Παρασκευή 5 Ιουλίου 2019

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΉΣ 7-7-2019

Α.Σ.Ε.Ι Π.

Αποτέλεσμα εικόνας για Εικόνα της Αγίας κυριακής

Αγίας Μεγαλομάρτυρος Κυριακής, Αποστ. Ανάγνωσμα: Γαλ. γ΄ 23 – δ’ 5
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. Ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· Ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς
ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ’ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. Οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, πριν έρθει ο Χριστός, μας φρουρούσε ο νόμος. Ήμασταν φυλακισμένοι, ώσπου να φανερωθεί ο μελλοντικός σωτήρας μας. Ο νόμος, λοιπόν, ήταν σκληρός παιδονόμος για μας, ώσπου εμφανίστηκε ο Χριστός, οπότε η πίστη μας σ’ αυτόν μας χάρισε τη σωτηρία. Τώρα όμως που ήρθε ο Χριστός, δεν είμαστε πια υπόδουλοι στο νόμο. Είστε, λοιπόν, όλοι παιδιά του Θεού, αφού πιστεύετε στον Ιησού Χριστό. Κι αυτό, γιατί όσοι βαφτιστήκατε στο όνομα του Χριστού, έχετε ντυθεί το Χριστό. Δεν υπάρχει πια Ιουδαίος και ειδωλολάτρης, δεν υπάρχει δούλος και ελεύθερος, δεν υπάρχει άντρας και γυναίκα· όλοι σας είστε ένας, χάρη στον Ιησού Χριστό. Κι αφού ανήκετε στο Χριστό, είστε απόγονοι του Αβραάμ και κληρονόμοι της ζωής, όπως την υποσχέθηκε ο Θεός. Να τι θέλω να πω: Όσον καιρό ο κληρονόμος είναι ανήλικος, δε διαφέρει σε τίποτε από ένα δούλο. Είναι βέβαια ιδιοκτήτης των πάντων, εξαρτάται όμως από επιτρόπους και διαχειριστές, ως την προθεσμία που καθόρισε ο πατέρας. Έτσι κι εμείς, όταν ήμασταν ανήλικοι, ήμασταν υπόδουλοι στα στοιχεία του κόσμου. Όταν όμως έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός, απέστειλε τον Υιό του. Γεννήθηκε από μια γυναίκα και υποτάχτηκε στο νόμο, για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν υπόδουλοι στο νόμο, για να γίνουμε παιδιά του Θεού.
Σχολιασμός
Η σημερινή αποστολική περικοπή είναι παρμένη από την προς Γαλάτας επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Αναφέρεται στη μετάβαση από την εποχή του «Νόμου», την εποχή δηλαδή της Παλαιάς Διαθήκης στην εποχή της «πίστης», δηλαδή της Νέας Διαθήκης, καθώς επίσης και στα μεγάλα δώρα που λαμβάνουν όσοι αποδέχονται και ζουν στην περιοχή της χάριτος και της αγάπης του Θεού. Αναγινωσκόμενη η περικοπή αυτή λίγες εβδομάδες προ της μεγάλης και κοσμοσωτηρίου εορτής των Χριστουγέννων μας οδηγεί στην εξαγωγή μηνυμάτων που σχετίζονται άμεσα με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, του Χριστού.
«Παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν»
Ακούσαμε λοιπόν ότι η εποχή του Νόμου, με όλες εκείνες τις εντολές, «παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν». Φρόντισε δηλαδή να μας προετοιμάσει να δεχθούμε κάτι εντελώς νέο στη ζωή μας, κάτι που υπερβαίνει τα δικά μας ανθρώπινα μέτρα. Μας παιδαγώγησε ώστε να δεχθούμε και να προϋπαντήσουμε τον σεσαρκωμένον Υιόν και Λόγον του Θεού. Έτσι όχι άσκοπα, αλλά προς μεγάλη χρησιμότητα δόθηκε ο Νόμος σαν χαλινάρι που να μην επιτρέπει στους ανθρώπους να ζούν χωρίς φόβο και εύκολα να ξεγλιστρούν στην κακία και την αμαρτία.
Αφού λοιπόν ο νόμος μας παιδαγώγησε κατάλληλα, ο Θεός πατήρ «εξαπέστειλε τον υιόν αυτού», όχι για να τον βλέπουμε από μακριά, όχι να τον θαυμάζουμε και να φιλοσοφούμε γι΄ αυτόν αλλά «ίνα εν αυτώ περιπατώμεν». Ο Χριστός έγινε η «οδός» την οποία ήδη περπατούμε από την ημέρα της γεννήσεώς μας στην εκκλησία, την ημέρα δηλαδή του βαπτίσματός μας. «Οδός» δια της οποίας μεταβαίνουμε «εκ του θανάτου εις την ζωήν».
«Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου»
Η ενανθρώπησή Του, ως η «είσοδος» του Θεού στην ιστορία «εν σαρκί» είναι το μόνο χαρμόσυνο μήνυμα. Με την ενσάρκωση Του δεν είχε σκοπό να μας κάνει απλά πιο καλούς ή πιο ηθικούς ανθρώπους. Η ενανθρώπηση, ως η πρακτική έκφραση της «υπερ νουν» αγάπης του Θεού για τα πλάσματά Του, και ως προαιώνιο σχέδιο έγινε «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου», αναδημιουργώντας, μεταμορφώνοντας και επαναφέροντας την ανθρώπινη φύση προς τον εαυτό Του. Έτσι ήρε, άπαξ και διαπαντός, την παράλογη και τραγική απόπειρά μας να τον απομακρυνθούμε από τα θεμέλια του κόσμου.
Από τότε ζούμε μια νέα πραγματικότητα, ιδίως σήμερα όπου στον κόσμο γενικά καλλιεργείται μια τέτοια αναμονή και αντίληψη, η χριστιανική ανθρωπότητα δεν μπορεί να περιμένει άλλο νέο. Ο Ιησούς Χριστός είναι «το μόνο καινόν υπο τον ήλιο». Είναι ό,τι περιμέναμε, αφού αυτός μόνο υπερβαίνει το χώρο και το χρόνο, τη φθορά και το θάνατο. Είναι ο μόνος που «ελύληθεν εις τον κόσμον, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου».
«Πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού»
Πράγματι, με το πάνσοφο σχέδιο που εφάρμοσε για την σωτηρία μας, δηλαδή με την ενσάρκωση, την Αγία Ζωή, τα Πάθη, την Σταύρωση, την Ταφή, την Ανάσταση και την Ανάληψη Του, αλλά και με την Αγία Πεντηκοστή πέτυχε κάθε τι το οποίο είναι παντοτινά αναγκαίο για την ανθρώπινη ύπαρξη. Και παρόλο που οι φυσικές διαφορές όσων με το βάπτισμα ενεδύθηκαν τον Χριστό δε αναιρούνται, εντούτοις ο Απ. Παύλος υποστηρίζει πως πλέον «ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος, ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού».
Το χωρίο τούτο του Αποστόλου Παύλου βέβαια δεν περιορίζεται στην επιφανειακή διάσταση της κοινωνικότητας αλλά εισχωρεί βαθύτερα. «Εν τω Χριστώ», κυρίως σωζόμαστε από τη διάσπαση που προκαλεί ο διάβολος αλλά και από την εγωιστική απομόνωση που επιβάλλει σε όσους αρνούνται τον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής, δια του οποίου αποκαθίσταται η ευλογημένη αίσθηση ότι είμαστε συνυφασμένοι με όλα τα όντα και δημιουργήματα του Θεού. Αίσθηση με την οποία γνωρίζουμε ολοένα και περισσότερο πως μόνο η κοινωνικότητα και η αγάπη του Ιησού μπορεί να ελεήσει τον πλησίον και τον κόσμο γύρω μας.
«Ίνα την υίοθεσίαν απολάβωμεν»
Αλήθεια, παρόλο ότι ζούμε σε μέρες δύσκολες• μέρες όπου ο πόνος της αμαρτίας καταντά ανυπόφορος και που η δημιουργία «συστενάζει και συνωδίνει» μαζί με μας όσο ποτέ άλλοτε, όταν συναντούμε ένα χαριτωμένο άνθρωπο αναπαυόμαστε κοντά του γιατί ακριβώς στο πρόσωπό του αποτυπώνεται και η ανάλογη ψυχική του κατάσταση. Η αίσθηση του μεταμορφώνεται αισθητά σ’ ένα θαυμαστό μήνυμα, που σχετικά μόνο μπορεί να περιγραφεί.
Διαπιστώνουμε ότι υποχωρούν από τη ζωή του η τρέλα, ο σπαραγμός, το ανόητο και το άσκοπο, η απελπισία, η γκρίνια, η απομόνωση. Τη θέση τους λαμβάνουν η σωφροσύνη, η γαλήνη, η μακαριότητα, η κοινωνικότητα, που απαλλάσσουν από εκείνο το φρικτό αίσθημα της μοναξιάς, του ατέλειωτου θανάτου και της νεκρωτικής βίωσης της κολάσεως.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν γιατί η Εκκλησία μας δίνει τόση σημασία και βαρύτητα σ’ αυτό το πλέον παράξενο και παράδοξο, για τα ανθρώπινα μέτρα, μυστήριο. Είναι αληθινά μυστήριο, γιατί ο Θεός γίνεται εκείνο που δεν ήταν. Γίνεται άνθρωπος χωρίς να παύσει να είναι Θεός. Γεννιέται από Παρθένο χωρίς σαρκική σπορά και χωρίς η Παρθένος να χάσει την παρθενία της. Εδώ σταματά κάθε διανοητική συγκατάθεση, γιατί το μυαλό αδυνατεί να συλλάβει το μέγεθος των γεγονότων. Η Γέννηση του Χριστού όπως τη μαρτυρεί το Ευαγγέλιο αποτελεί πρόσκληση για πίστη. Όχι όμως πίστη τυφλή. Η δική μας η πίστη δεν είναι ούτε τυφλή, ούτε διανοητική. Είναι πίστη λογική. Πιστεύουμε ό,τι πιστεύουμε, γιατί εμπιστευόμαστε τους φίλους και μαθητές του Χριστού, τους αγίους. Με λίγα λόγια πιστεύουμε με την πίστη των αγίων, με τα δικά τους μάτια και τα δικά τους αυτιά, διότι στα πρόσωπά τους ο Κύριος πραγματοποίησε και συνεχίζει να πραγματοποιεί όλες του τις υποσχέσεις.
Πράγματι, αν μελετήσει κανείς ή καλύτερα αν μιμηθεί τους βίους των Αγίων θα αισθανθεί ότι η ζωή κάθε Αγίου αποτελεί απόδειξη και μαρτυρία πως η καταγωγή μας είναι εκ του ουρανού, ότι είμαστε άνθρωποι αληθινοί καθ’ όσον παραμένουμε ενωμένοι οντολογικά με τον Ιησού Χριστό. Από όλους δε τους Αγίους κυρίως η Αειπάρθενος Μαρία μπορεί να μας οδηγεί στους μυστικούς δρόμους του Υιού της και σ’ ότι μπορεί να λαχταρίσουμε ως «θεοειδείς» υπάρξεις.





Κυριακή Γ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Μτθ. στ’ 22-33
 Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος· ῾Ο λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδείς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει, οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; Ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; Τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; Καὶ περὶ ἐνδύματος, τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει. Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; Μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἢ τί πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα; πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.


Νεοελληνική Απόδοση
Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν λοιπόν τα μάτια σου είναι γερά, όλο το σώμα σου θα είναι στο φως. Αν όμως τα μάτια σου είναι χαλασμένα, όλο το σώμα σου θα είναι στο σκοτάδι. Κι αν το φως που έχεις, μεταβληθεί σε σκοτάδι, σκέψου πόσο θα΄ ναι το σκοτάδι. Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους, γιατί ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα στηριχτεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε δούλοι και στο Θεό και στο χρήμα. Γι΄ αυτό, λοιπόν, σας λεω: Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο; Κοιτάξτε τα πουλιά που δεν σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάζουν αγαθά σε αποθήκες, κι όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει• εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο απ΄ αυτά; Κι έπειτα, ποιός από σας μπορεί με το άγχος του να προσθέσει έναν πήχυ στο ανάστημά του; Και γιατί τόσο άγχος για το ντύσιμό σας; Ας σας διδάξουν τα αγριόκρινα πώς μεγαλώνουν, δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν, κι όμως σας βεβαιώνω πως ούτε ο Σολομών σ΄ όλη του τη μεγαλοπρέπεια δεν ντυνόταν όπως ένα από αυτά. Αν όμως ο Θεός ντύνει έτσι το αγριόχορτο, που σήμερα υπάρχει και αύριο θα το ρίξουν στη φωτιά, δε θα φροντίσει πολύ περισσότερο για σας, ολιγόπιστοι; Μην έχετε, λοιπόν, άγχος και μην αρχίσετε να λέτε: «τι θα φάμε;» ή: «τι θα πιούμε» ή: «τι θα ντυθούμε;» γιατί για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δεν εμπιστεύονται το Θεό, όμως ο ουράνιος Πατέρας σας ξέρει καλά ότι έχετε ανάγκη απ΄ όλα αυτά. Γι΄ αυτό πρώτα απ΄ όλα να επιζητείτε τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός του, κι όλα θα ακολουθήσουν.
Η πρόνοια του Θεού και το άγχος της ζωής
Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα είναι ένα απόσπασμα από την επί του Όρους Ομιλία του Ιησού Χριστού. Κεντρική θέση στην ομιλία αυτή κατέχει η Βασιλεία του Θεού.  Ουσιαστικά αποτελεί μια παράθεση πρακτικών συμβουλών του Ιησού Χριστού για το πώς οι Χριστιανοί οφείλουν να συμπεριφέρονται μέσα στον κόσμο αυτό.  Σε τελική ανάλυση η αξία του κόσμου αυτού, των υλικών αγαθών και της βιοτικής μέριμνας ορίζεται από την προοπτική της Βασιλείας του Θεού.
Το ευαγγελικό ανάγνωσμα, λοιπόν, της ημέρας χωρίζεται σε τρεις επί μέρους ενότητες: 1. υποδείξεις του Ιησού Χριστού για το «λύχνο» του σώματος, που είναι το μάτι, 2. υποδείξεις του Ιησού Χριστού για το ότι δεν μπορεί κανείς να υπηρετεί ταυτόχρονα δύο κυρίους (Θεός – μαμωνάς) και 3. προτροπές του Ιησού Χριστού ώστε να αποφεύγεται η βιοτική μέριμνα και το άγχος για τις υλικές ανάγκες του ανθρώπου.  Κεντρικό μήνυμα του αναγνώσματος είναι η απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού.
Ο λύχνος του σώματος εστίν ο οφθαλμός
Ο Ιησούς Χριστός με έναν παραβολικό λόγο τονίζει την αξία που έχει το μάτι για όλο το σώμα.  Το μάτι παρομοιάζεται με το λυχνάρι του σώματος.  Είναι το μέσο με το οποίο φωτίζεται όλο το σώμα και κατεπέκταση ο όλος άνθρωπος. Η όραση είναι ίσως η σπουδαιότερη αίσθηση της ανθρώπινης φύσης.  Με την όραση κάθε άνθρωπος θαυμάζει και απολαμβάνει τα μεγαλεία της δημιουργίας του Θεού, τον υλικό κόσμο, το κάλλος της αγάπης του Θεού.  Έχει τη δυνατότητα να βλέπει το φως της ημέρας αλλά και τα προσφιλή του πρόσωπα, η θέα των  οποίων παρηγορεί και ευφραίνει την ψυχή.  Έχει τη δυνατότητα της μόρφωσης,    της εργασίας, της κοινωνικής ανέλιξης.  Η έλλειψη της όρασης δυσχεραίνει τη ζωή των ανθρώπων, αφού τους στερεί τις χαρές αυτές και πολλές ακόμα άλλες.  Την αξία της όρασης εμείς οι υγιείς άνθρωποι δεν μπορούμε πολλές φορές να την αντιληφθούμε πλήρως.  Ένας τυφλός όμως άνθρωπος μπορεί να μαρτυρήσει για την αξία της όρασης και την οδυνηρή αίσθηση της απώλειάς της.  Άλλωστε την αξία της όρασης την διαπιστώνουμε και από τα πολλά θαύματα του Ιησού Χριστού σε τυφλούς ανθρώπους. Στο σημείο αυτό είναι πρόδηλη η παραβολική χρήση της αισθητής όρασης και η μεταφορά του λόγου του Ιησού Χριστού από την αισθητή στην εσωτερική όραση, στην όραση του νου και της ψυχής.
Η καλή ή κακή ποιότητα της όρασης είναι καθοριστική για την ποιότητα του φωτός, το οποίο μεταφέρει και εκπέμπει.  Γι΄ αυτό ο Ιησούς Χριστός χρησιμοποιεί δύο αντίθετους όρους: «απλούς» και «πονηρός», χαρακτηρίζοντας έτσι το καλό και το κακό μάτι.  Με τον όρο «απλούς» γενικά μέσα στην Αγία Γραφή προσδιορίζεται ο αφοσιωμένος και υπάκουος στο Θεό άνθρωπος.  Αντίθετα με τον όρο «πονηρός» προσδιορίζεται ο εγωιστής άνθρωπος, εκείνος που αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού και προσπαθεί να επιβάλει το δικό του θέλημα.  Ο κατεξοχήν  πονηρός είναι ο Εωσφόρος, ο Διάβολος, ο οποίος ακολούθησε το δικό του θέλημα και έτσι έχασε το φως και ξέπεσε στο σκότος.  Επομένως εκείνος που επιθυμεί να βρίσκεται στο φως, οφείλει να στρέφει την προσοχή του προς τον Θεό, ο οποίος είναι η πηγή του φωτός.
Επιπλέον τα μάτια είναι οι πρώτοι δέκτες των διαφόρων εικόνων, οι οποίες μεταφέρονται στη συνέχεια στο νου και στην καρδία του ανθρώπου και επηρεάζουν τον ψυχικό και συναισθηματικό του κόσμο.  Αν λοιπόν ο άνθρωπος αφήσει τις σκοτεινές εικόνες να διαμορφώσουν τον χαρακτήρα και την συμπεριφορά του, τότε η ύπαρξή του δε θα εκπέμπει φως, αλλά σκότος.  Τα έργα του, οι πράξεις του, οι λόγοι του θα είναι σκοτισμένα.  Αντίθετα αν οι εικόνες που εισέρχονται μέσα του είναι εικόνες φωτός, τότε θα εκπέμπει ο ίδιος φως προς τα έξω.  Η ύπαρξή του πλέον θα γίνει φωτεινό παράδειγμα για όλους όσους θα συναναστρέφονται μαζί του.
Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν
Το δεύτερο θέμα βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με το πρώτο, γιατί όπως δεν μπορεί να συνυπάρξει το φως με το σκότος, κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορεί ο άνθρωπος να είναι στην υπηρεσία δύο κυρίων.  Στην περίπτωση που κάποιος επιχειρήσει να υπηρετήσει ταυτόχρονα δύο κυρίους τότε δυο πράγματα μπορεί να συμβούν: ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο.  Δεν μπορεί κανείς να είναι συγχρόνως και δούλος του Θεού και δούλος του χρήματος.  Ο Ιησούς Χριστός απαιτεί την απόλυτη αφοσίωση του ανθρώπου στον Θεό.  Εξάλλου όπως τονίζεται και σε άλλο σημείο της Αγίας Γραφής, ο Θεός και το χρήμα είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους, γιατί ο Θεός προσφέρει την ελευθερία, ενώ το χρήμα την υποδούλωση: «δυσκόλως πλούσιος εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών» (Ματθ.19,23).
Η ζωή του ανθρώπου μέσα στον παροδικό αυτό κόσμο κρύβει πολλούς κινδύνους υποδούλωσης, είτε στην κοσμική εξουσία, είτε στο χρήμα και στις υλικές απολαύσεις.  Άλλωστε τους πειρασμούς αυτούς τους αντιμετώπισε και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός μέσα στην έρημο και απέρριψε τόσο την κοσμική εξουσία και δόξα, όσο και τα υλικά αγαθά.  Τυχόν συγκατάθεση και υποδούλωση του ανθρώπου σε αυτές τις καταστάσεις σημαίνει την άρνηση του Θεού και οδηγεί στη δυστυχία και απελπισία. 
Η βιοτική μέριμνα
Το τρίτο και ουσιαστικότερο μέρος της περικοπής αναφέρεται στην απόλυτη εμπιστοσύνη, που πρέπει να έχει ο άνθρωπος στην πρόνοια του Θεού και να αποφεύγει την αγωνιώδη μέριμνα για τη ζωή.  Βέβαια αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι ο άνθρωπος σταματά κάθε προσπάθεια, ώστε να εξασφαλίσει τα απαραίτητα για τη διαβίωσή του.  Ο Ιησούς Χριστός μας καλεί να μην πνιγόμαστε στο άγχος για το τι θα φαμε, ή τι θα πιούμε, ή πώς θα ντυθούμε.
Η ζωή και το σώμα μας είναι σπουδαιότερα από το τι θα φαμε και θα πιούμε και πώς θα ντυθούμε.  Αυτό εξάλλου το καταδεικνύει και η ίδια η φύση, αφού κατά τους λόγους του Κυρίου: «τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά» και ακόμα «περί ενδύματος τι μεριμνάτε; Καταμάθετε τα κρίνα του αγρού πώς αυξάνει• ου κοπιά ουδέ νήθει• λέγω δε υμίν ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως έν τούτων».  Επιπλέον: «Τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα;» και αφού αυτό είναι αδύνατο, τότε και οι καθημερινές φροντίδες και μέριμνες δεν προσφέρουν τίποτα στον άνθρωπο, παρά μόνο το άγχος το οποίο εκτός από την ψυχολογική κατάπτωση επιφέρει και πολλές σωματικές ασθένειες.
Το άγχος συνιστά ουσιαστικά άρνηση του Θεού και μαρτυρεί έλλειψη πίστης.  Ο αγωνιών άνθρωπος κατατρώγεται με την προσπάθεια για απόκτηση περισσοτέρων αγαθών και ξεχνά ή και αρνείται τον Θεό.  Δεν καταφεύγει πλέον στην πρόνοια του Θεού και δε ζητά τη βοήθειά του.  Στηρίζεται στη δική του δύναμη και στις ικανότητές του.  Η διαγραφή του Θεού από τη ζωή μας επιφέρει την ολοκληρωτική υποδούλωση στα πάθη, τις αδυναμίες και στα υλικά πράγματα.
Αντίθετα με την κατάσταση του άγχους η απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού, απαλλάσσει τον άνθρωπο από κάθε είδους εξάρτηση, και του προσφέρει την «εν Χριστώ» ελευθερία.  Ασφαλώς αυτό δεν καταργεί τη νόμιμη προσπάθεια του ανθρώπου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα της ζωής του, αλλά την τοποθετεί πάνω στη σωστή βάση της.  Το πρώτο ζητούμενο είναι η βασιλεία του Θεού: «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν».
Η προσευχή των πιστών πρέπει να είναι μια διαρκής εκζήτηση της βασιλείας του Θεού, αυτό άλλωστε ζητούμε και στην Κυριακή Προσευχή: «ελθέτω η βασιλεία Σου» και όλα τα υπόλοιπα ακολουθούν.  Ο Θεός προνοεί για όλα τα δημιουργήματά του και με ιδιαίτερο τρόπο για το τέλειο δημιούργημά του τον άνθρωπο.  Η αλήθεια αυτή είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε επίκαιρη, αφού σήμερα το άγχος είναι η κατεξοχήν αιτία των ψυχικών διαταραχών και άλλων ασθενειών των ανθρώπων.  Ο σύγχρονος άνθρωπος πνίγεται μέσα στην προσπάθεια και την αγωνία για την απόκτηση όλο και περισσότερων υλικών αγαθών και ανέσεων.  Βέβαια οι λόγοι του Ιησού Χριστού δεν πρέπει να παρανοηθούν.  Δεν μας προτείνει σε καμία περίπτωση την παθητική στάση και αναμονή μια θαυματουργικής επίλυσης του προβλήματος της εξασφάλισης των απαραίτητων πραγμάτων της ζωής.  Εξάλλου ακόμα και αυτά τα πουλιά καταβάλλουν τη δική τους προσπάθεια, εξέρχονται προς αναζήτηση της τροφής τους, χωρίς όμως να αγχώνονται.  Άρα ο άνθρωπος οφείλει στη ζωή του και να εργάζεται και να προσπαθεί για τα απαραίτητα στοιχεία της καλής διαβίωσής του, χωρίς όμως αυτό να γίνεται αυτοσκοπός.  Χωρίς αυτό να σημαίνει την έλλειψη εμπιστοσύνης στην πατρική πρόνοια του Θεού.  Το πρώτο και κορυφαίο μέλημα της ζωής του ανθρώπου είναι η σωτηρία της ψυχής και η κατάκτηση της βασιλείας του Θεού.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου