Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2019

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 13-10-2019, ((του Σπορέως))

Α.Σ.Ε.Ι.Π.

%ce%ba%cf%85%cf%81%ce%b9%ce%b1%ce%ba%ce%ae %ce%b4 %ce%bb%ce%bf%cf%85%ce%ba%ce%ac %cf%84%ce%bf%cf%85 %cf%83%cf%80%ce%bf%cf%81%ce%ad%cf%89%cf%82


Κυριακή Αγίων Πατέρων της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Απόστ. Ανάγνωσμα: Τιτ. γ’ 8 – 15   (13-10-2019)

Πρωτότυπο Kείμενο
Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον
ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· Ἀμήν.
Νεοελληνική Απόδοση
Παιδί μου Τίτε, αυτά τα λόγια είναι αξιόπιστα και θέλω να τα βεβαιώνεις με την προσωπική σου μαρτυρία, ώστε όσοι έχουν πιστέψει στο Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά και τα χρήσιμα στους ανθρώπους. Από το άλλο μέρος, να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου, γιατί όλα αυτά είναι ανώφελα και μάταια. Τον άνθρωπο που ακολουθεί πλανερές διδασκαλίες συμβούλεψέ τον μια δυο φορές, κι αν δεν ακούσει άφησέ τον, με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του. Όταν θα σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, έλα το συντομότερο να με συναντήσεις στη Νικόπολη, γιατί εκεί αποφάσισα να περάσω το χειμώνα. Τον Ζηνά το νομικό και τον Απολλώ, να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ότι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην τους λείψει τίποτα. Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για ν΄ αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη. Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε τους πιστούς που μας αγαπούν. Η χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.
Σχολιασμός
Ξεφυλλίζοντας προσεκτικά το εορτολόγιο της Εκκλησίας μας, θα παρατηρήσουμε ότι τρεις Κυριακές το χρόνο είναι αφιερωμένες στη τιμή των αγίων Πατέρων, των Επισκόπων δηλαδή, που συγκρότησαν τις επτά Οικουμενικές Συνόδους, οι οποίοι με τη θεολογία τους, τη βιωματική εμπειρία τους και την αγιότητα της ζωής τους κατόρθωσαν να κατατροπώσουν τις διάφορες αιρέσεις, να περιφρουρήσουν την ορθόδοξη πίστη και να διατυπώσουν τα δόγματα και τους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας.
Η πρώτη, είναι η έβδομη Κυριακή από το Πάσχα (μετά την εορτή της Αναλήψεως), που είναι αφιερωμένη στους τριακόσιους δεκαοκτώ Πατέρες , οι οποίοι συγκρότησαν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ και η οποία καταδίκασε τον Άρειο, ο οποίος δίδασκε ότι ο Χριστός είναι κτίσμα και όχι Θεός.
Η δεύτερη, είναι μια Κυριακή του μηνός Ιουλίου και συγκεκριμένα αυτή που θα συμπέσει στις 13 Ιουλίου, ή η πρώτη μετά από την ημερομηνία αυτή. Αυτή η Κυριακή είναι αφιερωμένη στη μνήμη των Πατέρων, που συγκρότησαν τις έξι πρώτες Οικουμενικές Συνόδους. Ειδικότερα όμως αυτή τη μέρα γιορτάζουμε τους πατέρες της Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου, η οποία εξέδωσε όρο δογματικό περί της υποστατικής ενώσεως (ένωση σ’ ένα πρόσωπο, σε μια υπόσταση) των δύο εν Χριστώ φύσεων «αχωρίστως, αδιαιρέτως, ατρέπτως και ασυγχύτως» και καταδίκασε τον Ευτυχή ο οποίος δίδασκε ότι ο Χριστός είχε μόνο μία φύση την θεία (η αίρεση μονοφυσιτισμού). Η ανθρώπινη φύση έλεγε ο Ευτυχής, απορροφήθηκε από την θεία και επομένως ο Χριστός υπήρξε μόνο Θεός και φαινομενικώς άνθρωπος.
Η τρίτη Κυριακή είναι μέσα στο μήνα Οκτώβριο και συγκεκριμένα αυτή που θα συμπέσει στις 11 του μηνός ή η πρώτη μετά την ημερομηνία αυτή. Αυτή η Κυριακή, που για φέτος είναι η 13η  Οκτωβρίου, είναι αφιερωμένη στη μνήμη των Πατέρων της Ζ΄ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 787 μ.Χ. όταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο άγιος Ταράσιος και στον αυτοκρατορικό θρόνο βρισκόταν η Ειρήνη η Αθηναία, ως επίτροπος του γιου της Κωνσταντίνου του Στ΄. Η Ειρήνη η Αθηναία συνέβαλε στην οριστική αναστύλωση των ιερών εικόνων και την καταδίκη της εικονομαχίας, δηλαδή και πάλι τον μονοφυσιτισμό, αφού μη δεχόμενοι οι εικονομάχοι -ανάμεσα στ’ άλλα που πρεσβεύανε- την εξεικόνιση του Χριστού, δεν δέχονταν ουσιαστικά την ανθρώπινή του φύση η οποία ενώθηκε με την θεία όπως δογμάτισε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος. «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε»  μας λεει το ιερό ευαγγέλιο (Ιωάν. α΄ 18), αλλά την ανθρώπινη φύση του Χριστού, που ενώθηκε με την θεία, την είδαμε και συνεπώς μπορούμε να την ζωγραφίσουμε, όπως και τα οράματα των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι σήμερα οι εικόνες είναι ο κόσμος των ιερών ναών, που βοηθά το νου μέσα από τη αίσθηση της δράσης ν’ ανεβαίνει στα πρωτότυπα των εικόνων και να προσκυνά το Χριστό και τις θεωμένες υποστάσεις των αγίων.
Με την καθιέρωση αυτή, η Εκκλησία αποδίδει την προσήκουσα τιμή στους Αγίους Πατέρες. Εκτός από τους επισκόπους, είναι και άλλοι στη Εκκλησία ιεροί άνδρες, πρεσβύτεροι, διάκονοι, ακόμα και απλοί μοναχοί  που ξεχωρίζουν για την ορθόδοξη διδασκαλία και για την αγιότητα του βίου τους- θεωρούνται κι αυτοί πατέρες της Εκκλησίας.
Το αποστολικό ανάγνωσμα της πρώτης Κυριακής (Α΄ Οικ. Σύνοδος) είναι παρμένο από τις Πράξεις των Αποστόλων (Πράξ. 20. 16-18, 28-36). Το αποστολικό ανάγνωσμα των άλλων δυο Κυριακών είναι το ίδιο και είναι παρμένο από την προς Τίτον επιστολή του Αποστόλου Παύλου (Τιτ. 3,8-15). Η επιστολή αυτή μαζί με τις δύο επιστολές προς Τιμόθεο διαφέρουν από τις υπόλοιπες επιστολές του αποστόλου Παύλου σε δύο σημεία: α) δεν απευθύνονται προς Εκκλησίες αλλά προς συγκεκριμένα πρόσωπα και β) τα θέματα με τα οποία ασχολούνται έχουν να κάνουν με τους ποιμένες και το ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Για το λόγο αυτό ονομάζονται και ποιμαντικές επιστολές. Η επιλογή λοιπόν του συγκεκριμένου αναγνώσματος δεν είναι τυχαία, γιατί ο ποιμαντικός χαρακτήρας της επιστολής ταιριάζει απόλυτα προς τη μνήμη των Αγίων Πατέρων, οι οποίοι υπήρξαν ποιμένες της Εκκλησίας. Ο Απόστολος Παύλος συνιστά στον Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης, και κατ΄ επέκταση σε όλους τους ποιμένες της Εκκλησίας, πώς να εργάζονται και να φροντίζουν ποιμαντικά τους πιστούς ανθρώπους.
Κύριο θέμα της περικοπής είναι η προτροπή για καλά έργα. Με πολύ απλές προτάσεις μας δείχνει πως συνδέεται η πίστη με την καθημερινή πράξη.   Δύο βασικά στοιχεία ζητά ο απόστολος Παύλος όχι μόνο από τον μαθητή του Τίτο άλλα και από κάθε πιστό της Εκκλησίας, και ιδιαίτερα όσους κατέχουν εξουσίες: τα καλά έργα και τα ωφέλιμα λόγια. Και μάλιστα σε μια εποχή όπως η σημερινή, που οι άνθρωποι έχουν κουραστεί από τα πολλά λόγια που δεν έχουν αντίκρισμα, αυτή η προτροπή είναι όσο ποτέ άλλοτε επίκαιρη, θέτοντας τον καθένα ξεχωριστά προ των ευθυνών του. Επηρεασμένοι από το πνεύμα της εποχής, λέμε λόγια, χωρίς να κάνουμε έργα. Εύκολα κρίνουμε, δύσκολα θέλουμε να κουραστούμε και να εργασθούμε σε έργα αγάπης και διακονίας. Ο θεόπνευστος Απόστολος όμως, μας ζητά ακριβώς το αντίθετο: λίγα λόγια και πολλά έργα. «Αφήστε τις ατελείωτες συζητήσεις για πράγματα ανούσια ή και αμαρτωλά, και πρωτοστατήστε των καλών έργων». Να τα επιτελούμε όχι αναγκαστικά, αλλά με ζήλο και αυταπάρνηση. Χωρίς να περιμένουμε όσους έχουν ανάγκη, να ζητήσουν τη βοήθεια μας. Αλλά να επιζητούμε οι ίδιοι ευκαιρίες.   Κάποιοι υποφέρουν, άλλοι πεινούν, κάποιοι ανήμποροι θέλουν συμπαράσταση, κάποιοι μοναχικοί την παρηγοριά μας. Άλλοι απογοητεύονται στις μακροχρόνιες αρρώστιες τους και άλλοι απελπίζονται από τα βάσανα της ζωής. Να ψάξουμε να βρούμε τους ανθρώπους που χρειάζονται την αγάπη και τη στήριξη μας. Έτσι θα πλουτίσει η ζωή μας με καρπούς αρετής και θα πλημμυρίσει η καρδιά μας από ειρήνη και ανάπαυση.
Προχωρώντας πιο κάτω στην επιστολή του ο Απόστολος Παύλος μας προτρέπει στην αποφυγή των ανόητων συζητήσεων και την ενασχόληση μας με διάφορους γενεαλογικούς καταλόγους, καθώς και με διαμάχες γύρω από το Νόμο. Η ενασχόληση με αυτές τις συζητήσεις προκαλούσε συγκρούσεις μεταξύ των ατόμων που συμμετείχαν σ’ αυτές. Παρόμοια προτροπή απευθύνει ο Απόστολος Παύλος και προς το μαθητή του Τιμόθεο: «μηδέ προσέχειν μύθοις και γενεαλογίαις απεράντοις, αίτινες ζητήσεις παρέχουσι μάλλον ή οικονομίαν Θεού την εν πίστει» (Α΄ Τιμοθ. 1, 4). Η ενασχόληση με αυτά τα ζητήματα αποτελεί καθαρή ματαιοπονία η οποία όχι μόνο δεν ωφελεί αυτούς που συμμετέχουν, αλλά και τους ζημιώνει. Τους ζημιώνει, γιατί τους ρίχνει στο πάθος της αργολογίας, οδηγώντας τους στη ραθυμία και την ακηδία στα πνευματικά. Δεν τους αφήνει να αναπτυχθούν πνευματικά και να καλλιεργήσουν τις πνευματικές αρετές.
Κατόπιν ο απόστολος Παύλος τονίζει προς το μαθητή του Τίτο τη στάση που πρέπει να έχει ως ποιμένας απέναντι στους αιρετικούς. «αιρετικόν άνθρωπον, μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού» (στ.10). Συμβουλή με βαθύτατο περιεχόμενο. Οι αιρετικοί, από ανέκαθεν ήταν επικίνδυνοι. Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τους αιρετικούς σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: είναι εκείνοι οι άνθρωποι, οι οποίοι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν μέσα σ’ ένα αιρετικό περιβάλλον. Οι άνθρωποι αυτοί αν έχουν καλή προαίρεση θα τους δώσει ο Θεός την ευκαιρία ν’ ανανήψουν, και σύμφωνα με τις ευχές που διαβάζουμε τη Θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου ζητώντας από το Θεό «να επανάγει τους πεπλανημένους», να επανέλθουν στη ορθή πίστη. Η δεύτερη κατηγορία είναι των ημιμαθών, των ανθρώπων εκείνων που αγνοούν τις αλήθειες του ευαγγελίου, κι επομένως προσηλώνονται στους αιρετικούς, οι οποίοι διαστρεβλώνουν τα λόγια της Αγίας Γραφής και του Ευαγγελίου. Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία των εσκεμμένα διαστρεβλωτών του λόγου του Θεού και της αλήθειας. Σ’ αυτή τη κατηγορία κατατάσσονται άνθρωποι που επειδή ο Θεός τους έδωσε μερικά χαρίσματα λόγου χάρη εξυπνάδα, ευστροφία κ.α σκέφτηκαν ότι μπορούν να λύσουν όλα τα προβλήματα και να εξηγήσουν τα πάντα. Έτσι ενώ δέχτηκαν αυτά τα δώρα του Θεού, τα οικειοποιήθηκαν και στη συνέχεια πίστεψαν ότι είναι δική τους ενέργεια. Γι’ αυτό και ο Απόστολος συνιστά να είμαστε πολύ προσεκτικοί απέναντι όσων αντιστρατεύονται την ορθή διδασκαλία. Και αυτό, διότι και τότε οι άνθρωποι αυτοί δημιουργούσαν σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, και σήμερα νοθεύουν με δικές τους επινοήσεις και με αποκυήματα της φαντασία τους, την ορθή αποστολική πίστη.
Χρέος κάθε ποιμένα είναι να νουθετήσει τον αιρετικό άνθρωπο μια και δύο φορές προς την ορθή πίστη. Αν δεν πεισθεί και παραμείνει αμετακίνητος στις αιρετικές του απόψεις, τότε πρέπει να παραιτηθεί ο ποιμένας από αυτή του την προσπάθεια και να τον αφήσει. Αυτό δεν το κάνει ο ποιμένας γιατί έχει βαρεθεί να του λεει την αλήθεια, αλλά το κάνει επειδή η άρνηση του να δεχθεί την αλήθεια και να επιστρέψει στην ορθή πίστη φανερώνει την πώρωση και τη διαστροφή, αλλά και το υπερήφανο πνεύμα από το οποίο είναι κυριευμένος ο αιρετικός. Η αίρεση αποτελεί τη χειρότερη αμαρτία, γιατί οδηγεί τον αιρετικό άνθρωπο, αν δεν μετανοήσει, στον πνευματικό θάνατο, που είναι η αποκοπή του από το σώμα της Εκκλησίας. Αν εμβαθύνουμε στην ουσία της προτροπής, βλέπουμε πράγματι ότι οι αιρετικοί κατά κανόνα, δεν μετανοούν. Και αυτή η αμετανοησία, οφείλεται διότι συσκοτίζεται ο νους τους από τον εωσφορικό εγωισμό, ο οποίος και λειτουργεί διασπαστικά για την όλη προσωπικότητα. Αποτέλεσμα είναι το να μη μπορούν κατ’ αρχή να δουν και να αντιληφθούν  την πλάνη τους, και στην συνέχεια να ζητήσουν την θεραπεία από την Εκκλησία, που στην περίπτωση αυτή λειτουργεί ως πνευματικό «κέντρο υγείας» και κατόπιν ως ασφαλές θεραπευτήριο, αποκαθιστώντας τελείως την πνευματική υγεία στην όλη ύπαρξη του ανθρώπου.
Πιστός ο λόγος του Θεού λοιπόν, αληθινός, αξιόπιστος, γι’ αυτό και μπορεί να γίνει αποδεκτός. Όταν η πλάνη και η αμαρτία είναι αποτέλεσμα άγνοιας και λήθης του Θεού, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες ν’ αναστραφεί και ν’ αποκατασταθεί η αλήθεια. Αρκεί να υπάρχει διάθεση και πρόθεση. Από τη άλλη πλευρά το κριτήριο της πνευματικότητας, και της γνησιότητας της πίστης μας είναι τα έργα μας. Τα καλά έργα είναι ο καρπός της πίστης και ο Απόστολος Παύλος τα χαρακτηρίζει «καλά και ωφέλιμα τοις ανθρώποις». Κατά μία άλλη ερμηνεία το «καλά» σημαίνει αρεστά στο Θεό. Ο Θεός ευαρεστείται όταν ο πιστός άνθρωπος δίνει μαρτυρία αγάπης, όταν διακονεί στο όνομα του Ιησού Χριστού τον πάσχοντα και εμπερίστατο αδελφό του. Όταν γίνονται μέσα στη σιωπή και στην ανωνυμία της αγάπης, είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος που «βασιλεύει» μέσα μας. Όταν αντίθετα αποβλέπουν σε διευθέτηση σκοπιμοτήτων, στερούνται της σφραγίδας του Πνεύματος και φανερώνουν την σκοτεινότητα και ακαταστασία της καρδιάς μας. Καλούμαστε όλοι στο όνομα του Ιησού Χριστού να δώσουμε στο σύγχρονο κόσμο μας τη μαρτυρία της αγάπης, των καλών έργων, της πίστης και της ελπίδας στο Θεό.





Κυριακή Δ’ Λουκά (του Σπορέως) Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λκ. η’ 5-15 (13-10-2019)

Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν τῷ μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ᾿Επηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; Ὁ δὲ εἶπεν· Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· Οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν ,εἰσιν οἱ ἀκούσαντες· εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος, καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας, οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἱσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται, καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν, οἵ τινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ, ἀκούσαντες τὸν λόγον, κατέχουσι, καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω. 
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή «Βγήκε ο σποριάς για να σπείρει το σπόρο του· καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Οι μαθητές του τότε τον ρώτησαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ΄ εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίζεται τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, ενώ στους υπολοίπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν και να μη βλέπουν και ν΄ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο του Θεού, έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ΄ τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα· γι΄ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ΄ αγκάθια είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ΄ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν΄ ακούει ας τα ακούει».
Σχολιασμός
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή  σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη του νέου κατηχητικού έτους. Από σήμερα η εκκλησία μας και τα στελέχη της με ανανεωμένες δυνάμεις θα ξεκινήσουν την εκ νέου σπορά του λόγου του Θεού αποσκοπώντας στην κατά Χριστόν πρόοδο και προκοπή του λαού του Θεού. Για το λόγο αυτό έχει θεσπιστεί να διαβάζεται κατά τη θεία λειτουργία, η γνωστή παραβολή του καλού σπορέως, ο οποίος ρίχνει το σπόρο στη γη και αναμένει να πάρει τους καρπούς της σποράς.
Όπως όλες οι παραβολές του Χριστού και αυτοί η παραβολή αποκαλύπτει το μυστήριο της βασιλείας του Θεού. Μέσα από τις εικόνες της καθημερινής ζωής των ανθρώπων και την απλότητα της αφηγήσεως, ο παραβολικός λόγος του Χριστού μας διδάσκει για τις αλήθειες του λόγου του Θεού, του λόγου του Ευαγγελίου και της βασιλείας του Θεού. Έτσι οι ιεροί ευαγγελιστές τοποθετούν τη παραβολή μέσα στο πλαίσιο εκείνο συμφώνα με το οποίο ο Χριστός αναγγέλλει το λόγο του Θεού. Η παραβολή του σπορέως είναι μία από τις σημαντικότερες παραβολές και είναι παρμένη από την αγροτική ζωή. Είναι πολύ σημαντικό επίσης ότι ο ίδιος ο Κύριος ερμηνεύει την παραβολή μετά από ερώτηση των μαθητών του. Η εικόνα είναι συμβολική. Ο σπορέας είναι ο Χρίστος, ο σπόρος είναι το ευαγγέλιο του και η γη είμαστε όλοι εμείς που καλούμαστε να καρποφορήσουμε μέσα μας τον λόγο του Θεού. Ο σπόρος καρποφορεί αναλόγως με τη δεκτικότητα και τη γονιμότητα του εδάφους.
Η εικόνα του Χριστού Μεσσία ως σπορέως ανατρέπει εκείνη των Ισραηλιτών οι οποίοι ανέμεναν το Μεσσία ως κοσμικό άρχοντα. Η εικόνα του σπορέως δεν περιέχει ούτε ίχνος βίας ούτε κοσμικής δυνάμεως και όλοι οι άνθρωποι καλούνται να γίνουν μετοχοί της βασιλείας του Θεού να αποκτήσουν τη σωτηρία και γι αυτό ο σπόρος σπέρνεται παντού. Ο σπορέας σπέρνει το σπόρο χωρίς διάκριση στο δρόμο, στο πετρώδες έδαφος, μέσα σε ακανθώδες έδαφος κατά τον ίδιο τρόπο που σπέρνει και στο καλλιεργημένο και γόνιμο έδαφος. Ωστόσο αν ήταν μια απλή γεωργική πράξη  θα ήταν παράλογο για την αλόγιστη σπατάλη του σπόρου μέσα σε καλά και άγονα εδάφη όπου θα ήταν βέβαιο ότι η σπορά θα ήταν εκατό τοις εκατό αποτυχημένη. Όμως η παραβολή αυτή ξεφεύγει από την απλή πραγματικότητα της καθημερινότητας και της αγροτικής ζωής ο Χριστός δίνει ένα διπλό μήνυμα. Το πρώτο είναι ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να αναμένουν το Μεσσία να έλθει με θόρυβο και με κοσμική εξουσία αλλά για μια ταπεινή έλευση. Το δεύτερο μήνυμα της παραβολής είναι ότι ο Θεός δεν κάνει διάκριση μεταξύ των ανθρώπων δεν οδηγεί κάποιους στην σωτηρία και κάποιους στην απώλεια, αλλά καλεί όλους να γίνουν μέλη και κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού. Η βασιλεία του Θεού δεν θα έλθει στον καθένα μας δια της βίας αλλά εργάζεται αθόρυβα στις καρδιές των ανθρώπων, όπως ο σπειρόμενος σπόρος βλαστάνει και παράγει καρπούς.
O σπειρόμενος σπόρος είναι λόγος του Θεού. Ο σπόρος αυτός σπέρνεται από τον ίδιο Χριστό και εισέρχεται στις καρδιές των ανθρώπων. Ο λόγος του Θεού, το Ευαγγέλιο του είναι ο ίδιος ο Χριστός. Άρα είναι λόγος απόλυτης γνησιότητας, αυθεντικότητας και αναμφισβήτητης πνευματικής εξουσίας. Είναι ο ίδιος ο Χριστός αποκαλυπτόμενος αυτοπροσώπως μέσα στα ιερά κείμενα της Αγίας Γραφής, ο οποίος κρούει την θύρα της ανθρώπινης ψυχής  αναζητώντας ικανό και δεκτικό έδαφος προκειμένου να καρποφορήσει και να βλαστήσει. Τα ιερά αυτά κείμενα ευαγγελίζονται το μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας.
Η σπορά όμως του θείου λόγου είναι και θεμελιώδες  έργο της Εκκλησίας σύμφωνα με τη δική του εντολή «Μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθ. 28,19). Κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τη κτίσει»(Μαρκ.16,15). Έργο και σκοπός και καθημερινός αγώνας της Εκκλησίας και των ποιμένων της είναι  να φέρουν κοντά τους ανθρώπους, να σπείρουν  στις καρδιές τους το σπόρο του λόγου της πίστεως. Έπειτα  σπορά και καρποφορία συνδέονται μεταξύ τους, άλλος ενεργεί τη σπορά και άλλοι πραγματοποιούν τη συγκομιδή των καρπών. Ο Θεός σπείρει και οι άνθρωποι θερίζουν.
Από όσο γνωρίζουμε και από την αγροτική ζωή από τη στιγμή που γίνεται η σπορά μέχρι την ώρα του θερισμού μεσολαβεί αρκετός χρόνος κι έτσι διαπιστώνουμε ότι ο Θεός παρέχει χρόνο στον καθένα μας να καλλιεργήσει το λόγο του Θεού μέσα του και να τον καταστήσει καρποφόρο. Ακόμη ο θερισμός είναι η εικόνα της τελικής κρίσεως και της εσχατολογικής αιώνιας βασιλείας του Θεού. Ο σπόρος  σπείρεται στο έδαφος  και δίδει την εντύπωση ότι χάνεται, καταστρέφεται, πεθαίνει για το λόγο αυτό συμβολίζει την ανάσταση των σωμάτων, τα οποία θα αναστηθούν όπως και σπόρος. Εξάλλου ο ίδιος ο Κύριος είχε τονίσει: «Μακάριοι οι ακούοντες το λόγο του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν» (Λουκ.11,28). Ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που ακούνε το λόγο του Θεού και τον κρατούνε στοργικά σαν θησαυρό στην καρδιά τους. Μόνο τότε καρποφορεί σε αρετή και σε πνευματική προκοπή ο θείος λόγος.
Η παραβολή του σπορέως αποτελεί κλίση προς όλους τους ανθρώπους να δεχθούν το λόγο του Θεού. Ο καθένας οφείλει να μεταβάλει σε σχέση με το σπόρο, δηλαδή το λόγο του Θεού, τη πέτρινη καρδιά του σε καλλιεργημένο και καρποφόρο έδαφος. Ο λόγος του Θεού καρποφορεί «εν υπομονή» και όταν αντιληφθούμε ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι ο μεγάλος σπορέας, αυτός ποτίζει, αυτός καλλιεργεί με την  χάρη του τον ευαγγελικό λόγο στις ψυχές  μας και τότε με καρτεριά και εμπιστοσύνη  θα ζητάμε και θα περιμένουμε τους καρπούς.
Αυτό που ωθεί τον Θεό στη σπορά του λόγου είναι η μεγάλη αγάπη του. Κάθε ενέργεια του Θεού αποτελεί έκφραση της αγάπης του προς τον άνθρωπο. Δεν μας αφήνει να αμφιβάλλουμε και να τρέφουμε ψευδαισθήσεις. Η καρποφορία του σπόρου χρειάζεται υπομονή. Δεν είναι αρκετό ότι θα πέσει στο χωράφι της ψυχής μας ο σπόρος του Ευαγγελίου.
                                             



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου