Ε.Ι.Π.
Απολυτίκια
Ἐξ ὕψους κατῆλθες ὁ εὔσπλαγχνος, ταφὴν
καταδέξω τριήμερον, ἵνα ἡμᾶς ἐλευθερώσῃς τῶν παθῶν· ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀνάστασις ἡμῶν,
Κύριε δόξα σοι.
Βαρβάραν τὴν Ἁγίαν τιμήσωμεν· ἐχθροῦ γὰρ τὰς
παγίδας συνέτριψε, καὶ ὡς στρουθίον ἐρρύσθη ἐξ αὐτῶν, βοηθείᾳ καὶ ὅπλῳ τοῦ
Σταυροῦ ἡ Πάνσεμνος.
Τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου. Ἦχος πλ. δ´.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς οἰκουμένης ὁ φωστήρ,
τῶν μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Ἰωάννη σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.Τοῦ Ναοῦ
Κοντάκιον
Προεόρτιον τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως. Ἦχος γ΄.
Ἡ Παρθένος σήμερον. Ἡ
Παρθένος σήμερον τὸν προαιώνιον Λόγον ἐν σπηλαίῳ ἔρχεται* ἀποτεκεῖν ἀπορρήτως.
Χόρευε, ἡ οἰκουμένη, ἀκουτισθεῖσα· δόξασον μετὰ ἀγγέλων καὶ τῶν ποιμένων,
βουληθέντα ἐποφθῆναι παιδίον νέον, τὸν πρὸ αἰώνων Θεόν.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας, Αποστ. Ανάγνωσμα: Γαλ. γ΄ 23 – δ’ 5
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. Ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· Ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ’ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. Οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, πριν έρθει ο Χριστός, μας φρουρούσε ο νόμος. Ήμασταν φυλακισμένοι, ώσπου να φανερωθεί ο μελλοντικός σωτήρας μας. Ο νόμος, λοιπόν, ήταν σκληρός παιδονόμος για μας, ώσπου εμφανίστηκε ο Χριστός, οπότε η πίστη μας σ’ αυτόν μας χάρισε τη σωτηρία. Τώρα όμως που ήρθε ο Χριστός, δεν είμαστε πια υπόδουλοι στο νόμο. Είστε, λοιπόν, όλοι παιδιά του Θεού, αφού πιστεύετε στον Ιησού Χριστό. Κι αυτό, γιατί όσοι βαφτιστήκατε στο όνομα του Χριστού, έχετε ντυθεί το Χριστό. Δεν υπάρχει πια Ιουδαίος και ειδωλολάτρης, δεν υπάρχει δούλος και ελεύθερος, δεν υπάρχει άντρας και γυναίκα· όλοι σας είστε ένας, χάρη στον Ιησού Χριστό. Κι αφού ανήκετε στο Χριστό, είστε απόγονοι του Αβραάμ και κληρονόμοι της ζωής, όπως την υποσχέθηκε ο Θεός. Να τι θέλω να πω: Όσον καιρό ο κληρονόμος είναι ανήλικος, δε διαφέρει σε τίποτε από ένα δούλο. Είναι βέβαια ιδιοκτήτης των πάντων, εξαρτάται όμως από επιτρόπους και διαχειριστές, ως την προθεσμία που καθόρισε ο πατέρας. Έτσι κι εμείς, όταν ήμασταν ανήλικοι, ήμασταν υπόδουλοι στα στοιχεία του κόσμου. Όταν όμως έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός, απέστειλε τον Υιό του. Γεννήθηκε από μια γυναίκα και υποτάχτηκε στο νόμο, για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν υπόδουλοι στο νόμο, για να γίνουμε παιδιά του Θεού.
Σχολιασμός
Η σημερινή αποστολική περικοπή είναι παρμένη από την προς
Γαλάτας επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Αναφέρεται στη μετάβαση από την εποχή
του «Νόμου», την εποχή δηλαδή της Παλαιάς Διαθήκης στην εποχή της «πίστης»,
δηλαδή της Νέας Διαθήκης, καθώς επίσης και στα μεγάλα δώρα που λαμβάνουν όσοι
αποδέχονται και ζουν στην περιοχή της χάριτος και της αγάπης του Θεού.
Αναγινωσκόμενη η περικοπή αυτή λίγες εβδομάδες προ της μεγάλης και
κοσμοσωτηρίου εορτής των Χριστουγέννων μας οδηγεί στην εξαγωγή μηνυμάτων που
σχετίζονται άμεσα με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, του Χριστού.
«Παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν»
Ακούσαμε λοιπόν ότι η εποχή του Νόμου, με όλες εκείνες τις εντολές, «παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν». Φρόντισε δηλαδή να μας προετοιμάσει να δεχθούμε κάτι εντελώς νέο στη ζωή μας, κάτι που υπερβαίνει τα δικά μας ανθρώπινα μέτρα. Μας παιδαγώγησε ώστε να δεχθούμε και να προϋπαντήσουμε τον σεσαρκωμένον Υιόν και Λόγον του Θεού. Έτσι όχι άσκοπα, αλλά προς μεγάλη χρησιμότητα δόθηκε ο Νόμος σαν χαλινάρι που να μην επιτρέπει στους ανθρώπους να ζούν χωρίς φόβο και εύκολα να ξεγλιστρούν στην κακία και την αμαρτία.
Αφού λοιπόν ο νόμος μας παιδαγώγησε κατάλληλα, ο Θεός πατήρ «εξαπέστειλε τον υιόν αυτού», όχι για να τον βλέπουμε από μακριά, όχι να τον θαυμάζουμε και να φιλοσοφούμε γι΄ αυτόν αλλά «ίνα εν αυτώ περιπατώμεν». Ο Χριστός έγινε η «οδός» την οποία ήδη περπατούμε από την ημέρα της γεννήσεώς μας στην εκκλησία, την ημέρα δηλαδή του βαπτίσματός μας. «Οδός» δια της οποίας μεταβαίνουμε «εκ του θανάτου εις την ζωήν».
«Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου»
Η ενανθρώπησή Του, ως η «είσοδος» του Θεού στην ιστορία «εν σαρκί» είναι το μόνο χαρμόσυνο μήνυμα. Με την ενσάρκωση Του δεν είχε σκοπό να μας κάνει απλά πιο καλούς ή πιο ηθικούς ανθρώπους. Η ενανθρώπηση, ως η πρακτική έκφραση της «υπερ νουν» αγάπης του Θεού για τα πλάσματά Του, και ως προαιώνιο σχέδιο έγινε «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου», αναδημιουργώντας, μεταμορφώνοντας και επαναφέροντας την ανθρώπινη φύση προς τον εαυτό Του. Έτσι ήρε, άπαξ και διαπαντός, την παράλογη και τραγική απόπειρά μας να τον απομακρυνθούμε από τα θεμέλια του κόσμου.
Από τότε ζούμε μια νέα πραγματικότητα, ιδίως σήμερα όπου στον κόσμο γενικά καλλιεργείται μια τέτοια αναμονή και αντίληψη, η χριστιανική ανθρωπότητα δεν μπορεί να περιμένει άλλο νέο. Ο Ιησούς Χριστός είναι «το μόνο καινόν υπο τον ήλιο». Είναι ό,τι περιμέναμε, αφού αυτός μόνο υπερβαίνει το χώρο και το χρόνο, τη φθορά και το θάνατο. Είναι ο μόνος που «ελύληθεν εις τον κόσμον, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου».
«Πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού»
Πράγματι, με το πάνσοφο σχέδιο που εφάρμοσε για την σωτηρία μας, δηλαδή με την ενσάρκωση, την Αγία Ζωή, τα Πάθη, την Σταύρωση, την Ταφή, την Ανάσταση και την Ανάληψη Του, αλλά και με την Αγία Πεντηκοστή πέτυχε κάθε τι το οποίο είναι παντοτινά αναγκαίο για την ανθρώπινη ύπαρξη. Και παρόλο που οι φυσικές διαφορές όσων με το βάπτισμα ενεδύθηκαν τον Χριστό δε αναιρούνται, εντούτοις ο Απ. Παύλος υποστηρίζει πως πλέον «ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος, ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού».
Το χωρίο τούτο του Αποστόλου Παύλου βέβαια δεν περιορίζεται στην επιφανειακή διάσταση της κοινωνικότητας αλλά εισχωρεί βαθύτερα. «Εν τω Χριστώ», κυρίως σωζόμαστε από τη διάσπαση που προκαλεί ο διάβολος αλλά και από την εγωιστική απομόνωση που επιβάλλει σε όσους αρνούνται τον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής, δια του οποίου αποκαθίσταται η ευλογημένη αίσθηση ότι είμαστε συνυφασμένοι με όλα τα όντα και δημιουργήματα του Θεού. Αίσθηση με την οποία γνωρίζουμε ολοένα και περισσότερο πως μόνο η κοινωνικότητα και η αγάπη του Ιησού μπορεί να ελεήσει τον πλησίον και τον κόσμο γύρω μας.
«Ίνα την υίοθεσίαν απολάβωμεν»
Αλήθεια, παρόλο ότι ζούμε σε μέρες δύσκολες• μέρες όπου ο πόνος της αμαρτίας καταντά ανυπόφορος και που η δημιουργία «συστενάζει και συνωδίνει» μαζί με μας όσο ποτέ άλλοτε, όταν συναντούμε ένα χαριτωμένο άνθρωπο αναπαυόμαστε κοντά του γιατί ακριβώς στο πρόσωπό του αποτυπώνεται και η ανάλογη ψυχική του κατάσταση. Η αίσθηση του μεταμορφώνεται αισθητά σ’ ένα θαυμαστό μήνυμα, που σχετικά μόνο μπορεί να περιγραφεί.
Διαπιστώνουμε ότι υποχωρούν από τη ζωή του η τρέλα, ο σπαραγμός, το ανόητο και το άσκοπο, η απελπισία, η γκρίνια, η απομόνωση. Τη θέση τους λαμβάνουν η σωφροσύνη, η γαλήνη, η μακαριότητα, η κοινωνικότητα, που απαλλάσσουν από εκείνο το φρικτό αίσθημα της μοναξιάς, του ατέλειωτου θανάτου και της νεκρωτικής βίωσης της κολάσεως.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν γιατί η Εκκλησία μας δίνει τόση σημασία και βαρύτητα σ’ αυτό το πλέον παράξενο και παράδοξο, για τα ανθρώπινα μέτρα, μυστήριο. Είναι αληθινά μυστήριο, γιατί ο Θεός γίνεται εκείνο που δεν ήταν. Γίνεται άνθρωπος χωρίς να παύσει να είναι Θεός. Γεννιέται από Παρθένο χωρίς σαρκική σπορά και χωρίς η Παρθένος να χάσει την παρθενία της. Εδώ σταματά κάθε διανοητική συγκατάθεση, γιατί το μυαλό αδυνατεί να συλλάβει το μέγεθος των γεγονότων. Η Γέννηση του Χριστού όπως τη μαρτυρεί το Ευαγγέλιο αποτελεί πρόσκληση για πίστη. Όχι όμως πίστη τυφλή. Η δική μας η πίστη δεν είναι ούτε τυφλή, ούτε διανοητική. Είναι πίστη λογική. Πιστεύουμε ό,τι πιστεύουμε, γιατί εμπιστευόμαστε τους φίλους και μαθητές του Χριστού, τους αγίους. Με λίγα λόγια πιστεύουμε με την πίστη των αγίων, με τα δικά τους μάτια και τα δικά τους αυτιά, διότι στα πρόσωπά τους ο Κύριος πραγματοποίησε και συνεχίζει να πραγματοποιεί όλες του τις υποσχέσεις.
Πράγματι, αν μελετήσει κανείς ή καλύτερα αν μιμηθεί τους
βίους των Αγίων θα αισθανθεί ότι η ζωή κάθε Αγίου αποτελεί απόδειξη και
μαρτυρία πως η καταγωγή μας είναι εκ του ουρανού, ότι είμαστε άνθρωποι αληθινοί
καθ’ όσον παραμένουμε ενωμένοι οντολογικά με τον Ιησού Χριστό. Από όλους δε
τους Αγίους κυρίως η Αειπάρθενος Μαρία μπορεί να μας οδηγεί στους μυστικούς
δρόμους του Υιού της και σ’ ότι μπορεί να λαχταρίσουμε ως «θεοειδείς» υπάρξεις.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κυριακή Ι’ Λουκά, Ευαγγ Γ. Ανάγνωσμα: Λουκ. ιγ΄ 10-17
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ήν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές. Ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. Ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; Ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; Καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο τον καιρό, ένα Σάββατο δίδασκε ο Ιησούς σε μια συναγωγή. Εκεί βρισκόταν και μια γυναίκα, δεκαοχτώ χρόνια άρρωστη από δαιμονικό πνεύμα. Ήταν κυρτωμένη και δεν μπορούσε καθόλου να ισιώσει το σώμα της. Όταν την είδε ο Ιησούς, τη φώναξε και της είπε: «Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου». Έβαλε πάνω της τα χέρια του κι αμέσως εκείνη ορθώθηκε και δόξαζε το Θεό. Ο αρχισυνάγωγος όμως, αγανακτισμένος που ο Ιησούς έκανε τη θεραπεία το Σάββατο, γύρισε στο πλήθος και είπε: «Υπάρχουν έξι μέρες που επιτρέπεται να εργάζεται κανείς· μέσα σ’ αυτές, λοιπόν, να έρχεστε και να θεραπεύεστε, και όχι το Σάββατο». Ο Κύριος του απάντησε: «Υποκριτή! Ο καθένας σας δε λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει; Κι αυτή, που είναι απόγονος του Αβραάμ, και ο σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί απ’ αυτά τα δεσμά το Σάββατο;» Με τα λόγια του αυτά ντροπιάζονταν όλοι οι αντίπαλοί του κι ο κόσμος χαιρόταν για όλα τα θαυμαστά που έκανε ο Ιησούς.
Σχολιασμός
Το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα αναφέρεται στη θεραπεία της συγκύπτουσας γυναίκας. Τη διήγηση του θαύματος αυτού, τη διασώζει μόνο ο ευαγγελιστής Λουκάς. Μέσα από το κείμενο εξιστορείται ένα πραγματικό γεγονός στο οποίο βλέπουμε και μία πολύ παραστατική εικόνα της ιστορίας της ανθρωπότητος. ΄΄Κυρτωμένη από το βάρος της αμαρτίας η ανθρωπότητα, με το βλέμμα στηλωμένο μόνο στα γήινα, ανορθώθηκε και ανέβλεψε προς τον ουρανό με την ενανθρώπηση του Κυρίου’’. Η Εκκλησία όρισε να διαβάζεται σταθερά κάθε χρόνο, την τρίτη Κυριακή προ των Χριστουγέννων.
Οι νουθεσίες και τα μηνύματα που μπορεί ν’ αντλήσει κάποιος από τη ευαγγελική περικοπή και από ολόκληρη τη Χριστιανική διδασκαλία, πάντοτε είναι πολλά. Εμείς θα σταθούμε σε τρία από αυτά: τον Εκκλησιασμό, την υποκρισία και το φθόνο.
Σε όποια πόλη λοιπόν και αν βρισκόταν ο Κύριος, κατά την ημέρα του Σαββάτου πήγαινε στην συναγωγή και δίδασκε. Εδώ είναι η τελευταία φορά πριν από το Πάθος κατά την οποία αναφέρεται ο Ιησούς, να επισκέπτεται και να διδάσκει σε κάποια συναγωγή. Η ευαγγελική διήγηση δεν προσδιορίζει τον τόπο.
Η συγκύπτουσα παρ’ ότι ήταν ασθενής και η σωματική της κατάσταση δεν της επέτρεπε να μετακινείται, δεν έλειψε κανένα Σάββατο από τη συναγωγή για να προσευχηθεί με τους άλλους πιστούς και ν’ ακούσει το Λόγο του Θεού. Δεν αμελεί το καθήκον της προσευχής και δεν την επηρεάζει τι θα πει ο κόσμος γι’ αυτήν. Ο Κύριος την συμπονεί. Βλέπει με πόση προσοχή παρακολουθεί το κήρυγμά του. Γι’ αυτό με την θαυμαστή θεραπεία του προς αυτή, επιβραβεύει την πίστη, την ευλάβεια αλλά και την επιμονή της. Παράλληλα, φανερώνει σ’ εμάς την σημασία και την αξία της συμμετοχής μας στην κοινή προσευχή και λατρεία του Θεού.
Το καθήκον μας για τακτικό Εκκλησιασμό απορρέει από τη σχετική εντολή του Θεού η οποία παραγγέλλει στον άνθρωπο να ενθυμείται και να σέβεται την έβδομη ημέρα της εβδομάδας και να την αφιερώνει στη λατρεία του Θεού «εξ ημέρας εργά και ποιήσεις πάντα τα έργα σου, τη δε ημέρα τη εβδόμη σάββατα Κυρίω το Θεώ σου. Ου ποιήσεις εν αυτή παν έργον». (Δευτ. ε’13, Έξ. κ’ 9-10) Τον εκκλησιασμό μας, πρέπει να χαρακτηρίζει η προσήλωση και η ευλάβεια. Αν μπορούσε ο άνθρωπος να συνειδητοποιήσει πόσο αναγκαία είναι για τη πνευματική μας ζωή η λατρεία της Εκκλησίας, τότε κανένα εμπόδιο, καμιά εργασία και καμιά υποχρέωση δεν θα μας παρέσυρε στο να μη συμμετέχουμε ανελλιπώς στη Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Στην πατρίδα μας είναι ευτυχές το γεγονός, το ότι διατηρείται ακόμη ζωντανή αυτή η ευλάβεια και οι χριστιανικές αξίες από μεγάλο μέρος του λαού μας και είναι αρκετοί αυτοί που εκκλησιάζονται ακόμη και πολλοί νέοι ηλικιακά.
Στη συνέχεια της περικοπής ο Χριστός στηλιτεύει την υποκρισία και την τυπολατρία όχι μόνον των φαρισαίων, αλλά και κάθε ανθρώπου κάθε εποχής. Το παράδειγμα του αρχισυναγώγου είναι χαρακτηριστικό. Βλέπει το θαύμα της θεραπείας και αντί να δοξάσει τον Θεό φθονεί. Και ο φθόνος τον κάνει να παρερμηνεύει ηθελημένα την εντολή του Θεού. Έμενε προσκολλημένος στην τήρηση του νόμου και των εντολών του κατά γράμμα. Η κατάσταση αυτή μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε τη φύση και τα συμπτώματα της υποκρισίας.
Η υποκρισία συνιστά αμάρτημα, σοβαρότατο κίνδυνο για την χριστιανική μας ζωή. Και αποτελεί συμπεριφορά διαβολική, αφού πρώτος ο διάβολος υποκρίθηκε, εξαπατώντας έτσι τους πρωτοπλάστους. Ο υποκριτής υποκρίνεται τον ευσεβή χωρίς να είναι στην πραγματικότητα.
Όλοι μας λίγο έως πολύ, έχουμε την αίσθηση ότι κατέχουμε την αλήθεια και φτάνουμε στο σημείο να διεκδικούμε για τους εαυτούς μας το ρόλο του δικηγόρου του Θεού. Διεκδικούμε το ρόλο του Μεγάλου Ιεροεξεταστή (Ντοστογιέφσκυ) που θέλει να διορθώσει το Θεό και την Εκκλησία και νομίζουμε ότι κατέχουμε την αλήθεια με τον φαρισαϊσμό μας. Ο Μ. Βασίλειος μας δίνει έναν θαυμάσιο ορισμό: «Υποκριτής είναι αυτός που στο θέατρο υποδύεται διαφορετικό πρόσωπο…Έτσι και σε τούτη τη ζωή πολλοί ενεργούν όπως οι θεατρίνοι. Άλλα έχουν μέσα στην καρδιά τους και άλλα δείχνουν εξωτερικά προς τους ανθρώπους». (Μ. Βασιλείου, Λόγος περί Νηστείας Α’ 24).
Διανύουμε την περίοδο της νηστείας των Χριστουγέννων και πολλοί από εμάς νηστεύουμε και προετοιμαζόμαστε για την μεγάλη εορτή που έρχεται. Αν κάποιοι ανάμεσά μας δεν τηρούν τη νηστεία, ας μη τους φθονούμε και μη τους κατακρίνουμε. Ας θυμηθούμε ότι πάνω από τη νηστεία, πάνω από κάθε εξωτερικό τύπο, σημασία έχει να μη καταλύεται ο σύνδεσμος της αγάπης. Και το ένα είναι ωφέλιμο, και το άλλο ουσιώδες. Αλίμονο αν παραθεωρήσουμε είτε το ένα είτε το άλλο, ή αν προσπαθήσουμε να επιβάλλουμε στους ανθρώπους γύρω μας τη στάση μας και τις επιλογές μας. Αλίμονο αν γίνουμε τυπικοί τηρητές των υποχρεώσεών μας απέναντι στο Θεό, και λησμονήσουμε τη μεγαλύτερη των εντολών του, αυτή της αγάπης προς τον πλησίον. Γιατί τέλος, μην λησμονούμε ότι η χαρά του αδελφού μας, όπως και η λύπη του, είναι χαρά και λύπη δική μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου