Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 1-8-2021 Ματθ. θ' 1-8

Ε.Ι.Π.


















Κυριακή Στ΄ Επιστολών, Αποστ. Ανάγνωσμα, Ρωμ. ιβ’ 6-14 (01-08-2021)

 Πρωτότυπο Κείμενο

Έχοντες δε χαρίσματα κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν διάφορα, είτε προφητείαν, κατά την αναλογίαν της πίστεως, είτε διακονίαν, εν τη διακονία, είτε ο διδάσκων, εν τη διδασκαλία,  είτε ο παρακαλών, εν τη παρακλήσει, ο μεταδιδούς, εν απλότητι, ο προϊστάμενος, εν σπουδή, ο ελεών, εν ιλαρότητι.  Η αγάπη ανυπόκριτος. Αποστυγούντες το πονηρόν, κολλώμενοι τω αγαθώ,  τη φιλαδελφία

εις αλλήλους φιλόστοργοι, τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι,  τη σπουδή μη οκνηροί, τω πνεύματι ζέοντες, τω Κυρίω δουλεύοντες,  τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτερούντες,  ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες, την φιλοξενίαν διώκοντες.  Ευλογείτε τους διώκοντας υμάς, ευλογείτε και μη καταράσθε.

Νεοελληνική Απόδοση

Η χάρη του Θεού μάς έδωσε διάφορα πνευματικά χαρίσματα. Άλλος είναι προφήτης, για να κηρύττει ανάλογα με το βαθμό της πίστης του, άλλος έχει το χάρισμα της διακονίας, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Το ίδιο να κάνει κι ο δάσκαλος του λαού του Θεού με τη διδασκαλία, κι όποιος έχει το χάρισμα να στηρίζει τους αδελφούς, να τους στηρίζει. Αλλά κι όποιος μοιράζει τα αγαθά του με τους άλλους να το κάνει με απλότητα, ο προϊστάμενος να δείχνει ζήλο για το έργο του, όποιος μοιράζει τις ελεημοσύνες να το κάνει με καλοσύνη. Η αγάπη σας να είναι ειλικρινής. Να αποστρέφεστε το κακό και να ακολουθείτε το καλό. Να δείχνετε με στοργή την αγάπη σας για τους άλλους πιστούς. Να συναγωνίζεστε ποιος θα δείξει περισσότερη εκτίμηση στον άλλο. Μην είστε οκνηροί σ΄ ό,τι πρέπει να δείχνετε ζήλο, να έχετε πνευματικό ενθουσιασμό, να υπηρετείτε τον Κύριο. Η ελπίδα να σας δίνει χαρά. Να έχετε υπομονή στις δοκιμασίες. Να επιμένετε στην προσευχή. Να βοηθάτε τους άλλους χριστιανούς, όταν βρίσκονται σε ανάγκη, και να επιδιώκετε να φιλοξενείτε τους αδελφούς. Να προσεύχεστε για το καλό των διωκτών σας, να ζητάτε την ευλογία του Θεού γι΄ αυτούς κι όχι να τους καταριέστε.

 Χαρίσματα και διαπροσωπικές σχέσεις

Η ζωή μας είναι μια κοινωνία προσώπων.  Κανείς άνθρωπος δεν ζει μόνος του, αλλά συνυπάρχει και συμβιώνει μαζί με άλλους ανθρώπους. Ακόμη και οι μοναχικοί άνθρωποι, αυτοί που επιλέγουν να ζουν μόνοι τους, έχουν και αυτοί κάποιες στιγμές, κατά τις οποίες συνυπάρχουν και συναναστρέφονται με άλλους ανθρώπους.  Αυτή η εικόνα δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική στο χώρο της Εκκλησίας.  Οι πιστοί άνθρωποι, όσοι βαπτισθήκαμε στο όνομα της Αγίας Τριάδας όχι μόνο συγκροτούμε το σώμα της Εκκλησίας, αλλά βρισκόμαστε σε κοινωνία ως πρόσωπα, όπως τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας είναι σε συνεχή κοινωνία.  Ο Ιησούς Χριστός είναι η κεφαλή αυτού του σώματος και όλοι οι πιστοί αποτελούν τα μέλη του σώματος.  Μεταξύ της κεφαλής και των μελών του σώματος υπάρχει δεσμός ακατάλυτος, ο οποίος ενώνει τους πιστούς μεταξύ τους και με την κεφαλή.  Η ένωση αυτή υπάρχει και συντηρείται με την πίστη και το αίμα του Ιησού Χριστού, γι΄ αυτό απαιτείται απόλυτη αρμονία στις σχέσεις των πιστών μεταξύ τους.  Το παρόν αποστολικό ανάγνωσμα αναφέρεται στη συμπεριφορά που οφείλουμε να έχουμε μεταξύ μας οι πιστοί, ως μέλη του σώματος της Εκκλησίας. Με άλλα λόγια, ο απόστολος Παύλος χαράσσει τα πλαίσια, το περιεχόμενο και τον τρόπο της νέας εν Χριστώ ζωής μέσα στην Εκκλησία, σε αντιπαράθεση με τη ζωή εκτός της Εκκλησίας.

Ως μέλη, λοιπόν, της Εκκλησίας έχουμε λάβει «διάφορα», ποικίλα χαρίσματα, τα οποία έχουν ως στόχο την οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας και την κοινή ωφέλεια όλων.  Ο απόστολος Παύλος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στην αξία ή το μέγεθος των χαρισμάτων, αλλά στην ποικιλία τους.  Με τον τρόπο αυτό προφυλάσσει τους πιστούς από τον κίνδυνο της υπερηφάνειας, εξαιτίας ορισμένων μεγάλων και εντυπωσιακών χαρισμάτων που πιθανόν να έχουν λάβει.  Σε κάθε περίπτωση πάντως τα ποικίλα χαρίσματα δεν οφείλονται στον άνθρωπο αλλά αποτελούν χορηγία, δωρεά του Αγίου Πνεύματος.  Όποιο χάρισμα και να διαθέτουμε το έχουμε «κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν», ανάλογα δηλαδή με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που μας δόθηκε.

Το πρώτο χάρισμα που αναφέρει ο απόστολος Παύλος είναι η προφητεία.  Το χάρισμα της προφητείας δεν εκλαμβάνεται μόνον ως πρόγνωση και προειδοποίηση για τα όσα πρόκειται να συμβούν ή γνώση των παρελθόντων και κρύφιων γεγονότων, αλλά κατά κύριο λόγο αποκάλυψη του θελήματος του Θεού.  Αυτός που έχει λοιπόν το χάρισμα της προφητείας μπορεί να κατανοεί τα μυστήρια του Θεού, να προλέγει τα μέλλοντα και να βλέπει τα κρυμμένα της ψυχής, αλλά και να ερμηνεύει, με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις προφητείες της Αγίας Γραφής.  Το χάρισμα αυτό, όπως και όλα τα χαρίσματα βέβαια εξαρτάται από το βαθμό της πίστης του καθενός, «κατά την αναλογίαν της πίστεως».  Παρά το γεγονός όμως ότι τα χαρίσματα τα λαμβάνει κανείς σε προσωπικό επίπεδο, ανάλογα με τη δεκτικότητα και τη χωρητικότητά του, η οποία εξαρτάται από το μέτρο, τη δύναμη και τη θερμότητα της πίστης του, εντούτοις δεν είναι μόνο για τον εαυτό του.  Τα χαρίσματα αποσκοπούν στη διακονία και ωφέλεια όλων των πιστών, για το λόγο αυτό είναι ανεπίτρεπτο κάθε ίχνος υπερηφάνειας, η οποία μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει τον άνθρωπο στην απώλεια των χαρισμάτων που έλαβε από το Άγιο Πνεύμα.

Το δεύτερο χάρισμα που αναφέρεται είναι η διακονία που μπορεί να εκληφθεί είτε ως άσκηση κάθε πνευματικού έργου, είτε ως ξεχωριστό χάρισμα όπως για παράδειγμα αυτό των επτά διακόνων.  Επικρατέστερη ερμηνεία είναι η δεύτερη αφού ο απόστολος Παύλος διακρίνει τη διακονία από την προφητεία και τη διδασκαλία.

Το τρίτο χάρισμα είναι εκείνο της διδασκαλίας, η οποία διαφέρει από την προφητεία.  Αυτός που έχει το χάρισμα της προφητείας, κινούμενος από το Άγιο Πνεύμα φυσικά, αποκαλύπτει το θέλημα του Θεού, ενώ αυτός που είχε το χάρισμα της διδασκαλίας, ήταν επιφορτισμένος με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου, τη διδασκαλία του λόγου του Θεού. Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο απόστολος Παύλος, με την αναφορά του στα ποικίλα χαρίσματα, αναφέρεται στις τάξεις εκείνες που υπήρχαν στην Εκκλησία και είχαν συγκεκριμένη διακονία.

Στη συνέχεια ο απόστολος Παύλος μνημονεύει άλλα τέσσερα χαρίσματα: «την παράκλησιν», «το μεταδιδόναι», «το προΐστασθαι» και «το ελεείν».  Η παράκληση είναι χάρισμα το οποίο επιδιώκει να προτρέψει στην αρετή και στην προκοπή.  Δεν έχει στόχο να πείσει, αλλά να συγκινήσει και να ενθαρρύνει την καρδιά και τη σκέψη του ανθρώπου στην εφαρμογή του θελήματος του Θεού. Εκείνος που είχε το χάρισμα της «παρακλήσεως», όπως ο απόστολος Βαρνάβας, σημαίνει ότι διακρινόταν από την παρουσία μέσα του του «Παρακλήτου» Αγίου Πνεύματος. Γενικά μέσα στην Αγία Γραφή η παράκληση έχει διπλή σημασία, άλλοτε σημαίνει παρηγορία και ενίσχυση και άλλοτε προτροπή ή συμβουλή.

Το «μεταδιδόναι» είναι το χάρισμα που έχει κανείς να προσφέρει από τα δικά του πράγματα σε όσους έχουν ανάγκη.  Βέβαια η ελεημοσύνη είναι εντολή του Θεού προς όλους τους ανθρώπους, ωστόσο ορισμένοι την ασκούν με ξεχωριστό ζήλο, σα να έχουν κάποια ιδιαίτερη κλίση προς αυτό.  Η προσφορά λοιπόν προς τους πάσχοντες, φτωχούς και εμπερίστατους συνανθρώπους πρέπει να γίνεται «εν απλότητι», με απλότητα, ανιδιοτέλεια και χωρίς επίδειξη. Το χάρισμα αυτό μέσα στην Εκκλησία φανερώνει το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας.

Το «προΐστασθαι» είναι το χάρισμα της ανάθεσης και επιστασίας κάθε καλού έργου.  Ο προϊστάμενος σε κάθε περίπτωση οφείλει να φέρει σε πέρας το έργο που του ανατέθηκε, χωρίς όμως να έχει εξουσιαστικές και καταδυναστευτικές τάσεις.  Χαρακτηριστικό του ορθού τρόπου της άσκησης του λειτουργήματος του προϊσταμένου είναι η «σπουδή», δηλαδή ο ζήλος, η προθυμία και η επιμέλεια. Έτσι, το χάρισμα αυτό ανήκει σε εκείνους που προΐστανται του καθόλου έργου της Εκκλησίας, είτε του λειτουργικού, είτε του φιλανθρωπικού, είτε της διοικήσεως και μπορεί να ταυτισθεί είτε με το έργο των Αποστόλων είτε με αυτό των Επισκόπων.

Το «ελεείν» είναι χάρισμα γενικότερο του «μεταδιδόναι». Το έργο της ελεημοσύνης δεν περιορίζεται μόνο στη μετάδοση αναγκαίων υλικών πραγμάτων αλλά ακόμη και στην πνευματική στήριξη και ανακούφιση των εμπερίστατων αδελφών. Η άσκηση του έργου της ελεημοσύνης πρέπει να γίνεται «εν ιλαρότητι», δηλαδή με χαρά και απόλυτη ευχαρίστηση.  Η χαρά αυτή και η ευχάριστη διάθεση της άσκησης της ελεημοσύνης ξεκινά από την καρδιά του ανθρώπου και αποτυπώνεται στο πρόσωπό του.

Όλα αυτά τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και άλλα πολλά στηρίζονται στην αρετή της αγάπης, η οποία έχει σταυρική διάσταση, κατά το παράδειγμα του Ιησού Χριστού.  Δηλαδή η αγάπη προς τον Θεό και στον άνθρωπο.  Αυτή η πραγματική αγάπη είναι η μητέρα των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Ωστόσο, η αγάπη πρέπει να είναι «ανυπόκριτος», δηλαδή ειλικρινής και γνήσια.  Οι πιστοί άνθρωποι οφείλουν να «αποστυγούν», να αποστρέφονται το πονηρό.  Δεν αρκεί να αποφεύγει κανείς το κακό, αλλά πρέπει να το αποστρέφεται και να το μισεί.  Ταυτόχρονα δεν αρκεί να αποστρέφεται κανείς το κακό, αλλά να υπηρετεί και το καλό, κατά το λόγο του Ψαλμωδού «έκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν» (Ψαλμ.36,27).  Αυτό ακριβώς επισημαίνει εδώ και ο απόστολος Παύλος: «κολλώμενοι τω αγαθώ», να έχει δηλαδή ο καθένας απόλυτη προσήλωση και αφοσίωση στο αγαθό.

Η νέα εν Χριστώ ζωή επιβάλλει ώστε οι πιστοί να έχουν ανυπόκριτη αγάπη ο ένας προς τον άλλο και να είναι φιλάδελφοι και φιλόστοργοι μεταξύ τους.  Καθώς όλοι μας είμαστε αδελφοί εν Χριστώ, οφείλουμε να αγαπούμε ο ένας τον άλλο, και η αγάπη αυτή δεν πρέπει να είναι εξωτερική, επιφανειακή, αλλά θερμή και καρδιακή.  Και απόδειξη αυτής της αγάπης δεν είναι απλώς η τιμή προς αυτούς, αλλά «τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι».  Δηλαδή να μην αναμένουμε να μας δείξει πρώτα ο αδελφός μας τη τιμή και το σεβασμό του, αλλά εμείς πρώτοι να σπεύδουμε να εκφράσουμε την αγάπη και τη τιμή μας προς τους άλλους.

Η αγάπη και η φιλαδελφία, αλλά και η επιτέλεση κάθε αγαθού έργου απαιτούν «σπουδή», δηλαδή ζήλο και προθυμία και όχι οκνηρία, δηλαδή απροθυμία και αδιαφορία.  Άλλωστε και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός στη σχετική παραβολή των ταλάντων χαρακτηρίζει «πονηρό» τον οκνηρό δούλο, ο οποίος έκρυψε το ένα τάλαντο που έλαβε από τον κύριό του και επέδειξε αμέλεια και απροθυμία για την αξιοποίησή του.  Δεν έχει σημασία πόσα και ποιά χαρίσματα θα λάβουμε.  Αυτό που έχει σημασία είναι το πώς θα τα αξιοποιήσουμε ή και θα τα αυξήσουμε ακόμα για το κοινό καλό.  Οι πιστοί άνθρωποι οφείλουν να είναι θερμοί στην πίστη «τω πνεύματι ζέοντες», ώστε να αξιοποιούν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και έτσι να καταντούν «τω Κυρίω δουλεύοντες», δηλαδή να δουλεύουν, να υπηρετούν τον ίδιο τον Κύριο.

Η πηγή του ζήλου και της προθυμίας των πιστών είναι η ελπίδα στον ίδιο τον Θεό.  Όταν ο άνθρωπος αποθέτει την ελπίδα του στον Θεό, έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια και στις υποσχέσεις του Θεού, τότε μπορεί πραγματικά να χαίρεται.  Η ελπίδα στον Θεό ενθρονίζει τη χαρά στην καρδιά και στην ψυχή του ανθρώπου.  Παράλληλα επειδή η ζωή του ανθρώπου είναι γεμάτη από θλίψεις, πειρασμούς και περιπέτειες, η ελπίδα προς τον Θεό είναι εκείνη που δίνει τη δύναμη στον καθένα να υπομένει καρτερικά τις θλίψεις και τις δοκιμασίες της ζωής.  Από την άλλη η υπομονή στις θλίψεις και τις δυσκολίες είναι η απόδειξη της γνήσιας και απόλυτης πίστης και ελπίδας στον Θεό.  Μαζί με την ελπίδα ένα άλλο εξίσου σημαντικό όπλο για τον πιστό είναι η προσευχή.  Γι΄ αυτό ακριβώς ο απόστολος Παύλος δεν συνιστά στους πιστούς μόνο να προσεύχονται, αλλά «τη προσευχή προσκαρτερούντες».  Να προσκαρτερούν στην προσευχή, δηλαδή να προσεύχονται σταθερά και επίμονα, με απόλυτη πίστη, χωρίς να κουράζονται την ώρα της προσευχής ή να αφήνουν τις μέριμνες της ζωής να αποσπούν το νου και την καρδιά τους από την προσευχή.

Σύμφωνα με το εν Χριστώ ήθος, οι πιστοί έχουν χρέος να ουσιαστικοποιούν και να πραγματοποιούν με έργα την πίστη τους.  Για το λόγο αυτό προτρέπει ο απόστολος Παύλος να γίνονται κοινωνοί, να συμμετέχουν δηλαδή και να βοηθούν τους συνανθρώπους τους στις διάφορες ανάγκες τους: «ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες».  Η βοήθεια αυτή συμπεριλαμβάνει και το χρέος της φιλοξενίας: «την φιλοξενίαν διώκοντες».  Η προσφορά φιλοξενίας μεταξύ των πρώτων χριστιανών είχε μεγάλη σημασία.  Κάθε χριστιανός που ταξίδευε είχε την ανάγκη να βρεθεί μεταξύ των ομοπίστων του, με τους οποίους ένιωθε ενωμένος με την αδελφική αγάπη και την κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Κυρίου.  Η αρετή της φιλοξενίας, της αγάπης δηλαδή προς κάθε ξένο, αλλοεθνή ή ακόμα και αλλόδοξα είναι εξόχως σημαντική και στις μέρες μας.  Η κοινωνία μας πλέον είναι μια πολυπολιτισμική, πολυεθνική και πολυθρησκευτική κοινότητα.  Η εξέλιξη της τεχνολογίας και των μέσων διευκολύνει τη γρήγορη μετακίνηση πληθυσμών προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης.  Η φιλοξενία, η αποδοχή και η αγάπη προς όλους αυτούς πρέπει να υπερβαίνει τις όποιες διακρίσεις γιατί σε τελική ανάλυση όλοι οι άνθρωποι είμαστε παιδιά του Θεού.  Η φιλοξενία δεν πρέπει να είναι κάτι το ζητούμενο για τους αληθινούς χριστιανούς, αλλά πρέπει να αποτελεί και προσωπική επιδίωξη του καθενός μας.  Άλλωστε πρώτος ξένος πάνω σε αυτή τη γη, που δεν είχε «που την κεφαλήν κλίνη» (Ματθ. 8,20) υπήρξε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.

Η χριστιανική αγάπη βέβαια δεν μπορεί να έχει όρια.  Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός μάς προτρέπει: «αγαπάτε τους εχθρούς υμών» (Ματθ. 5,44).  Με αυτή την έννοια προτρέπει ο απόστολος Παύλος τους πιστούς: «ευλογείτε τους διώκοντας υμάς», δηλαδή όχι απλώς να μην μνησικακούν, να μην εκδικούνται και να μην επιδιώκουν το κακό για όσους τους έβλαψαν, αλλά πολύ περισσότερο να επιθυμούν το καλό τους και να προσεύχονται γι΄ αυτούς.  Βέβαια εδώ δεν υποστηρίζεται η συγκατάθεση στην αδικία και στο κακό, αλλά η υπέρβαση του κακού και η μέριμνα για τη σωτηρία ακόμα και των εχθρών.  Ο Ιησούς Χριστός πάνω στο Σταυρό δεν ευλόγησε τις πράξεις των σταυρωτών και διωκτών του αλλά παρακάλεσε τον Θεό Πατέρα να τους συγχωρέσει και να τους δείξει τρόπους μετάνοιας και επιστροφής: «πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. 23, 34).

Η αγάπη λοιπόν είναι το βασικό και θεμελιώδες γνώρισμα της φιλαδελφίας και της αρμονικής συμβίωσης και συνύπαρξης όλων των ανθρώπων.  Οι διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων πρέπει να στηρίζονται στον κανόνα της αγάπης.  Άλλωστε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός σε άλλη περίπτωση τόνισε ότι δυο είναι οι βασικές εντολές: «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου. Αύτη πρώτη εντολή. Και δευτέρα ομοία, αύτη, αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Μαρκ.12,30). Η αδελφοσύνη αναφέρεται πρωτίστως στους οικείους «τη πίστει», όλους εκείνους δηλαδή που βαπτίσθηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος και εντάχθηκαν στο σώμα της Εκκλησίας.  Βέβαια η αγάπη και αδελφοσύνη δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο εδώ, αλλά σπάζει τους όποιους φραγμούς και αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, τα παιδιά του Θεού.  Και ακόμα η τέλεια χριστιανική αγάπη φθάνει μέχρι και τους εχθρούς και μεριμνά γι΄ αυτούς, ώστε να τύχουν και αυτοί μετάνοιας και επιστροφής προς τον Θεό.  Η πραγματική και εν Χριστώ αγάπη των μελών της Εκκλησίας αποδεικνύει ότι η Εκκλησία δεν είναι θεσμός ή ιδέα, αλλά οικογένεια και κοινωνία πιστών.  Μια τέτοια παρουσία της Εκκλησίας μέσα στο σύγχρονο κόσμο μπορεί να δώσει την ελπίδα στον άνθρωπο που ζει μέσα σε θλίψεις, πειρασμούς και δοκιμασίες, μέσα στην αποξένωση, την απόρριψη και την έλλειψη αγάπης.  Η αγάπη του Χριστού και των μελών της Εκκλησίας δίνει την ελπίδα, τη χαρά και την αισιοδοξία στο σύγχρονο κόσμο.

 

 

 Κυριακή Στ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ματθ. θ’ 1 – 8 (01-08-2021)

 Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐμβὰς ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς τὸ πλοῖον, διεπέρασε, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν, εἶπε τῷ παραλυτικῷ· Θάρσει, τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. Καὶ ἰδού τινες τῶν Γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· Οὗτος βλασφημεῖ. Καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν, εἶπεν· ῞Ινα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; Τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν· Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι· ἢ εἰπεῖν· Ἔγειρε καὶ περιπάτει; ῞Ινα δὲ εἰδῆτε, ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας· (τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ)· Ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην, καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. Καὶ ἐγερθεὶς, ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. Ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν, καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν, τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς επιβιβάστηκε στο πλοίο, διέσχισε τη λίμνη και ήρθε στην πόλη του. Τότε του έφεραν έναν παράλυτο ξαπλωμένο σ’ ένα κρεβάτι. Όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Θάρρος, παιδί μου, σου συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου». Τότε μερικοί από τους γραμματείς είπαν μέσα τους: «Μα αυτός προσβάλλει το Θεό». Ο Ιησούς όμως, που κατάλαβε τις σκέψεις τους, είπε: «Γιατί κάνετε πονηρές σκέψεις; Τι είναι ευκολότερο να πω: σου συγχωρούνται οι αμαρτίες, ή να πω: σήκω και περπάτα; Για να μάθετε λοιπόν πως ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες πάνω στη γη» – λέει στον παράλυτο: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Εκείνος σηκώθηκε και πήγε στο σπίτι του. Όταν ο κόσμος το είδε αυτό έμειναν κατάπληκτοι και δοξολόγησαν το Θεό, που έδωσε τέτοια εξουσία στους ανθρώπους.

 Σχολιασμός

Η ευαγγελική περικοπή μας διηγείται ένα ακόμα θαύμα του Ιησού Χριστού, το θαύμα της θεραπείας του Παραλυτικού από την Καπερναούμ. Εδώ ο ευαγγελιστής μας αναφέρει ότι οι αυτοί που μετέφεραν τον παράλυτο στον Ιησού με πολύ κόπο ήταν άνθρωποι πιστοί και αμέσως βλέπουμε τον Κύριο να συγχωρεί τις αμαρτίες του παραλύτου και μετά να θεραπεύει και τη σωματική του ασθένεια.

Είναι πολύ σημαντικό ότι ο Ιησούς Χριστός δε θεραπεύει απλά τον παράλυτο μόνο από τη σωματική του παραλυσία, δεν είναι δηλ. ένας απλός θεραπευτής των σωματικών ασθενειών, αλλά θεραπεύει πρώτα τον παράλυτο από τη ψυχική του παραλυσία, τον απάλλαξε από τις αμαρτίες του: «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου». Στη συνέχεια του θεραπεύει και τη σωματική του παραλυσία με μόνο και πάλι το λόγο του: «εγερθείς άρον σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκον σου». Είναι προφανές ότι μέσα από αυτούς τους λόγους και τις θαυματουργικές πράξεις του Χριστού αποδεικνύεται η θεία εξουσία του και η δύναμή του κατά της αμαρτίας και κατά της ασθένειας.

Πάντα σε παρόμοιες περιπτώσεις ο Χριστός προέβαινε στην άφεση των αμαρτιών και έπειτα στη θεραπεία της ασθένειας. Οι ευαγγελιστές για να αναφέρουν και το γεγονός της αφέσεως των αμαρτιών των ανθρώπων από το Χριστό, είχαν σκοπό να τονίσουν και μια άλλη σημαντική όψη του έργου του Χριστού και αυτό είχε φανεί και από την αντίδραση των γραμματέων, οι οποίοι αμφισβητούσαν την εξουσία του Χριστού να συγχωρεί αμαρτίες, γιατί αυτό το έργο και αυτή την εξουσία την έχει, όπως έλεγαν, μόνο ο Θεός. Με το γεγονός λοιπόν ότι ο Χριστός συγχωρεί αμαρτίες δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν: ή ο Χριστός είναι βλάσφημος γιατί αυθαίρετα λαμβάνει το έργο του Θεού, όπως αναφέρουν οι γραμματείς ή είναι όντως ο Υιός του Θεού και επομένως έχει την εξουσία να συγχωρεί τις αμαρτίες.

Η εξουσία του Χριστού να συγχωρεί τις αμαρτίες αποτελεί ουσιαστικά το επίκεντρο του σωτήριου έργου του επί γης αφού η αμαρτία που μπήκε στη ζωή μας και επηρέασε τη σωτηρία μας. Η αμαρτία είναι κάτι κακό, είτε είναι απαγορευμένη από κάποιο νόμο είτε όχι. Σημαίνει την εγκατάλειψη του ορθού δρόμου, την επιβολή της εγωιστικής συμπεριφοράς του ανθρώπου σε θέματα που ανήκουν αποκλειστικά στην εξουσία του Θεού. Η συμπεριφορά του ανθρώπου φταιει για την αποτυχία παραμονής στον Παράδεισο. Η πτώση των πρωτοπλάστων επήλθε μετά από τη εγωιστική συμπεριφορά. Μπορεί το κακό να έχει την αρχή του στον εωσφορικό εγωισμό, στη συνέχεια όμως ευθύνεται ο άνθρωπος. «Δι’ ανθρώπου γαρ εισήλθεν η αμαρτία εις τον κόσμον».

Αυτή την εξουσία λοιπόν έχει ο Χριστός. Ως Θεός να συγχωρεί αμαρτίες. Η άφεση βέβαια των αμαρτιών έχει εδώ ένα συνολικό, οντολογικό χαρακτήρα. Δεν περιορίζεται στην άρση της ενοχής, αλλά έχει μια μεταμορφωτική δύναμη, που οδηγεί τον άνθρωπο στην απαλλαγή από την αμαρτία, στον ανακαινισμό της ύπαρξής του μέσα στη χάρη του Θεού. Με την άφεση των αμαρτιών ο Κύριος δίδει την δυνατότητα στον άνθρωπο να κινηθεί από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωσιν, μία πορεία την οποία η ανθρωπότητα εγκατέλειψε με το προπατορικό αμάρτημα και συνεχίζει να κινείται εκτός αυτής με την επανάληψη του σφάλματος των προπατόρων. Ο Κύριος δια του λυτρωτικού έργου επαναφέρει τον άνθρωπο στην πορεία αυτή. Από τη μια έχουμε την κακή χρήση της ελευθερίας από τον άνθρωπο, από την άλλη όμως έχουμε την έκφραση της άπειρης αγάπης του Θεού, ο οποίος ως εξουσίαν έχων θεραπεύει και ανιστά την πεπτωκυία φύση του ανθρώπου.

Στα ιερά ευαγγέλια συναντούμε και άλλες περιπτώσεις όπου ο Κύριος με εξουσία, με τρόπο μυστηριακό, συγχωρεί τις αμαρτίες εκείνων που προστρέχουν και του ζητούν σωματική θεραπεία. Το γεγονός όμως το οποίο αλλάζει ριζικά και στρέφει άπαξ δια παντός την πορεία του ανθρώπου προς την αμαρτία καθιστώντας την πορεία προς τη σωτηρία είναι ο σταυρικός θάνατος  και η Ανάστασή του. Θα πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι ο Χριστός με την Ανάστασή του, έδωσε αυτή την εξουσία της θεραπείας στους αποστόλους και στην Εκκλησία, λέγοντας: «Αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς∙ αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται». Δηλαδή το έργο της «αφέσεως των αμαρτιών» ενεργείται διηνεκώς μέσα στη ζωή της Εκκλησίας και ειδικότερα μέσα από το μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.

Η πληροφορία ότι αμέσως μετά το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού από το Χριστό, όπως μας αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, «οι όχλοι εθαύμασαν και εδόξασαν τον Θεόν τον δόντα εξουσίαν τοιαύτην τοις ανθρώποις» δεν αναφέρεται μόνο στην εξουσία του Χριστού να συγχωρεί τις αμαρτίες αλλά αναφέρεται και στην εξουσία που έλαβε η Εκκλησία από το Χριστό να θεραπεύει σωματικές και ψυχικές ασθένειες. Ο Θεός ευδόκησε το δικό του έργο της σωτηρίας και της αφέσεως των αμαρτιών να γίνεται από τους ανθρώπους, τους αποστόλους και τους συνεχιστές τους μέσα στους αιώνες.

Έτσι λοιπόν κι εμείς, με την ίδια πίστη και τον ίδιο θαυμασμό, πρέπει να προσφεύγουμε προς την Εκκλησία για να λαμβάνουμε την άφεση των αμαρτιών και τη θεραπεία των ψυχικών και σωματικών μας ασθενειών.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου