μιμηθούμε. Χωρίς αμφιβολία ο ευαγγελικός λόγος του Κυρίου είναι διαχρονικός και άρα σύγχρονος. Απευθύνεται στους Χριστιανούς κάθε εποχής και ίσως περισσότερο στη δική μας εποχή, όπου κυριαρχεί η σύγχυση ιδεών και αξιών και περίσσευσαν τα λόγια και οι διακηρύξεις έναντι των έργων.

Καλούμαστε λοιπόν οι Χριστιανοί μέσα στο σύγχρονο γίγνεσθαι να γίνουμε φως του κόσμου, με λόγια και κυρίως με έργα, που να φανερώνουν τη χριστιανική ταυτότητά μας, ως «πόλις επάνω όρους κειμένη». Πρέπει να είμαστε φωτεινές εστίες, φωτεινοί λαμπτήρες πρώτα μέσα στο σπίτι μας, στο οικογενειακό μας περιβάλλον. Οι πράξεις μας να είναι έργα του φωτός και όχι του σκότους. Η χριστιανική ζωή είναι για τον κόσμο η καλύτερη απόδειξη της χριστιανικής διδασκαλίας. Η πίστη του χριστιανού είναι ολοκληρωμένη όταν το θεωρητικό της περιεχόμενο εκδηλώνεται εμπράκτως, οπόταν μπορούμε να γίνουμε «φως» αν ενώσουμε τις ζωές μας με την πηγή του φωτός που είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου